Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Φόρκυς

Εικονογράφος: Παρίση Διατσέντα
ISBN: 978-960-14-2377-7

Αρ. σελίδων: 44


ΦΟΡΚΥΣ - ΚΗΤΩ
ΕΧΙΔΝΑ-ΕΣΠΕΡΙΔΕΣ-ΛΑΔΩΝΑΣ-ΓΟΡΓΟΝΕΣ
-ΓΡΑΙΕΣ-ΣΕΙΡΗΝΕΣ-ΣΚΥΛΛΑ-ΘΟΩΣΑ
Όλοι οι λαοί της γης έχουν τη δική τους Μυθολογία.
Ο άνθρωπος των προϊστορικών χρόνων ζούσε αδύναμος μέσα στη φύση. Ο κόσμος που απλωνόταν γύρω του ήταν εχθρικός. Μην μπορώντας να εξηγήσει τα φυσικά φαινόμενα (βροντή, αστραπή, κεραυνό, σεισμό) τα θεοποίησε.
Έφτιαξε παντοδύναμους θεούς, αλλά και διάφορα όντα, δημιουργήματα της φαντασίας του, τρομερά στην όψη, καταστροφικά πλάσματα.

Θαλασσινός θεός που ανήκει στην πρώτη θείκή γενιά. Ήταν γιος του Πόντου και της Γαίας και κυβερνήτης των θαλάσσιων τεράτων. Aδέλφια του ήταν ο Nηρέας, ο Θαύμας, η Eυρύβια και η Kητώ από την οποία απέκτησε τις Φορκίδες (δηλαδή τις Γραίες, τις Γοργόνες και τις Σειρήνες). Ως παιδιά του αναφέρονται επίσης, η Έχιδνα, οι Eσπερίδες, ο Λάδων και η νύμφη Θόωσα, η οποία με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Kύκλωπα Πολύφημο. Mε τη θεά της δύναμης των κυμάτων Kραταιίδας ή Kραταιής απέκτησαν μια κόρη, τη Σκύλλα (θαλάσσιο τέρας με έξι κεφάλια, δώδεκα χέρια και δώδεκα πόδια). Tον θεωρούσαν επίσης και παππού των Eυμενίδων.
H κατοικία του οριζόταν στην Tριτωνίδα λίμνη της Λιβύης ή στην Kεφαλληνία ή στο Aρύμνιο, στην ακτή της Aχαϊας ή στην Iθάκη, όπου βρισκόταν και ο λιμένας Φόρκυνος.

Σύμφωνα με κάποιο ρωμαϊκό μύθο, ο Φόρκυς ήταν πανάρχαιος βασιλιάς της Σαρδηνίας και της Kορσικής, που νικήθηκε σε ναυμαχία από τον Άτλαντα και πνίγηκε. Oι φίλοι του τον θεοποίησαν και τον θεωρούσαν θεό της θάλασσας.
Βιβλιογραφία - πηγές
Πλάτων, Τίμαιος, e, 6
Γῆς τε καὶ Οὐρανοῦ παῖδες Ὠκεανός τε καὶ Τηθὺς ἐγενέ-
σθην, τούτων δὲ Φόρκυς Κρόνος τε καὶ Ῥέα καὶ ὅσοι μετὰ
τούτων, ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ῥέας Ζεὺς Ἥρα τε καὶ πάντες
ὅσους ἴσμεν ἀδελφοὺς λεγομένους αὐτῶν, ἔτι τε τούτων
ἄλλους ἐκγόνους· ἐπεὶ δ' οὖν πάντες ὅσοι τε περιπολοῦσιν
φανερῶς καὶ ὅσοι φαίνονται καθ' ὅσον ἂν ἐθέλωσιν θεοὶ
γένεσιν ἔσχον, λέγει πρὸς αὐτοὺς ὁ τόδε τὸ πᾶν γεννήσας
τάδε –
“Θεοὶ θεῶν, ὧν ἐγὼ δημιουργὸς πατήρ τε ἔργων, δι' ἐμοῦ
γενόμενα ἄλυτα ἐμοῦ γε μὴ ἐθέλοντος.
Αρτεμίδωρος, Ονειροκριτικόν, 2, 34, 19
θαλάσσιοι δὲ νοητοὶ μὲν Ποσειδῶν
καὶ Ἀμφιτρίτη καὶ Νηρεὺς καὶ Νηρηίδες καὶ Λευκοθέα
καὶ Φόρκυς, αἰσθητοὶ δὲ αὐτὴ ἡ Θάλασσα καὶ Κύματα
καὶ Αἰγιαλοὶ Ποταμαί τε καὶ Λίμναι καὶ Νύμφαι καὶ
Ἀχελῷος.
Γαληνός, Αλληγορίες στη Θεογονία του Ησίοδου
Κητὼ δ' ἂν εἴη ἡ κεκαυμένη καὶ
ἐξατμιζομένη ὑπὸ τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων ἀναθυμίασις.
Φόρκυς δὲ ἡ περιφορὰ τῶν ὑδάτων, ἐξ ὧν δὴ τελευταῖον
ἐν θέρει ἀπογεννᾶται ὁ εἰρημένος δράκων, ἤγουν τὰ ἐν
τοῖς ἐναντίοις κλίμασι τῷ καθ' ἡμᾶς ὑφιστάμενα νέφη,
ἃ δὴ δράκοντας ὁ λόγος προσαγορεύει ἢ διὰ τὸ σχῆμα
τῶν τοιούτων νεφῶν, (ἔστι γὰρ πόλλ' ἅττα ἰδεῖν ἐν τοῖς
νέφεσι δρακοντοειδῆ,) ἢ διὰ τὸν συριγμὸν καὶ ψόφον, ἢ
διὰ τὸ τοῖς δέρκουσι καὶ ὀπτανομένοις ἐμποδὼν καθί-
στασθαι.
Hσίοδος, Θεογονία, 270, 333
Aπολλόδωρος, Bιβλιοθήκη, 1, 2, 6
Aπολλώνιος ο Pόδιος, Aργοναυτικά, 4, 828

6 σχόλια:

  1. «Φόρκυς δαίμων θαλάσσιος, τό πρότερον διατρίβων
    πρός τῷ Ἀρυμνίῳ λεγομένῳ ὄρει τῆς Ἀχαΐας, οἰκῶν
    τε τήν Φόρκυνος ἀπ’ αὐτοῦ καλουμένην βῆσσαν.
    Κάτων φανέν αὐτῷ καταλιπεῖν τάς τρίβους ταύτας,
    ἀφίκετο εἰς τήν Κεφαλληνίαν, καί τόπον ἐκλεξάμενος
    ἐπιτήδειος αὐτῷ ἐνταῦθα ᾤκησεν. Λέγεται δέ Ἄμμος
    ὁ τόπος. Προσορμίσας δέ εἰς τόν τῆς Ἰθάκης λιμένα,
    ἠξίωσαν αὐτόν ἀφ’ ἑαυτοῦ προσαγορεύεσθαι Φόρκυνος.»

    «Ο Φορκύνας ήταν θαλάσσιος θεός ο οποίος διέμενε
    πριν κοντά στο λεγόμενο Αρυμνίο όρος της Αχαΐας
    και κατοικούσε στην κοιλάδα που απ’ αυτόν ονομαζόταν,
    του Φορκύνα. Κάποια στιγμή αποφάσισε να εγκαταλείψει
    την περιοχή που ζούσε και έφτασε στην Κεφαλληνία όπου
    επέλεξε κατάλληλη τοποθεσία για να μείνει. Αυτός ο τόπος
    λέγεται Άμμος. Αγκυροβολώντας μάλιστα στο λιμάνι της Ιθάκης,
    αξίωσε αυτό να ονομάζεται εξαιτίας του, του Φορκύνα.»
    ΗΡΟΔΩΡΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΠΟΛΥ ΕΝΗΜΕΡΟΤΙΚΟ,, ΚΑΠΟΙΑ ΕΝΟΙΑ,,ή ΑΠΟ ΚΑΠΟΥ ΠΟΥ ΜΑ ΠΗΡΕ ΚΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ Ο ΠΟΤΑΜΟΣ ΜΑΣ?
    ΒΟΧΗΝΑΣ?? ΛΟΓΙΚΆ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΗΧΩ,,ΞΕΡΝΑΩ..,, ΑΠΟ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΘΑ΄ΝΑΙ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΤΟ ΒΡΙΣΚΩ!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Υπάρχει δε,,, ως γνωστό στους παλαιοτέρους η ιστορία (παραμυθάκι) με τον Δράκοντα,, που υπήρχε η πατημασιά του,,και θυμάμαι μικρος που την έψαχνα! μάλιστα πηγα και μεγάλος για να πω την αλήθεια ,,μαλλά και πάλι δεν ξέρω τελικά αν κατάφερα να την φωτογραφήσω,,κάνουν περίεργα κολπάκια οι βράχοι μέσα στο ποτάμι
    http://porosnews.blogspot.com/2012/05/blog-post_1768.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Μάλλον η πατημασιά είναι τόσο υπαρκτή, όσο και η ίδια η Δράκαινα, για την οποία έχω αναρτήσει την άποψή μου.
    Το Βόχυνας, εκτιμώ ότι προέρχεται εκ του Γόγχυλας > Γόγγυλας > Γόγγυλος , με τις συνήθεις λεκτικές μεταβολές του γ σε β (όπως φαγείν>φάβα), του δεύτερου γ σε χ (όπως δραγμή>δραχμή) και του λ σε ν (όπως ζουρλός>ζουρνάς). Γόγγυλος = στρογγυλός, κυκλοτερής (η σχέση του ποταμού με τον κύκλο, είναι μια άλλη ιστορία, όχι του παρόντος).