Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Ληξούρι, 25 Μαρτίου 1943. Η σημαία του Μαρκάτου.


Επειδή η αληθινή αντιστασιακή ιστορία που θα ακολουθήσει, και η οποία έχει σχέση με τη σημαία της φωτογραφίας, είχε ως πρωταγωνιστή έναν 16χρονο μαθητή Γυμνασίου, θεωρώ ότι πρέπει να αναφερθώ επιγραμματικά, στο ρόλο της νεολαίας στην Εθνική Αντίσταση του νησιού μας, της Κεφαλονιάς.

Πρωτεργάτες της Εθνικής Αντίστασης στην Κεφαλονιά, από τις πρώτες κιόλας μέρες της Κατοχής, ήταν η μαθητιώσα νεολαία. Το Αργοστόλι έκανε την αρχή. Οι μαθητές της Εμπορικής Σχολής, ήταν οι πρώτοι που ξεκίνησαν το Μαθητικό Αντιστασιακό Κίνημα Κεφαλονιάς. Στη συνέχεια ακολούθησαν τα Γυμνάσια, Αρένων και Θηλέων Αργοστολίου, όπως και τα γυμνάσια Ληξουρίου και Κεραμειών. Το κίνημα των μαθητών, ήταν ένα πρωτοπόρο αντιφασιστικό κίνημα που στη συνέχεια εξαπλώθηκε και στους χώρους δουλειάς, της εργαζόμενης νεολαίας, και όχι μόνο, αφού αγκάλιασε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα και τις λαϊκές μάζες σε όλη την Κεφαλονιά. Με την καθοδήγηση του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης στο νησί.
Σε αυτό το σημείο, επιθυμώ να αναφερθώ σε κάποια ονόματα, που είχαν σπουδαία αγωνιστική και αντιστασιακή δράση και μπορούν να θεωρηθούν, μαζί με άλλους, σαν οι μπροστάριδες του αντικατοχικού αγώνα, σαν οι πρώτοι που άναψαν τη φλόγα της Εθνικής Αντίστασης στην κατεχόμενη Κεφαλονιά. Νέες και νέοι με μεγάλη ψυχή και τόλμη, που ξεκίνησαν μέσα από το Μαθητικό Αντιστασιακό Κίνημα:
ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΡΓΟΣΤΟΛΙΟΥ: Αρσένη Ζωή, Βαβάσης Σπύρος, Γαϊτανίδης Γιώργος, Γερολυμάτος Διονύσης, Γεωργόπουλος Μάκης, Γιαννάτος Άγγελος, Γοργορίνης Μάκης, Δανελάτος Γεράσιμος, Δευτεραίος Δημήτρης, Καμπίτσης Μάκης, Καππάτος Βασίλης, Καππάτου Ειρήνη, Κατσιβέλη Νίτσα, Κουγιανός Διονύσης, Κουνάδης Βαγγέλης, Κουνάδης Ηλίας, Κουνάδης Μάκης, Λαδικός Γεράσιμος, Λουκάτος Βασίλης, Λουκάτου Άννα, Μαράτος Νίκος, Μαριάτος Διονύσης, Μεταξάς Βασίλης, Μήλας Διονύσης, Μουσούρης Μάκης, Μουσούρης Σπύρος, Μπαζίγος Νίκος, Μποζάς Γιώργος, Παγουλάτου Λέλα, Πανταζάτος Παναγής, Παπαναστασάτος Σπυράγγελος, Σκλαβουνάκης Σπύρος, Σολωμός Νίκος, Σπαθή Κάτε, Σπηλιώτης Χριστόφορος, Σπυράτος Παναγής, Σταθούλη Ισμήνη, Σταματάτος Σπύρος, Στεφανίτσης Γιάννης, Τσακαρισιάνος Νιόνιος, Τσουρουνάκης Αλέκος, Φλωράτου Ελένη.
ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΗΞΟΥΡΙΟΥ: Βιτωράτος Κυριάκος, Δεφαράνας Δημοσθένης, Ελευθεράτος Λευτέρης, Ευαγγελάτου Αθηνά, Καλός Κωστής, Καμηνάρης Ριχάρδος, Κουλουμπή Άννα, Λουκέρης Γιώργος, Ματαράγκα Λίλη, Ματαράγκας Σπύρος, Ματιάτος Νίκος, Πετρίτση Φρόσω, Τρομπέτα Μαντίνα, Φαρακλός Μάκης.
Ας έλθουμε τώρα στο Ληξούρι, όπου διαδραματίζεται η ιστορία της σημαίας. Αυτή την ιστορία που είχα την τιμή να την ακούσω από πρώτο χέρι, από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή της, με τον οποίον είχα την τύχη να αναπτύξω μια μακροχρόνια οικογενειακή φιλία.
Παραμονή της Εθνικής γιορτής της 25ης Μαρτίου 1943. Ένας απ’ τους πρωτεργάτες του Μαθητικού Αντιστασιακού κινήματος Ληξουρίου μαθητής του Γυμνασίου, αποφασίζει να δράσει με κάθε μυστικότητα, με σκοπό να στείλει ένα σαφές μήνυμα στους Ιταλούς κατακτητές, αλλά και να τονώσει το ηθικό και να αναπτερώσει την ελπίδα των σκλαβωμένων συμπατριωτών του. Σε κανέναν δεν έχει αποκαλύψει αυτό που είχε σχεδιάσει να κάνει. Είναι περασμένα μεσάνυχτα. Ο 16χρονος μαθητής Γυμνασίου, Κωστής Νικολάου Καλός, φθάνει στο Δημαρχείο του Ληξουριού, το φημισμένο Μαρκάτο, πλησιάζει τον πίνακα ανακοινώσεων, αυτόν που οι αρχές της κατοχής τοποθετούσαν τις ανακοινώσεις τους προς τους κατοίκους, γνωστές ως «προκλάμα», και με ψαρόκολλα τοποθετεί στο κέντρο του πίνακα, τη σημαία της φωτογραφίας. Ήταν η τελευταία σημαία που του είχε απομείνει, από μερικές άλλες, τις οποίες είχε κολλήσει σε τοίχους και σε κολώνες, στη διαδρομή του μέχρι το Μαρκάτο. Η συγκεκριμένη όμως σημαία, ήταν ζωγραφισμένη σε επίσημο Ιταλικό χαρτί, που στο πάνω μέρος του είχε την ένδειξη «Isole Jonie». Μεγάλη πρόκληση για τους Ιταλούς κατακτητές. Ο χώρος του Μαρκάτου επιλέγει απ’ τον πρωταγωνιστή, γιατί έτσι θα έδειχνε στους κατακτητές ότι, δεν τους φοβάται και τους υποτιμά. Πρωί – πρωί που θα πήγαιναν, όπως πάντα, να σηκώσουν τη δικιά τους σημαία, ήθελε η Ελληνική να βρίσκεται πρώτη εκεί. Με τα λόγια του Σολωμού, «Ή ΤΗ ΝΙΚΗ Ή ΤΗ ΘΑΝΗ», και τους άλλους στίχους απ’ τον Ύμνο στην Ελευθερία, που γράφει πάνω στη σημαία, προειδοποιεί τους Ιταλούς μέχρι πιο σημείο έφθανε η αποφασιστικότητα των σκλαβωμένων, για την ελευθερία τους.
Ο Λευτέρης Ελευθεράτος, στο βιβλίο του «Οδοιπορικό Μνήμης στην Κεφαλονιά της Αντίστασης», γράφει για τον πρωταγωνιστή: «Από τα εφηβικά του χρόνια, ο Κωστής Καλός διακρινόταν για το ανήσυχο πνεύμα του –“μια ανησυχία”, που ζευγαρωμένη με ένα έντονο αίσθημα φιλοπατρίας, τον είχε αναδείξει στα χρόνια της σκλαβιάς σε ασυμβίβαστο εχθρό του ξένου κατακτητή». Θυμάμαι, προσωπικά, που μου έλεγε ότι είχε φτιάξει μια σφραγίδα από σόλα παπουτσιού και με αυτή σφράγιζε τις προκηρύξεις που ο ίδιος έφτιαχνε. Πολλοί νόμιζαν ότι, πίσω απ’ αυτή τη σφραγίδα αυτή κρυβόταν κάποια μεγάλη Αντιστασιακή Οργάνωση. Δεν αποκάλυπτε όμως ποτέ, και στους καλύτερους φίλους του, τις σκέψεις και τις προθέσεις του. Εκτός από τη συλλογική αντιστασιακή δουλειά που συμμετείχε, δρούσε και μόνος του, σαν «ελεύθερος σκοπευτής», όπως τον χαρακτηρίζει ο Λευτέρης Ελευθεράτος.
Δεν ξέρουμε κατά πόσο οι κατακτητές, πρόλαβαν να δουν τη σημαία και να πάρουν το μήνυμα κι αυτό γιατί το πρωί της 25ης Μαρτίου 1943, η σημαία δεν υπήρχε στον πίνακα ανακοινώσεων του Μαρκάτου. Κάποιοι όμως, Ληξουριώτες την είδαν και το διέδωσαν στην πόλη. Τα σχόλια που προκλήθηκαν ήταν τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Κάποιοι φοβόντουσαν τα αντίποινα των Ιταλών, αλλά και κάποιοι έπαιρναν θάρρος, ότι κάτι καινούριο γεννιέται και φθάνει η επανάσταση. Τέτοια σχόλια είχε ακούσει και ο ίδιος ο Κωστής.
Ο Ιταλός, όμως, κατοχικός Λιμενάρχης του Ληξουριού, Τζούλιο, είδε τη σημαία. Η αντίδραση του ήταν, σαν να μην πίστευε κι ο ίδιος αυτό που τον είχαν ορίσει να κάνει. Σαν να μην είχε σχέση με τα Φασιστικά κατορθώματα της πατρίδας του. Δεν αγρίεψε, δεν φώναξε, δεν έδειξε εχθρότητα και δεν ζήτησε να βρεθούν οι «δράστες». Απλά πήγε στο Δήμαρχο Νικόλα Κεφαλά και του ζήτησε να απομακρυνθεί η σημαία απ’ τον πίνακα ανακοινώσεων. Την ώρα που συμβαίνουν αυτά, ο Μπάμπης Μαρκέτος, (Χατζής), μαθητής, περίπου στην ηλικία του Κωστή, βρισκόταν στο γραφείο του πατέρα του, Παναγή Μαρκέτου, που ήταν γραμματέας του Δήμου Ληξουρίου. Ο Δήμαρχος τον βλέπει και του ζητά να πάει να ξεκολλήσει τη σημαία απ’ τον πίνακα ανακοινώσεων. Ο Μπάμπης αν και διστάζει, μετά τη συγκατάθεση του πατέρα του, πηγαίνει μπρός τον πίνακα ανακοινώσεων, κάθεται σε στάση προσοχής και αφού χαιρετά τη σημαία, την ξεκολλά και όπως ο ίδιος λέγει την εφύλαξε στο αρχείο του.
Αξίζει να σημειώσω ότι, ο Μπάμπης Μαρκέτος, σε χειρόγραφο του, του οποίου φωτογραφία παραθέτω, αναφέρει τον Ιταλό Λιμενάρχη Τζούλιο, ως συνεργάτη του Δημάρχου, Νικόλα Κεφαλά, στον συμμαχικό αγώνα κατά του άξονα. Μάλλον έτσι εξηγείται και η μη εχθρική αντίδραση του. Το μόνο που ήθελε ήταν «η αποφυγή τυχών παρεξηγήσεως με την Ιταλική Αστυνομία».
Τα χρόνια πέρασαν και ήλθε η πολυπόθητη ελευθερία. Ο Κωστής ο Καλός έγινε ένας επιτυχημένος Γιατρός Γυναικολόγος, που μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα, πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Κεφαλονιά. Ο Μπάμπης ο Μαρκέτος Πολιτικός Μηχανικός. Συνδέονται και οι δύο με φιλία. Πενήντα τρία χρόνια μετά το Μάρτη του 1945, το Μάρτη του 1996, μια παρέα φίλων σε εκδρομή συζητούν εντελώς τυχαία, αναμνήσεις από την κατοχή. Στην ίδια παρέα παρευρίσκονται, ο Κωστής ο Καλός και ο Μπάμπης ο Μαρκέτος. Συζητείται και η σημαία του Μαρκάτου. Έκπληκτοι και οι δύο ανακαλύπτουν, ότι είναι δύο πρόσωπα που επί πενήντα τρία χρόνια, από περιέργεια, αναζητά ο ένας τον άλλον. Την ίδια μέρα, τον ίδιο χρόνο και στο ίδιο μέρος, ο ένας κολλούσε ένα επαναστατικό χαρτί και ο άλλος το ξεκολλούσε. Ποτέ άλλοτε, παρά του ότι συναντιόντουσαν αρκετές φορές, άγνωστο γιατί, δεν είχαν αναφερθεί σε αυτό το γεγονός. Ο Μπάμπης εκπλήσσεται όταν μαθαίνει ότι, ο σημαιοκολλητής ήταν ο Κωστής και ο Κωστής με τη σειρά του μένει άναυδος όταν μαθαίνει ότι ο αποκολλητής της σημαίας του ήταν ο Μπάμπης, ό οποίος εξηγεί το πώς και γιατί το έκανε. Όταν εξακριβώνεται πλέον, ότι μιλούν για την ίδια σημαία, η έκπληξη για τον Κωστή έφθασε στο αποκορύφωμά της, γιατί μαθαίνει απ’ τον Μπάμπη το Μαρκέτο, ότι είχε διαφυλάξει τη σημαία του ως κειμήλιο και ότι προτίθεται να του την παραδώσει.
Έτσι κι έγινε. Ο Μπάμπης με μεγάλη χαρά και συγκίνηση παρέδωσε τη σημαία στον Κωστή, την 1η Ιουνίου 1996,
ο οποίος με την ίδια χαρά και συγκίνηση την παρέλαβε και την τοποθέτησε σε κορνίζα.
Ο Κωστής σε κάποιες σημειώσεις του έγραφε: «Η διάσωση και διατήρηση της σημαίας αυτής του 1943, οφείλεται σε καλή τύχη, διότι βρέθηκε στα χέρια πατριώτη γνωστού για την ευαισθησία και την ψυχική του καλλιέργεια, νέου τότε μαθητή και τώρα συνταξιούχου πολιτικού μηχανικού». Σε άλλες σημειώσεις του γράφει: «Η σημαία αυτή, κάποτε, το 1943, στην περίοδο της Ιταλικής κατοχής, συνετάραξε σκλάβους και κατακτητές. Ήταν η πρώτη φορά που τόλμησε να εμφανισθεί η κυανόλευκος, στέλνοντας μηνύματα σε φίλους και σε εχθρούς, όταν τα πάντα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
Σπύρος Ματιάτος
ΠΗΓΕΣ:
*Η αφήγηση του Κωστή Καλού σε εμέ τον ίδιο.
*Λευτέρη Ελευθεράτου. Οδοιπορικό Μνήμης στην Κεφαλονιά της Αντίστασης.
πηγη 
Spyros Matiatos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου