Ο Ηλίας Πετρόπουλος είχε πει ότι «ένα απόκομμα εισιτηρίου μπορεί να έχει μεγαλύτερη αξία ακόμη και από μια ολόκληρη λαογραφική μελέτη».
Ο Αλέξανδρος Λυκούρας δεν κάνει λαογραφία, όμως ανασύρει κι αυτός μνήμες και αποτυπώματα ανθρώπινων ζωών, μέσα από ένα εισιτήριο, μία επιστολή, μία παλιά διαφήμιση σε εφημερίδα και με αυτά κάνει θέατρο.
Παίρνοντας αφορμή από τα βιβλία του λαογράφου-θησαυρού της Κεφαλονιάς Αγγελοδιονύση Δεμπόνου, αυτού που καταγράφει με συνέπεια εδώ και δεκαετίες τους πραγματικούς δημιουργούς της ιστορίας του τόπου, τους απλούς ανθρώπους, ο Αλέξανδρος Λυκούρας, έψαξε στα Γενικά Αρχεία τους κράτους και μέσα από ανεπίδοτες επιστολές, προικοσύμφωνα και κληρονομιές, βρήκε τους δικούς του σημαντικούς ανθρώπους, και μάλιστα στις πιο κρίσιμες στιγμές της ζωής τους.
«Έχουν όλοι ένα κοινό χαρακτηριστικό», θα μας πει, «βρίσκονται σε μία οριακή στιγμή, σε μία κρίσιμη στιγμή και επιθυμούν κάτι πάρα πολύ. Τα Γραπτά Ίχνη, δεν περιγράφουν ολόκληρη τη ζωή τους αλλά ακριβώς αυτές τις κρίσιμες στιγμές, και ίσως σε κάποιο βαθμό, φέρνοντάς τις στο σήμερα, τους δικαιώνουν».
Οι πλειοψηφία όλων αυτών των ανθρώπων έζησε στην Κεφαλονιά, από το 1810 έως το 1953 και τα πιο πολλά στοιχεία βρέθηκαν στα Αρχεία του Νομού Κεφαλληνίας το πέμπτα μεγαλύτερα αρχεία των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
Δύο επιστολές
Διαβάστε δύο από τις επιστολές που χρησιμοποιήθηκαν για την παράσταση:
1826 Απριλίου 13
Ακριβή, Μισολόγι προς Παναγιώτα, Κεφαλονιά
Ευγενεστάτη μου αδελφή Παναγιώτα, σε προσκυνώ εγώ αδελφή σου Ακριβή. Ομοίως και από τον αδελφό μας το Γιώργη χαιρετίσματα.
Ελαβα γράμμα επήγανε εις την Πάτρα. Ομως αν ερωτάς διά εμέ ευρίσκομαι εδώ εις το Μισολόγγι και μη ρωτάς τις δυστυχίες μας και τις πείνες μας και τις κακομοιριές μας. Σε περικαλώ αδελφή μου να μου στείλεις ένα γράμμα να μάθω την υγείαν σας πως απερνάτε. (...) Να μου γράψεις να μάθω σε τι μέρος αυρίσκεσε και σε τι χάλια και σε τι μέρος της Κεφαλονιάς. Ομως σε παρακαλώ να μου μηνύσεις, αν μπορώ αυτού να κυβερνηθώ να έρθω. (...) Και καταλαβαίνεις... σε παρακαλώ να μου στείλεις ένα φουστάνι κι ένα πουκάμισο διατί μου τα πήρανε οι Τούρκοι και μ’ αφήκανε γυμνή, μόνον την ζακέτα μου εγλύτωσα με έναν πιστεμένον άνθρωπον. Να μου κάμεις την χάρην.
23 Φλεβάρη 1848
Ηγαπημένε μου πατέρα σε χαιρετώ και σου φιλώ το χέρι.
Εγώ παιδί σου Διονύσης. Να ηξέρεις καλά όπως εβρίσκομαι απάνω εις τους Κορφούς και πάω καλώς από υγεία και δούλεψην. Κάλιο όπου με φέρανε εδώ διατί αν ήθε κάτζω ες την Κεφαλονιάν... Και προστρέχω εις την εσπλαχνία σου ως σπλαχνικός γονιός όπου με ελυπόσουνε, να με λυπηθείς και ετούτην την ώραν, να μη με αφήσεις να απεθάνω εις τον ξένον τόπον. (...) Αν λάχει κανένα παπόρο διά τους Κορφούς να μου στείλεις κανένα ζευγάρι πασουμάκια κι αν ορίζεις να μου στέλνεις μερικό παξιμάδι. (...) Και σε περικαλώ να μου στείλεις κάμποσο λάδι να τρώω κάτι λάχανα και να μου στείλεις και το βρακί μου το πάνω. Και ηξεύρω ες την εσπλαχνία σου να με λυπηθείς.
Δείτε τη συνέντευξη που μας παραχώρησε μέσα στους χώρους από τους οποίους προέκυψε όλο αυτό το υλικό.
Η παράσταση «Γραπτά Ίχνη» παρουσιάζεται στο θέατρο «Κάπιτολ» (Φανάρι Αργοστολίου), στις 5 και 6 Ιουνίου, στις 9:15.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου