Δυο κουσούρια είχε μικρός ο Οδυσσέας, φοβόταν τους σεισμούς και γαργαλιότανε μέχρι τρέλας τσι πατούσες.
Το πρώτο το απόκτησε από τον άτεχνο πατέρα του που του έφτιαξε ένα κρεβάτι σαν έγινε έφηβος, σκέτη τρεμουλιάρω. Έτσι και έκαμε λοιπόν τον πρώτο καλό σεισμό έπεσε σαν τσου δίδυμους τσι Αμερικής και πήρε μαζί του τον έρημο τον Δυσσέα και που τον έριξε; Απάνου ορέ στο με συμπαθάτε κατουροκάνατο, όπου μελιδιάστηκε και του έκαμε μια άσκημη πληγή στο μπούτι και να άμπουλες τα αίματα. Τρέξανε τον περιποιηθήκανε σταματήσανε το αίμα, αλλά η πληγή ήτανε μεγάλη και τόνε τσουβαλιάσανε και τον στείλανε στον παππού στην Ακαρνανία τάχα για κυνήγι. Μα γιατί θα μου πείτε. Υπήρχε πλέον πρόβλημα.
Ήταν πριγκιπόπουλο, πως θα τον αποκαλούσε ο κόσμος κατουροκανατοσημαδεμένο; Θα τόνε παίρνανε στο ψιλό, τι σέβας θα του είχανε; Επινοήθηκε λοιπόν το κέρατο του κάπρου και επήρε και δόξα!
Το δεύτερο ήτανε η φαούρα τσι πατούσες. Σάματι και πέρναγε γάτα και τον έπαιρνε η ουρά τση στην πατούσα την ξελάκιζε σαν κουρλός μέχρι τη θάλασσα και πάρα πέρα. Αυτή ήτανε και η αιτία που πλάκωσε την γυναικάρα την Καλυψώ τσι καρπαζιές και αυτή τον έδιωξε κακήν-κακώς. Εκεί λοιπόν που ερωτοσκρεμηδεύανε και ο Δυσσέας στο τέλος την έπεφτε να πάρει κάναν υπνάκο, τι βίτσιο είχε η θεά όνομα και πράμα; Να του δαγκώνει τσι πατούσες! Κουρλενότανε ο κακομοίρης, αλλά εκεί, το χαζό, χάνουνε τέτοιο τεφαρίκι και να γυρίσει στην παλιοπροβατίνα; Τα πήρε όμως μια μέρα και την άρχισε τσου μπουστουφέους και ίσα που πρόλαβε να πηδήξει στη σχεδία και να φύγει.
Όταν γύρισε λοιπόν από την Ακαρνανία σκέφτηκε να φτιάξει ένα στέρεο κρεβάτι και σοφίστηκε ο μπαγάσας το κρεβάτι με ποδάρι κορμό ελιάς και άσε τα ρίχτερ να βαράνε. Έλα όμως που οι ελιές άμα τσι πετσοκόψεις πετάνε κάτι κολοριζόνια σαν αφάνα και θα του γαργαλάγανε τσι πατούσες; Παρακάλεσε λοιπόν την Αθηνούλα (πώς τις κατάφερνε τσι όμορφες ο μπαγάσας) και του ευλόησε την ελιά του κρεβατιού να βγάζει ένα κολοριζόνι κάθε δέκα χρόνια και έτσι έφτιαξε το πιο στέρεο κρεβάτι του κόσμου και χωρίς κίνδυνο γαργαλήματος!
Αυτή η ελιά βρέθηκε στο μέγαρο τση ΕΞΩΓΗΣ διαπιστωμένο από σπέσιαλ ελιοεξειδικευμένο στα κολοριζόνια Εγγλέζο επιστήμονα ντόκτορα! Και λόγο της αργής αυτής ανάπτυξης των κολοριζονίων αυτή η ελιά ενώ είναι τριών χιλιάδων χρόνων στην ουσία είναι μόνο τριακοσίων ετών.
Ο συνδυασμός λοιπόν της παραδόξου ελαίας και του εγγύς ευρεθέντος δοχείου νυκτός, αποδεικνύουν περιτράνως περί του παλατίου του ΟΔΥΣΣΕΩΣ.
Επιτέλους ιδού η Ομηρική ΙΘΑΚΗ.
Υ. Γ. Φίλοι μου θιακοί σας αγαπώ, αλλά ορέ τώρα που βρήκαμε παπά (τον Γερουλάνο) θέλετε ημέτι-μουχαμέτι να παντρέψουμε και την Καπνικαρέα;
Σπύρος Ρόκκος
ΠΗΓΗ mykefalonia.gr ΠΡΙΝ ΤΟ 2010
Εδώ στο σατυρικό σχόλιο με την ελιά του Οδυσσέα σου λείπει ένα κομμάτι στην αρχή για ψάχτο αν δεν βαριέσαι στο Google.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυο κουσούρια είχε μικρός ο Οδυσσέας, φοβόταν τους σεισμούς και γαργαλιότανε μέχρι τρέλας τσι πατούσες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο πρώτο το απόκτησε από τον άτεχνο πατέρα του που του έφτιαξε ένα κρεβάτι σαν έγινε έφηβος, σκέτη τρεμουλιάρω. Έτσι και έκαμε λοιπόν τον πρώτο καλό σεισμό έπεσε σαν τσου δίδυμους τσι Αμερικής και πήρε μαζί του τον έρημο τον Δυσσέα και που τον έριξε; Απάνου ορέ στο με συμπαθάτε κατουροκάνατο, όπου μελιδιάστηκε και του έκαμε μια άσκημη πληγή στο μπούτι και να άμπουλες τα αίματα. Τρέξανε τον περιποιηθήκανε σταματήσανε το αίμα, αλλά η πληγή ήτανε μεγάλη και τόνε τσουβαλιάσανε και τον στείλανε στον παππού στην Ακαρνανία τάχα για κυνήγι. Μα γιατί θα μου πείτε. Υπήρχε πλέον πρόβλημα.
Ήταν πριγκιπόπουλο, πως θα τον αποκαλούσε ο κόσμος κατουροκανατοσημαδεμένο; Θα τόνε παίρνανε στο ψιλό, τι σέβας θα του είχανε; Επινοήθηκε λοιπόν το κέρατο του κάπρου και επήρε και δόξα!