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ΟΠΩς ΕΓΡΑΨΑ ΣΕ ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΛΛΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ,,ΠΡΕΠΕΙ ΤΟ ΒΟΧΥΝΑΣ ,ΝΑ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΧΥΝΕΤΑΙ ΜΕ ΒΟΗ,, (ΒΟηΧΥΝΑΣ),, ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΑΧΝΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΠΩΣ ΛΕΓΑΝΕ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΤΟ ΑΧΟΥΡΙ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΝΤΑ,,! ΦΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΕΓΟΝΤΑΝ ΠΟΛΛΕΣ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ,, ΜΕ ΝΕΡΑΙΔΕΣ, ΞΩΤΙΚΑ, ΔΡΑΚΟΥΣ, ΚΛΠ,,ΠΡΟΣ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟ ΙΣΩΣ ΣΤΟ ΝΑ ΜΗΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ Π.Χ ΚΛΟΠΕΣ,,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Η αρχική μου θέση, για αυτόν τον σημαντικότατο ποταμό του νησιού, ήταν εκ του Γόγγυνας = βογκητός, λόγω μάλλον του θορύβου (βόγκος) που ακούγεται όταν "φουσκώνει" ή μπορεί και να αφορά τη δυσκολία που εξαιτίας του, ως εμπόδιο, αντιμετωπίζουν (γογγύζουν) οι ντόπιοι, στις μετακινήσεις τους. Ίσως είναι πιο σωστή ερμηνεία, αλλά εμένα για άλλους λόγους, με έχει κερδίσει η προηγούμενη, με τη μεταβολή και του λ σε ν.
    Ας παραθέσουμε και τη σχετική μαρτυρία του Γερμανού περιηγητή Joseph Partsch, στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν κατέγραψε την εντύπωση που του έκανε το Ηράκλειο πεδίο.

    «Ἐκ τῶν πετρωδῶν ὑψωμάτων τοῦ Πυργίου κατέρχεταί τις πρός
    νότον εἰς τήν κοιλάδα τοῦ Ἡρακλείου, ἥτις τά ὕδατα, τά ὁποῖα
    καταπέμπουσιν εἰς αὐτήν τά πέριξ ὄρη, ἐκβάλλει μόνον διά
    στενῆς χαράδρας εἰς τήν θάλασσαν. Μετ’ ἐνθουσιασμοῦ πολλοί
    περιηγηταί ὕμνησαν τήν πληθύν τῶν ὑδάτων, τό εὐφορον ἔδαφος,
    τήν ἀκμάζουσαν δενδροφυτείαν καί τούς λειμῶνας τῆς κοιλάδος
    ταύτης, καί παρέστησαν ὡς τό ὡραιότατον μέρος ὅλης τῆς νήσου.
    Καί τῷ ὄντι καταλείπει ἡ φύσις τῆς κοιλάδος ταύτης, ἐν ᾗ ἰσχυρῶς
    προσβάλει τό οὖς ὁ σχεδόν ὅλως ἐπί τῆς Κεφαλληνίας μή ἀκουόμενος
    ἦχος κελαρυζόντων ῥυακίων καί ζωηρός χορός πτερωτῶν ἀοιδῶν
    ζωογονεῖ πυκνούς θάμνους κομάρων, εὐάρεστόν τινα εἰκόνα
    εἰς τόν διερχόμενον ὁδοιπόρον.»

    ΑπάντησηΔιαγραφή