Σελίδες

Σελίδες

Σελίδες

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

ΤΙΠΟΤΕ ΠΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΟ!!

 

Έχω χάσει αγαπημένους μου ανθρώπους. Απ’ το χωριό μου στην Κεφαλονιά μέχρι και την Έδεσσα και δεν μπόρεσα να πάω ούτε στις κηδείες τους. Έχω δει φίλους μου (συνομήλικους) να μπαίνουν σε κλινική αποκατάστασης (αφού κατάφεραν να βγουν από τη ΜΕΘ) για να μπορέσουν να ξαναπερπατήσουν. Διαβάζω όλα αυτά που αποφασίζονται για μέσα στα καταστήματα, έξω απ’ τα καταστήματα, όρθιους, καθήμενους με αιμορροΐδες και άνευ. Φαιδρά πράγματα. Εμβολιαζόμαστε για τη ζωή τη δική μας και των ανθρώπων που αγαπάμε. Και βεβαίως για όσους ερχόμαστε σε επαφή μέσα στην κοινωνία χωρίς κατ’ ανάγκη να τους γνωρίζουμε. Ο όρος vaccine (εμβόλιο) προέρχεται από το λατινικό vacca (αγελάδα – δάμαλις) εξ ου και ο όρος δαμαλισμός. Υιοθετήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα με τον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. Και τότε, κάποιοι άνθρωποι πίστευαν ότι αν κάνουν το εμβόλιο θα γίνουν αγελάδες. Ας μην γυρίσουμε πίσω. Μπροστά. Κοιτάμε μόνο μπροστά. Όπως είπε και ο Καζαντζάκης «μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε». Αποσυνδέστε το όλο θέμα από τον καπιταλισμό, την παγκόσμια διακυβέρνηση, τις θεωρίες συνωμοσίας και τα κλειδιά που κολλάνε στο μπράτσο από το «μαγνητάκι» του εμβολίου. Όταν θα χτυπήσει το τηλέφωνο για να σας πουν ότι ο τάδε «έφυγε» ή μπήκε σε ΜΕΘ, το μόνο που θα έχετε κουράγιο να σκεφτείτε είναι πόσα πολλά σημαίνει ο τάδε για εσάς. Τα έχω ζήσει, για αυτό σας τα λέω. Με σεβασμό πάντα σε όσους φίλους και φίλες το σκέφτονται ακόμα. Αυτά. Υγεία σε όλο τον κόσμο!

1 σχόλιο:

  1. Οδυσσέας στο λιμάνι των Λαιστρυγόνων.

    (κ-91)
    … κεῖ μέσα φέρανε ὅλοι τους τὰ δίπλωρα καράβια.
    Κοντὰ κοντὰ τὰ δέσανε μὲς στὸ βαθιὸ λιμιώνα,
    Ἐγὼ μονάχος ἄραξα τὸ μαῦρο πλοῖο μου ἔξω
    κατὰ τὴν ἄκρη, κι ἔδεσα στοὺς βράχους τὰ παράγγια,
    κι ἀνέβηκα καὶ στάθηκα στ' ἁψήλου ν' ἀγναντέψω•
    Σὰν ψάρια τοὺς καμάκιζαν κι ἄθλιο φαγὶ τοὺς κάναν.
    Κι ὅσο ἀφανίζονταν αὐτοὶ μὲς στὸ βαθιὸ λιμιώνα,
    ἐγὼ τὸ κοφτερὸ σπαθὶ τραβῶ ἀπὸ τὸ πλευρό μου,
    καὶ κόβω τὰ πρυμόσκοινα τοῦ μαύρου καραβιοῦ μου
    Φεύγει ἀπ' τοὺς βράχους μιὰ χαρὰ τοὺς κρεμαστούς, καὶ βγαίνει
    στὴ θάλασσα τὸ πλοῖο μου• τ' ἄλλα χαθῆκαν ὅλα.
    Καὶ πλέγαμε βαριόψυχοι, ποὺ ἂν κι ἤμαστε σωσμένοι
    τόσους συντρόφους χάσαμε καλοὺς κι ἀγαπημένους…

    Ο καθείς και τα μέντε του λοιπόνε.
    Κουά κακά

    ΑπάντησηΔιαγραφή