ΚΑΛΑ ΣΤΟ ΛΟΙΠΟ ΙΟΝΙΟ ( ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΡΟΣ) ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΩΣΕΙΔΟΝΙΑ, Η ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙ??????
ΙΙ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
Η μελέτη του Ειδικού Πλαισίου Υδατοκαλλιεργειών εκπονήθηκε με χρηματοδότηση του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), λόγω έλλειψης πόρων εκ μέρους του Υπουργείου. Ανατέθηκε στο μελετητικό σχήμα APC ADVANCED PLANNING-CONSULTING ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Α.Ε. – ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΑΕ – ΕΛΚΕΘΕ, με ειδικό σύμβουλο τον κ. Κωστακόπουλο Δημήτρη Βιολόγο-Ιχθυολόγο.
Οι προδιαγραφές εκπόνησης της μελέτης καταρτίστηκαν από τη Δ/νση Χωροταξίας του ΥΠΕΚΑ. Η επίβλεψη ανατέθηκε σε κοινή επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από τη Δ/νση Χωροταξίας ΥΠΕΚΑ, από τη Δ/νση Υδατοκαλλιεργειών και Εσωτερικών Υδάτων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων νυν Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και από τον ΣΕΘ. Η εκπόνηση της μελέτης πραγματοποιήθηκε με στενή συνεργασία μεταξύ του αναδόχου, των μελών της Επιτροπής Επίβλεψης και του Προϊστάμενου της Δ/νσης Χωροταξίας.
Η Υποβολή της Α΄φάσης της μελέτης έγινε στις 12.1.10 και της Β’ Φάσης με την πρόταση της ΚΥΑ από τον Σ.Ε.Θ. έγινε στις 30.6.2010. Ακολούθησε η επεξεργασία του σχεδίου ΚΥΑ, από τους εκπροσώπους των δύο υπουργείων, ώστε να εμπλουτιστεί με αναφορές και στους λοιπούς κλάδους υδατοκαλλιέργειας (πλην των ιχθυοκαλλιεργειών). Παράλληλα με απόφαση της τότε Υπουργού ΠΕΚΑ, εκπονήθηκε η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του Ειδικού Πλαισίου στο πλαίσιο των διατάξεων της ΚΥΑ με αριθμό Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε./ΕΥΠΕ/οικ.1070117/05/09/2006 «Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Ορισμένων Σχεδίων και Προγραμμάτων, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ της 27ης Ιουνίου 2001 (ΦΕΚ Β’1225) από τη Διεύθυνση Χωροταξίας με Σύμβουλο τεχνικής και επιστημονικής στήριξης την σύμπραξη των εταιρειών Alpha MENTOR – ΝΕΑΡΧΟΣ και διαμορφώθηκε και το τελικό Σχέδιο ΚΥΑ .
Η μελέτη διαβιβάσθηκε στην Ε.Υ.ΠΕ. του Υ.Π.Ε.Κ.Α., ως αρμόδιας για τις μελέτες Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης. Η εν λόγω υπηρεσία διαβίβασε στη συνέχεια τη μελέτη με το με α.π. 197788/1-4-2011 έγγραφό της σε Δημόσιες Αρχές και στα Περιφερειακά Συμβούλια για γνωμοδότηση. Παράλληλα με σχετικές ανακοινώσεις στις εφημερίδες ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ & ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ και Η ΑΥΓΗ την 20.04.11 & 21.04.11 αντίστοιχα, και στον ιστότοπο opengov.gr κλήθηκε το κοινό να διατυπώσει τις απόψεις του. Στη διαδικασία αυτή ανταποκρίθηκαν διάφοροι φορείς και πολλά φυσικά πρόσωπα, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων διετύπωσε παρατηρήσεις αποκλειστικά επί του περιεχομένου του εν λόγω Σχεδίου Ειδικού Πλαισίου[1]. Το Υ.Π.Ε.Κ.Α. αξιολόγησε το σύνολο των προτάσεων, σχολίων / παρατηρήσεων που του υποβλήθηκαν και ενσωμάτωσε πολλά από αυτά στο συνημμένο κείμενο (Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Υδατοκαλλιέργειες, Σεπτέμβριος 2011).
ΙΙΙ. ΣΚΟΠΟΣ & ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
Το Πλαίσιο ρυθμίζει τη χωρική οργάνωση των υδατοκαλλιεργειών τόσο στο θαλάσσιο όσο και στον χερσαίο χώρο. Σκοπός του είναι να καταγράψει, να καταστήσει σαφείς προς τρίτους και να εξυπηρετήσει τις χωρικές ανάγκες της δραστηριότητας, με τρόπο που να διασφαλίζεται η ανταγωνιστικότητά της, χωρίς, ωστόσο, να παρακωλύεται η ανάπτυξη άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων και να θίγεται μη αναστρέψιμα το περιβάλλον.
Το μεγαλύτερο μέρος του Πλαισίου πραγματεύεται τις θαλάσσιες ιχθυοκαλλιέργειες, επειδή είναι ο κλάδος της δραστηριότητας με τη μεγαλύτερη ανάγκη για χωρικές ρυθμίσεις. Οι τρεις άλλες κατηγορίες υδατοκαλλιεργειών που διακρίνει το Πλαίσιο, με βάση τις ανάγκες χωρικής παρέμβασης, είναι οι οστρακοκαλλιέργειες, οι καλλιέργειες σε γλυκέα ύδατα και οι καλλιέργειες σε λιμνοθάλασσες και υφάλμυρα οικοσυστήματα.
Στο πρώτο Κεφάλαιο του Πλαισίου (άρθρα 1-4), προσδιορίζονται ο σκοπός και οι στόχοι του Ειδικού Πλαισίου, το πεδίο εφαρμογής του, παρατίθενται οι βασικοί ορισμοί για τις έννοιες που χρησιμοποιούνται στο κείμενο, και αναλύονται οι κατηγορίες υδατοκαλλιεργειών στην Ελλάδα και οι αναγκαίες υποδομές για τη λειτουργία των μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Γενικά, το πρώτο μέρος του Πλαισίου αναλύει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την ομαλή λειτουργία των μονάδων του κάθε τύπου και παραθέτει τις απαραίτητες υποδομές, χερσαίες ή θαλάσσιες. Οι υποδομές διακρίνονται σε εκείνες που συνδέονται άμεσα με την λειτουργία των μονάδων (συνοδές) και των οποίων ένα μέρος μπορούν να χωροθετούνται και μέσα στη ζώνη αιγιαλού και σε εκείνες που υποστηρίζουν τη δραστηριότητα (υποστηρικτικές) αλλά μπορούν να χωροθετούνται πολύ μακρύτερα από την κυρίως δραστηριότητα (π.χ. συσκευαστήρια).
Το δεύτερο μέρος (άρθρα 5-7) περιλαμβάνει το Εθνικό Πρότυπο Χωροταξικής Οργάνωσης των Υδατοκαλλιεργειών, καθώς και τις κατευθύνσεις, τους όρους και τα κριτήρια χωροθέτησης μονάδων και υποδοχέων υδατοκαλλιέργειας. Το Πλαίσιο προωθεί την οργανωμένη χωροθέτηση των μονάδων υδατοκαλλιέργειας και προτείνει σύστημα χωροθέτησης βασισμένο στη δημιουργία ζωνών. Ωστόσο, αναγνωρίζει την αναγκαιότητα για μεμονωμένες χωροθετήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως: περιοχές απομονωμένες, όπου δεν υπάρχει ζήτηση για συγκέντρωση μονάδων ή σε μικρά νησιά, όπου η κλίμακα του χώρου δεν επιτρέπει τη δημιουργία ζωνών ή, τέλος, κοντά σε αστικά κέντρα ή σε περιοχές με αναπτυγμένες οικιστικές, τουριστικές ή άλλες χρήσεις, που δεν ευνοούν τη συγκέντρωση υδατοκαλλιεργειών.
Το Πλαίσιο προσδιορίζει κατ’ αρχήν περιοχές που μετά την σχετική αναζήτηση κρίθηκαν κατάλληλες για την ανάπτυξη υδατοκαλλιεργειών. Ονομάζονται Περιοχές Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΑΥ) και εμφανίζονται στο συνημμένο στην ΚΥΑ Διάγραμμα 1. Δηλαδή οι ΠΑΥ αποτελούν πολύ ευρείες ζώνες, χωρίς σαφή οριοθέτηση και περιλαμβάνουν πληθώρα άλλων χρήσεων και δραστηριοτήτων. Έχουν επιλεγεί με βάση τα αποτελέσματα παλαιότερων μελετών και μετά από εκτίμηση μιας σειράς κριτηρίων μεταξύ των οποίων και η μέχρι σήμερα εμπειρία από τη λειτουργία των μονάδων.
Κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της περιοχής και το βαθμό ανάπτυξης των υδατοκαλλιεργειών και για κάθε κατηγορία δίδονται κατευθύνσεις για την εξέλιξη της δραστηριότητας. Η κατηγορία Α περιλαμβάνει τις υπερ-αναπτυγμένες περιοχές, ορισμένες από τις οποίες φαίνεται να έχουν φτάσει τα όρια κορεσμού. Αντίθετα στην κατηγορία Β η συγκέντρωση μονάδων είναι μικρότερη, με αποτέλεσμα να υπάρχουν εμφανώς περιθώρια για την επέκταση υφισταμένων και εγκατάσταση νέων μονάδων. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις κρίνεται σκόπιμη η εκτίμηση της φέρουσας ικανότητας των περιοχών, προκειμένου να εγκατασταθούν νέες μονάδες, μέσω μελετών για την οργανωμένη ανάπτυξη των περιοχών αυτών και τη θεσμοθέτηση ΠΟΑΥ, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 2742.
Η ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών στο μέλλον θα γίνεται κατά κανόνα εντός των ΠΑΥ. Εκτός ΠΑΥ επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση και με συγκεκριμένες προϋποθέσεις η χωροθέτηση νέων μονάδων. Ωστόσο, διατηρούνται οι νόμιμα υφιστάμενες μονάδες εφόσον δεν επιφέρουν τεκμηριωμένα σοβαρή περιβαλλοντική υποβάθμιση και με βάση τα κριτήρια του άρθρου 7 δεν προκαλούνται σοβαρές επιπτώσεις σε άλλες χρήσεις.
Γενικά, προωθείται η συγκέντρωση παρά η διασπορά των μονάδων υδατοκαλλιέργειας και προτείνεται ένα σύστημα ζωνών οργάνωσης, ανάλογα με το βαθμό συγκέντρωσης των μονάδων σε μια περιοχή. Σε περιοχές με μεγάλες συγκεντρώσεις δημιουργούνται ζώνες οργάνωσης της δραστηριότητας κατά το πρότυπο των βιομηχανικών ζωνών, όπου και λειτουργεί φορέας διαχείρισης. Ο φορέας δεν είναι ιδιοκτήτης ούτε εκμισθωτής της έκτασης, αλλά απλός διαχειριστής της ζώνης με υποστηρικτικό και συμβουλευτικό ρόλο προς τους εκεί εγκατεστημένους παραγωγούς. Πρόκειται για έναν τύπο ζωνών, τις Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης των Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ), που προβλέπεται ήδη στη νομοθεσία, αλλά μέχρι σήμερα συναντούσε δυσκολίες στην εφαρμογή, γιατί υπήρχαν ασάφειες στην αντιμετώπιση ορισμένων ζητημάτων, ειδικά αναφορικά με τη λειτουργία του φορέα. Για τα ζητήματα αυτά παρέχονται στο Πλαίσιο σαφείς κατευθύνσεις τροποποίησης των σχετικών νομοθετημάτων.
Σε περιοχές με μικρότερες συγκεντρώσεις (μέχρι 5 μονάδες) και περιορισμένη σχετικά συνολική μισθωμένη έκταση των μονάδων (μέχρι 100 στρ) προβλέπεται μεταβατικά η θεώρησή τους ως ζώνη άτυπης συγκέντρωσης. (ΠΑΣΜ). Στις ζώνες αυτές θα κατευθύνονται για χωροθέτηση νέες μονάδες ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις και η υποχρέωση δημιουργίας ΠΟΑΥ. Οι μεμονωμένες μονάδες διατηρούνται εφ΄όσον έχουν νόμιμα αδειοδοτηθεί και πληρούν τις προϋποθέσεις του Πλαισίου.
Το Πλαίσιο επίσης προσδιορίζει τις διαδικασίες για τη δημιουργία των ζωνών υποδεικνύοντας τις αλλαγές στην υφιστάμενη νομοθεσία, προκειμένου να διευκολυνθεί ο καθορισμός τους. Περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τη συνύπαρξη της υδατοκαλλιέργειας με άλλες χρήσεις και θέτει τις απαραίτητες αποστάσεις από άλλες δραστηριότητες.
Το τρίτο μέρος (άρθρα 8-9) παρέχει κατευθύνσεις στα Διάφορα Επίπεδα και Κατηγορίες Σχεδιασμού και Χωρικών Πολιτικών, καθώς και κατευθύνσεις που άπτονται ζητημάτων του κλάδου των υδατοκαλλιεργειών και περιλαμβάνει προτάσεις τροποποίησης της σχετικής με την υδατοκαλλιέργεια νομοθεσίας. Το τέταρτο Κεφάλαιο (άρθρο 10) αναλύει το Πρόγραμμα Δράσης για την εφαρμογή του Ειδικού Πλαισίου και το πέμπτο κεφάλαιο (άρθρα 11-13) αναφέρει τις μεταβατικές και τελικές διατάξεις του. Τέλος, σε Παράρτημα περιλαμβάνεται ο πίνακας των Περιοχών Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (Π.Α.Υ.) (Πίνακας 1) και ο πίνακας των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (Π.Ο.Α.Υ.), που είχαν προταθεί από τις Μελέτες που εκπονήθηκαν στα πλαίσια του Ε.Π. «Αλιεία» και των ΠΕΠ 2000-2006 (Πίνακας 2). Οι μονάδες που είναι εγκατεστημένες στις ζώνες που προβλέφθηκαν από τις μελέτες αυτές καθώς και σε περιοχές που σημειώνονταν στα Περιφερειακά Πλαίσια θεωρούνται εκ προοιμίου ότι υπάγονται στο καθεστώς των ΠΑΣΜ για μια πενταετία από τη θεσμοθέτηση του Πλαισίου και υπόκεινται στις υποχρεώσεις που προβλέπονται για τις περιοχές αυτές.
Μετά τα προαναφερθέντα σας υποβάλλουμε τα σχετικά κείμενα και συνοδευτικά στοιχεία και παρακαλούμε για την, κατά νόμο, γνωμοδότησή σας επί του συνημμένου Σχεδίου ΚΥΑ (έκδοση Σεπτέμβριος 2011) που συνοδεύει την παρούσα εισήγηση.
Συνημμένα:
Σχέδιο ΚΥΑ (Σεπτέμβριος 2011)
Διάγραμμα 1
Αθήνα, 16 Σεπτεμβρίου 2011
Η ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ |
[1] Τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου που επιθυμούν να λάβουν γνώση του πιο πάνω υλικού μπορούν να απευθύνονται στην κ. Ε. Κάρκα ή στην κ. Κ. Κανελλοπούλου στα τηλέφωνα 213 1515 313 και 213 1515 310 αντίστοιχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου