Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2017

Από τις ιστορίες και τους θρύλους της Κεφαλονιάς

ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Η ΕΝΑΣ ΘΡΥΛΟΣ ;;; ΔΙΑΒΑΣΤΕ. ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΤΕ ΤΗΝ ΩΡΑ ΣΑΣ ..Ο ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΗΣΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ Ο ΜΠΕΗΣ ΤΗΣ ΤΥΝΙΔΟΣ . ΚΑΙ Η ΠΙΠΑ ...

Ο Κεφαλονίτης καπετάνιος και ο κουρσάρος ...Μπέης της Τύνιδος !
Από τις ιστορίες και τους θρύλους της Κεφαλονιάς

Στη μέση της οδού Σιτεμπόρων του πιο εμπορικού δρόμου του Αργοστολίου υψωνότανε το φρουριακό τετραόροφο «Καραντινέικο αρχοντικό». Και οι ένοικοι του, απόγονοι παντοπόρων καπιτάνιων έδειχναν με υπερηφάνεια στους επισκέπτες τους μια πίπα από γιούσουρι!...

Κατάφορτο ήταν το παλάτι τους από αριστουργήματα τέχνης. Εκείνοι όμως δεν τους έδιναν σημασία. Όλοι τους η περηφάνεια συγκεντρωνόταν σε αυτό το μικρό γιούσουρι. Κι άκουγες τους Καραντινούς να σου λένε:
-Για τη φαμίλια μας ετούτη η πίπα είναι το πιο πολύτιμο και ιερό κειμήλιο. Έχει μια θλιβερή ιστορία, από την εποχή των κουρσάρων…Αξίζει να την ακούσετε…
Και να ποια ήταν η Ιστορία:
Ένας από τους προγόνους τους ο καπιτάν Κωνσταντής, κατέβαινε ένα καιρό με την «σκούνα» του γεμάτη στάρι, από τα παράλια της Ρουμανίας. Είχε μαζί του το γιο του Νικόλα, που μόλις είχε κλείσει τα δέκα του χρόνια, για να του δώσει το πρώτο βάπτισμα στη θάλασσα.
Το Καραντινέικο καράβι, με φουσκωμένα τα πανιά από το δροσερό μαϊστράλι, έσκιζε σαν πουλί γοργότερφο τα γαλάζια θάλασσα του Αιγαίου.
-Σε δυο μέρες παιδιά αν δε κοπεί ο αγέρας θα είμαστε στο Αργοστολάκι μας, έλεγε ο καπιτάν Καραντινός στο πλήρωμα του.
Και ξαπλωμένος στον ίσκιο της κουπαστής, χάιδευε τα μαλλιά του μικρού Νικόλα που άκουγε άπληστα τις θαλασσινές ιστορίες του πατέρα του.
Ξαφνικά όμως ακούστηκε μια φωνή.
-Κουρσάρικο κατά πουνέντε! Φώναξε από τ΄άλμπουρο ο ναύτης της βάρδιας.
Διπλάσιο σε όγκο και πλήρωμα ήταν το πειρατικό που φάνηκε στον ορίζοντα και ερχότανε κατά πάνω τους, μ΄όλα τα πανιά ανοιγμένα, για να μην του ξεφύγει η εύκολη λεία. Αλλά οι Κεφαλονίτες ναυτικοί δεν αλλαξοδρόμησαν. Αντίθετα ο Καραντινός τράβηξε κι αυτός καταπάνουτου…για να τελειώσει μια ώρα αρχύτερα.
Η σύγκρουση ήταν τρομερή. Σε μυθικούς τιτάνες μεταμορφώθηκαν τα λιγοστά παλικάρια του Καραντινού. Και σε λίγο η «φέστα» τελείωσε με απίστευτο τρόπο. Το κουρσάρικο, δεμένο πίσω από την Καραντινέικη σκούνα, την ακολουθούσε πειθήνια σα σκυλάκι. Και οι ναύτες του ατρόμητου καπιτάνιου, αφού δέσανε τις πληγές τους, εξακολούθησαν το τραγούδι τους, σα να μην είχε συμβεί τίποτε.
Ο μικρός όμως γιος του Καραντινού έκλαιγε και τους χαλούσε το κέφι.
-Γιατί κλαίει καπιτάνιο μου ο Νικόλας; Τον ρώτησε ο γεροδεμένος λοστρόμος του.
- Θέλει μωρέ να δει το κουρσάρικο απάντησε εκείνος. Εγώ του λέω να κάμει υπομονή να φτάσουμε σε λιμάνι μα δεν κρατιέται.
Άστονε σε μένανε, καπιτάνιο μου να τον πάω μια βόλτα, είπε ο λοστρόμος χαμογελώντας.
-Πάρ’τονε μωρέ, μα πρόσεξε μη σου πέσει στο πέλαο , καθώς θα σκαρφαλώσετε από το μπαστούνι της πλώρης!...
-Θα τον φορεθώ στην πλάτη μου, καπιτάνιο μου Μη σε νοιάζει!..
Έτσι ο μικρός Νικόλας με οδηγό το λοστρόμο επιθεώρησε όλη την κουβέρτα της κουρσάρικης γαλιότας. Μα ήθελε να δει και τα αμπάρια.
-Πάμε και από κάτω λοστρόμο, να δω πως είναι τούτο το καράβι….παρακάλεσε. Ο αγαθός λοστρόμος δεν θέλησε να χαλάσει το χατίρι του μελλοντικού καπιτάνιου του. Μόνο που ξεσπάθωσε για καλό και για κακό και μπήκε μπροστά από τον μικρό.
-Έλα από πίσω του είπε.
Κι άρχισε να του εξηγεί όσα βλέπανε. Αλλά η περιέργεια του μικρού ήταν ανεξάντλητη. Σε κάποια στιγμή λοιπόν ο Νικολάκης ξεφώνησε:
-Να ένα όμορφο αραπόπουλο!..
Πραγματικά, ένα μικρό αραπάκι, το παιδί του αρχικουρσάρου τρέμοντας προσπαθούσε να κρυφτεί πίσω από ένα βαρέλι. Κι αν δεν πρόφταινε να τα αγκαλιάσει ο γιος του Καραντιμού ο λοστρόμος θα το χώριζε στα δυο με την χατζάρα του…
Κάθε επιθυμία του Νικολάκη του ήταν προσταγή για το καπιτά Κωνσταντή. Κι αφού ο γιος του αγάπησε το αραπάκι που του έλεγαν Γιουσούφη, όχι μόνο του χάρισε την ζωή αλλά και το άφησε να παίζει μαζί του όταν γύρισαν στο Αργοστόλι.
Ο Νικολάκης και Γιουσούφης είχαν γίνει αχώριστοι φίλοι. Ενώ όμως ο Γιουσούφης είχε και του «πουλιού το γάλα» κοντά στο αρχοντόπουλο, ούτε έπαιζε ούτε γελούσε. Και μια μέρα φανέρωσε στο φίλο του την αιτία της λύπης του.
-Θέλω να γυρίσω εκεί κάτω στα μέρη μας. Θέλω να δω την μανούλα μου, αν ζει ακόμη!...του είπε με δακρύβρεχτα μάτια.
Και η επιθυμία του εκπληρώθηκε. Ο καπιτάν Κωνσταντής Καραντινός τον μπάρκαρε σε ένα καράβι που έφευγε για την Αφρική και τον φόρτωσε με δώρα όπως του είχε ζητήσει ο γιος του.
Από τότε είχαν περάσει καμιά πενηνταριά χρόνια.
Γέρος πια ο καπιτά Νικολής ακολουθώντας την οικογενειακή του παράδοση, ταξίδευε και αυτός σαν τον μακαρίτη τον πατέρα του. Τους κουρσάρους που θέλησαν κατά καιρούς να του κόψουν το δρόμο του,ο καπιτάν Νικολής τους είχε τιμωρήσει σκληρά και τα κατορθώματα του είχαν γίνει θρύλος.
Μια ημέρα όμως ανάμεσα στην Κεφαλονιά και στη Ζάκυνθο δυο κουρσάρικα έβαλαν στη μέση τη θρυλική σκούνα του καπιτάν Νικόλα Καραντινού.
Άνισος και μάταιος ο αγώνας. Πάλεψε παλικαρίσια το Κεφαλονίτικο πλήρωμα αλλά λύγισε μπροστά στο πειρατικό ασκέρι. Και η ξακουστή σκούνα, με τον ατρόμητο καπιτάνιο της πληγωμένο κι αλυσοδεμένους τους άλλους, οδηγήθηκε από τους κουρσάρους στην Τύνιδα. Οι κουρσάροι ήταν βέβαιοι πως θα έπαιρναν από τον Μπέη τους μεγάλα δώρα, για το ηρωικό τους κατόρθωμα.
Η είδηση για την αιχμαλωσία της Κεφαλονίτικης σκούνας έφερε όλη την αραπιά μπροστά στο παλάτι του Μπέη. Όλοι ήθελαν να καμαρώσουν τον θρίαμβο των παλικαριών τους και να αντικρύσουν τον ξακουστό καπιτάνιο. Ο Μπέης της Τύνιδος πρόσταξε να φέρουν μπροστά του τους αιχμαλώτους και τον καπιτάν Νικολή.
Του είχε φάει ασκέρια και ασκέρια και κόντευε να του διαλύσει το στόλο με το καράβι του, ο καταραμένος αυτός Κεφαλονίτης καραβοκύρης. Τόσο τον μισούσε που ήθελε ο ίδιος να του πάρει το κεφάλι.
Μια απίστευτη όμως σκηνή ξετυλίχτηκε μόλις οι δυο θανάσιμου εχθροί αντίκρισαν ο ένας τον άλλον. Αγκαλιάστηκαν αμέσως και ενώ έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια τους φιλιότανε με στοργή σαν αδέλφια.
Ο Μπέης της Τύνιδος ήταν το αραπόπουλο που είχε σώσει ο μικρός καπιτάν Νικολής!...
Από εκείνη τη στιγμή διοργανώθηκαν μεγάλες γιορτές προς τιμήν του. Και αφού γιατρεύτηκαν ο καπιτάν Καραντινός και οι ναύτες του από τα τραύματα τους οδηγήθηκαν με τιμές από τον Μπέη στο καράβι τους.
Ο ίδιος ήθελε να φορτώσει με πλούσια δώρα τον φίλο του και σωτήρα του. Μα ο Κεφαλονίτης υπερήφανος δε θέλησε να πάρει τίποτα. Το μόνο που δέχτηκε ήταν μια πίπα από γιούσουρι, που οι Καραντινοί τη φύλαγαν σε μια θήκη σαν οικογενειακό τους κειμήλιο.
Μα οι σεισμοί τα σάρωσαν όλα! Και δυστυχώς δεν ξανά βρέθηκε μες τα ερείπια του αρχοντικού των Καραντινών η πίπα από γιούσουρι, το δώρο του Μπέη της Τύνιδος, που τους θύμιζε ένα θρύλο και μια συγκινητική ιστορία…



Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ο Φανός της Κεφαλονιάς" στο τεύχος Μαρτίου- Απριλίου 1961


ΠΗΓΗ.
Από τις ιστορίες και τους θρύλους της Κεφαλονιάς Στη μέση της οδού Σιτεμπόρων του πιο εμπορικού δρόμου του Αργοστολίου υψωνότανε το φρουριακό τετραόρο...
KEFALONIAMAS.GR

2 σχόλια:

  1. Σιγά τα αυγά!
    Εμείς στην Έρισσο έχουμε μια τάβλα 114 χρόνων με γραμμένο πάνου τση το όνομα ΠΥΛΑΡΟΣ, πού σαν αύριο το πρωί τσού τήνε πήραμε μαζί με τα σώβρακα και σε ουδέτερη έδρα!

    Βαποροπρωτάθλημα 1903 μχ. 25η Νοέμβρη.
    Λιμάνι Θιακιού,
    Τελικός:
    (αγώνας πρωινός).

    ΑΣΣΟΣ – ΠΥΛΑΡΟΣ 5 – 0
    Από τότε πάντα δεύτεροι βγαίνουνε σα τον Παναθηναϊκό!

    «Κατακαημένη Πύλαρο με την διπλή σουρίστρα, σούκοψε τα παΐδια σου η Άσσο η μεθύστρα»!!
    LIVE - περιγραφή: www.portoassos.gr/pilaros-assos-sigkrouonte/

    Κάκακακακακακακακα.
    Σπ, Ρόκκος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. σιγα τα βαπορια,.,,,,,, τωρα εχουμε τα καλβος ,11880, κντρα στα μπλε Ζακυνθος και Κεφαλονια! ΦΡΕΣΚΑ ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή