αναδημοσίευση απο το http://www.kefaloniatoday.com/
29 Αυγούστου, 2013 11:15 πμ
Μια Cosmoγυρισμένη στην Κεφαλονιά
Δεν έχω δει κανέναν να παίζει το συγκεκριμένο όργανο στην Κεφαλονιά, εκτός από τον Νίκολας Κέιτζ, αλλά ότι το νησί προσφέρεται για χαρές και πανηγύρια αυτό να λέγεται.
«Γιατί όχι;» απάντησα στην Υβόννη, μια φίλη που θα πήγαινε να δουλέψει ως μπαργούμαν για ένα μήνα στην Κεφαλονιά και μου πρότεινε να πάω μαζί της, να κάνω το ίδιο. Ειδοποίησα το περιοδικό όπου δούλευα ότι θα ξανάστελνα κείμενο από Σεπτέμβριο, γέμισα μια βαλίτσα με σέξι τοπ και πήρα το δρόμο για το νησί.
Το μόνο που μου είχαν πει ήταν ότι «όλοι είναι τρελοί εκεί κάτω». Δεν άργησα να το επιβεβαιώσω και μόνη μου.
Καταρχάς, είναι τρελοί με το νησί τους. Μην τυχόν και το κακοχαρακτηρίσεις, θα βρεις κακό μπελά. Δεν έχουν άδικο όμως.
Κι εγώ όταν «πιάσαμε» Πόρο, ένα από τα κύρια λιμάνια της Κεφαλονιάς, και το πρώτο πράγμα που είδα στα δεξιά μου ήταν ένας υπέροχος βράχος μέσα στην καταπράσινη θάλασσα, είπα πως, αν καταγόμουν από νησί, θα ‘θελα να ήταν αυτό (OK, μετά την Ύδρα και τη Σαντορίνη).
Αυτή είναι η δική μου «Wonderland», σκέφτηκα ακούγοντας εκείνη την ώρα το ομώνυμο κομμάτι των Simply Red από τ’ ακουστικά μου (τα οποία καταστράφηκαν μυστηριωδώς τέσσερις μέρες μετά – μάλλον κάποιος τα πάτησε την ώρα που έπαιζα μπιτς βόλεϊ).
Η πρώτη ντόπια που συνάντησα έγινε και κολλητή μου – δύο μήνες μετά την πάντρεψα. Στην αρχή αντιπάθησε συγκλονιστικά η μία την άλλη. Συμφιλιωθήκαμε όταν ήρθε και με πήρε με το μηχανάκι της -με το οποίο περνούσε πάντα και παντού με κόκκινο, έτσι κάνουν εκεί, όπως Ιταλία- για να πάμε μια βόλτα στο Ληξούρι. Για το Ληξούρι θα σου πω μετά. Το θέμα είναι ότι χάρη στην Αφροδίτη, που εκείνη την εποχή εκτελούσε χρέη tour operator (το κανονικό της επάγγελμα είναι μικροβιολόγος – είναι όλοι τρελοί, σού λέω), είδα τσάμπα ολόκληρη την Κεφαλονιά, που είναι τεράστια.
Σχεδόν κάθε πρωί στις εννιά επιβιβαζόμουν στο τουριστικό λεωφορειάκι –ο οδηγός αριστερά μου, η Αφροδίτη δεξιά μου κι οι τουρίστες από πίσω- και παίρναμε τους δρόμους. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως στο νησί αυτό δεν βαριέσαι ποτέ, γιατί διαθέτει και θάλασσα και βουνό και λίμνες. Μια λίμνη μάλιστα είναι undercover – για να τη βρεις, πρέπει πρώτα να χωθείς καμιά εκατοσταριά μέτρα κάτω από τη γη και θα βρεθείς ξαφνικά μπροστά σ’ ένα αξέχαστο θέαμα: μια υπόγεια λίμνη με άπλετο φως (από πάνω ο βράχος είναι κούφιος). Είναι η Μελισσάνη – μονίμως γεμάτη τουρίστες που κάνουν βαρκάδα. Με το λεωφορειάκι πέρασα για πρώτη φορά κι από τον Μύρτο, μία από τις πιο πολυφωτογραφημένες παραλίες στον κόσμο. Η μεγάλη απόλαυση όμως είναι όταν περνάς από πάνω, δίπλα απ’ τον γκρεμό, χωρίς τίποτα να εμποδίζει τη θέα σου προς τον ανοιχτό ορίζοντα· εκτός από το μοναδικό σπίτι πάνω ακριβώς στον γκρεμό, που ο ιδιοκτήτης του το έχτισε αυθαίρετα πριν από τριάντα χρόνια εν μιά νυκτί (στην κυριολεξία) κι ακόμα να το κατεδαφίσουν. Αλλά μάλλον θα γκρεμιστεί από μόνο του κάποια στιγμή, γιατί τα τουριστικά λεωφορεία σταματάνε εκεί και πάνε όλοι στην αυλή του για να θαυμάσουν τη θέα – δε θα ‘θελα καθόλου να είμαι στη θέση του ιδιοκτήτη.
Αφού περνάς τον Μύρτο, φτάνεις στην Άσσο, μικρό παραθαλάσσιο χωριό μ’ ένα μεγάλο κάστρο στην άκρη του, όπου τρως ωραίο ψάρι κι όταν χωνέψεις κολυμπάς σε ωραία νερά, όπου εγώ, δεν ξέρω πώς έγινε, έχασα το επάνω μέρος του μαγιό μου κι έγινα ρεζίλι μπροστά σ’ όλο τον κόσμο. Μετά συνεχίζεις όλο ευθεία και φτάνεις στο Φισκάρδο, στην Τασία ντε. Η Τασία είναι φίλη της Αφροδίτης και πασίγνωστη στο πανελλήνιο. Τότε που τη γνώρισα δεν είχε βγει ακόμα στην τηλεόραση, αλλά ήταν ήδη κολλητή με τους Χανκς-Σπίλμπεργκ, οι αφιερώσεις των οποίων ήταν κρεμασμένες στους τοίχους. Την προηγούμενη μέρα είχε περάσει από κει κι η Ορνέλα. «Η Μούτι;» είπα εγώ κι η Τασία με κοίταξε περιφρονητικά, λίγο πριν πετάξει μπροστά μου κάτι λαχταριστά λυθρίνια. Το Φισκάρδο, τώρα, πέρα από την Τασία και την Ορνέλα διαθέτει κι έναν απίστευτο όρμο για ιστιοπλοϊκά και γενικά μοιάζει ύποπτα με το Πορτοφίνο, αλλά οι Ιταλοί προφανώς είναι πιο έξυπνοι από εμάς σε θέματα τουρισμού, γι’ αυτό και το Πορτοφίνο είναι πιο γνωστό από το Φισκάρδο.
Το απόλυτο spot του νησιού είναι στα Βάτσα, όπου θα βρεις ένα ταβερνάκι φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από τα χέρια του ιδιοκτήτη, του Σπύρου (γνωστού και ως «Φούντα»), με όλα τα προϊόντα να προέρχονται απ’ το διπλανό χωράφι. Μετά το εξαιρετικό φαγητό ακολουθείς το ποτάμι (ναι, το ποτάμι), το οποίο σε βγάζει σε μια μικροσκοπική παραλία κι εκεί δοξάζεις το θ ε ό για την τύχη σου, μασουλώντας ταυτόχρονα καθαρισμένα αγγούρια πασπαλισμένα με χοντρό αλάτι.
Κι ο Θεός έπλασε τις κεφαλονίτικες παραλίες
Η Αφροδίτη είναι απ’ το Ληξούρι. Εμένα μου φάνηκε αδιάφορο μπροστά στο Αργοστόλι, που είναι κι η πρωτεύουσα, αλλά φυσικά δεν το της το ‘πα, ούτε και σε κανέναν άλλο που κατάγεται από κει, γιατί καλύτερα να πεις σ’ έναν Κορσικανό ότι η Κορσική είναι τέρας, παρά να πεις σ’ έναν Ληξουριανό ότι το Ληξούρι είναι αδιάφορο. Το οποίο Ληξούρι έχει και το δικό του «προστάτη», το γνωστό σατιρικό ποιητή Λασκαράτο, που μάλιστα είχε αφοριστεί από την Εκκλησία επειδή τα ‘ψελνε στους παπάδες. Αυτός λοιπόν κάθισε κι έγραψε ένα ποίημα που άρχιζε με το «Κι ο Θεός έπλασε το Ληξούρι», κι έτσι έγινε η ζημιά. Πάντως, το Ληξούρι είναι η πιο ανερχόμενη περιοχή της Κεφαλονιάς, μια και εδώ έχουν χτιστεί ένα σωρό καλά ξενοδοχεία τα τελευταία χρόνια (και σε καλές τιμές).
Άμα θέλεις, τώρα, να πας επιτόπου για να βρεις περισσότερες πληροφορίες για τον ποιητή Λασκαράτο, πρέπει να είσαι πολύ συγκεκριμένη, γιατί Λασκαράτοι ονομάζονται οι μισοί Κεφαλονίτες. Ολονών τα επίθετα έτσι κι αλλιώς τελειώνουν σε -άτος. Τα χωριά, πάλι, τελειώνουν τα περισσότερα σε -άτα, όπως: Λασκαράτα (εννοείται), Κουρκουμελάτα και, το αγαπημένο μου, Ντομάτα. Είναι δε τόσα, όσες οι μέρες του χρόνου. Όπως καταλαβαίνεις, πρόβλημα καταλύματος δε θα συναντήσεις στο νησί.
Κάπου εκεί στη μέση είναι και τα χωριά Σπαρτιά, Κορνιάνα και Κλίσματα, που είναι πολύ γραφικά. Μετά παίρνεις το δρόμο όλο ευθεία προς τα εκεί που λέει Πεσάδα και Λουρδά και μπλουμ! Βρίσκεις τις νότιες παραλίες του νησιού, που είναι σαν την «Παραλία» του Ντι Κάπριο, αλλά χωρίς καρχαρίες στα είκοσι μέτρα. Άσπρη άμμος, σαν άγραφο χαρτί, ζεστά νερά, σαν να ξαπλώνεις στην μπανιέρα σου αλλά χωρίς σαπουνάδες, και καταπράσινα – σαν τη χλόη, μόνο που βουτάς, δεν κυλιέσαι. Μπορεί το Αιγαίο να έχει αυτό το μπλε χρώμα που μαγνητίζει, αλλά οι παραλίες του Ιονίου είναι σαν αγκαλ…, καλά, τέρμα η ποίηση. Καταλαβαίνεις πάντως τι θέλω να πω.
* Τις ωραίες γυναίκες τις φιλοξενούν οι ίδιοι οι Κεφαλονίτες (αυτό μου είπαν κάποιοι φίλοι απ’ το νησί να το γράψω).
Το μαγικό βουνό
Ο Αίνος είναι το πιο ψηλό βουνό της Κεφαλονιάς. Εκτός από ψηλό, διαθέτει και κάτι που δεν έχει κανένα άλλο βουνό του κόσμου: έλατα βαθυπράσινα, σχεδόν μαύρα, που δε φυτρώνουν πουθενά αλλού στη γη – οι επιστήμονες έχουν προσπαθήσει να τα μεταφυτεύσουν χωρίς επιτυχία. Κι αν έχεις υπομονή κι ανέβεις αρκετά ψηλά, μπορεί να πετύχεις μερικά από τα άγρια άλογα που ζουν εκεί δεκάδες χρόνια τώρα, ωραία κι ελεύθερα. Γιατί να τρέχεις δηλαδή στην Καμάργκ, στη Γαλλία, απλά πήγαινε μια βόλτα στον Αίνο. Εγώ δεν τα βρήκα, βρήκα όμως τα ερείπια ενός σανατορίου που είχε χτιστεί εκεί πριν από πολλά χρόνια. Ήταν πανέμορφα. Δεν ακουγόταν τίποτα, μόνο ο άνεμος κι εγώ που μουρμούριζα, ο Μάκης είχε καθίσει σιωπηλός σε μια πέτρα κι έβλεπε τον ήλιο που ξεπρόβαλλε από μακριά. Ξέχασα να πω, όλοι οι άντρες ονομάζονται Μάκηδες εδώ.
It’s all gone, Pete Tong
Ψέματα, γνώρισα κι έναν Άκη, έναν Ανδρόνικο και κάμποσους Σπύρους, αλλά το όνομα γκανιάν, εκείνο που όταν το φωνάξεις γυρίζει η μισή πλατεία, είναι Μάκης. Ερωτεύτηκα έναν Μάκη και τον Άκη που λέγαμε. Δεν ξέρω αν είναι ο αέρας, το νερό, το πράσινο νερό ή η ντόπια κρεατόπιτα, αλλά ερωτεύεσαι πολύ εύκολα στην Κεφαλονιά. Επίσης, δεν κοιμάσαι ποτέ, γιατί όλο και κάτι θα σου προτείνουν να κάνεις όταν κλείσει και το τελευταίο μπαρ: νυχτερινό μπάνιο, ψήσιμο στην παραλία, βόλτα στον Αίνο, εκδρομή στον Μύρτο. Μετά τις εμπειρίες μου από την Κεφαλονιά, όποτε δω καμιά ταινία με άυπνους, όπως το Insomnia, γελάω μόνη μου.
Το μεγαλύτερο και καλύτερο ξενύχτι μου εκεί, πάντως, έγινε δύο χρόνια αργότερα, πάλι καλοκαίρι.
«Γίνεται ρέιβ πάρτι στην Αντισάμη, θες να πάμε;» με ρώτησε η Αφροδίτη κι εγώ, που είχα να πάω σε ρέιβ πάρτι από τότε που ήμουν δεκαεπτά, είπα αμέσως «ναι», γιατί την προηγούμενη φορά είχα πάει σε όλα τα μέρη της Κεφαλονιάς , εκτός απ’ την Αντισάμη. Κάναμε τρεις ώρες να φτάσουμε εκεί (είναι πραγματικά τεράστιο το νησί) κι εγώ νόμιζα πως είχαμε χαθεί και νύσταζα, γιατί είχε πάει πέντε τα ξημερώματα.
Μέχρι που τελικά φτάσαμε σ’ ένα σεληνιακό τοπίο, μ’ ένα κλαμπ στη μέση του πουθενά, μέσα να χτυπιούνται καμιά εκατοσταριά άνθρωποι κι έξω, στον απόηχο της μουσικής, άλλοι τόσοι να ρεμβάζουν σε μια απέραντη παραλία με μπαμπού ομπρέλες. Όλ’ αυτά ήταν περιτριγυρισμένα από βουνά, σαν φυσικό κρησφύγετο, κι ήταν ασημένια γιατί είχε πανσέληνο. Το πρωί μας βρήκε και τις δύο στα πρόθυρα της ασφυξίας (είχαμε κοιμηθεί στο αυτοκίνητο, με τα παράθυρα θεόκλειστα και τον ήλιο ντάλα), οπότε βγήκαμε γρήγορα έξω, βάλαμε τα μαγιό μας κι απολαύσαμε μια κρυστάλλινη θάλασσα κα-τά-μο-νες, γιατί στο μεταξύ είχαν φύγει όλοι. Αυτό μέχρι τις δέκα ακριβώς, όταν «έσκασαν» από παντού αυτοκίνητα με οικογένειες και κουβαδάκια. Τα μαζέψαμε κι εμείς και πήραμε το δρόμο του γυρισμού.
Δυο καλές πληροφορίες
Μη φύγεις από την Κεφαλονιά αν δε δοκιμάσεις κρεατόπιτα και ριγανάδα (φέτες ψωμιού αλειμμένες με λάδι, ντομάτα, ρίγανη κ.λπ.) κι αν δεν πάρεις μαζί σου μέλι και ντόπια κρασιά (ενδεικτικά ονόματα: Οργίων, Ευφράνωρ και Μεταγιτνύων).
Το 1953 έγινε ο μεγάλος σεισμός που κατέστρεψε τα περισσότερα σπίτια του νησιού – κίνδυνος τώρα δεν υπάρχει, όλα τα κτίρια είναι αντισεισμικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου