The Mythologists
"Η αλαζονεία την είχε κυριεύσει, έκανε κράτος στο πρόσωπό της, την ώρα της περιγραφής, ενώ τα πορφυρά της πέπλα έφεραν στα μάτια των γερόντων μπροστά όλο το αίμα του βασιλιά τους, που τον έσφαξαν έτσι ανελέητα, χωρίς αιδώ και με τέτοια μανία.
Η κομπορρημοσύνη της διαχέονταν μέσα στο πορφυρό της ένδυμα και δεν έβλεπε το αίμα, που κύλησε και κρύφθηκε στις πτυχές του, έτοιμο να πεταχτεί τον καιρό της ωρίμανσης, σα τον καρπό του σταριού στην εποχή του.
Θαύμασαν την αυθάδεια της γλώσσας της, τα λόγια περηφάνιας, που πήραν τη θέση των λόγων της ντροπής, και θεώρησαν ότι ήταν εξωγενής η άνομη δράση της:
Χαρά Νάστου
Η δολοφονία του Αγαμέμνονα
Μετά από δέκα χρόνια ενός σκληρού πολέμου στην Τροία, ο Αγαμέμνονας πατά στα πάτρια χώματα.
Με μάτια νοτισμένα από χαρά και συγκίνηση ο σκληρός κι αυταρχικός στρατηγός βασιλιάς σκύβει και φιλά την πατρική γη, την ώρα που η Κλυταιμνήστρα έχοντας πληροφορηθεί με μια αλυσίδα από φωτιές(φρυκτωρίες) - από το ακρωτήριο Ερμαίο της Λήμνου ως το Αραχναίο όρος στο Άργος- τον ερχομό του, προετοιμάζει τη φονική υποδοχή του με τον Αίγισθο.
Ο Αγαμέμνονας πατά πια πάνω στο πορφυρό χαλί του καλωσορίσματος, που ξετυλίγει με θέρμη, γαλιφιές και κολακείες η γυναίκα του:
Με μάτια νοτισμένα από χαρά και συγκίνηση ο σκληρός κι αυταρχικός στρατηγός βασιλιάς σκύβει και φιλά την πατρική γη, την ώρα που η Κλυταιμνήστρα έχοντας πληροφορηθεί με μια αλυσίδα από φωτιές(φρυκτωρίες) - από το ακρωτήριο Ερμαίο της Λήμνου ως το Αραχναίο όρος στο Άργος- τον ερχομό του, προετοιμάζει τη φονική υποδοχή του με τον Αίγισθο.
Ο Αγαμέμνονας πατά πια πάνω στο πορφυρό χαλί του καλωσορίσματος, που ξετυλίγει με θέρμη, γαλιφιές και κολακείες η γυναίκα του:
«Τώρα, μετά που τράβηξα όλ’ αυτά, χωρίς βαρειά καρδιά
μπορώ να πω πως ο άνθρωπος αυτός είναι για μένα,
της μάντρας σκύλος φύλακας, σκοινί του καταρτιού
που σκίζει το καράβι, στύλος στερεός ψηλής μιας στέγης,
.......................................................................................
κι ακόμα στεριά που φάνηκεν ανέλπιστα σε ναύτες,
μέρα γλυκύτατη που βλέπουμε μετά από κακωσύνη,
νερό πηγής τρεχάμενο σε διψασμένο οδοιπόρο.
Ω! τι χαρά στ’αλήθεια να ξεφύγεις,
ό,τι κακό ήτανε γραφτό να πάθεις.
................................................................
Πορφυρόστρατος ο δρόμος σου ας γενεί αμέσως
για να τον οδηγήσει η δίκη στο ανέλπιστο παλάτι.
μπορώ να πω πως ο άνθρωπος αυτός είναι για μένα,
της μάντρας σκύλος φύλακας, σκοινί του καταρτιού
που σκίζει το καράβι, στύλος στερεός ψηλής μιας στέγης,
.......................................................................................
κι ακόμα στεριά που φάνηκεν ανέλπιστα σε ναύτες,
μέρα γλυκύτατη που βλέπουμε μετά από κακωσύνη,
νερό πηγής τρεχάμενο σε διψασμένο οδοιπόρο.
Ω! τι χαρά στ’αλήθεια να ξεφύγεις,
ό,τι κακό ήτανε γραφτό να πάθεις.
................................................................
Πορφυρόστρατος ο δρόμος σου ας γενεί αμέσως
για να τον οδηγήσει η δίκη στο ανέλπιστο παλάτι.
(Αισχύλου:Αγαμέμνων, έκδ. Ι Ζαχαρόπουλος)
Ανύποπτος ο αρχιστράτηγος του πιο παλιού τρανού πολέμου οδηγείται στο λουτρό του θανάτου, έχοντας αφήσει έξω από το παλάτι την Κασσάνδρα, την παλλακίδα του, μαζί τα τρία τους παιδιά.
Η Κασσάνδρα είχε αρνηθεί να μπει στο παλάτι, καθώς, όντας μάντισσα, προβλέπει το φρικτό της τέλος, μέσα σ' ένα παραλήρημα που αναφέρει πως η κατάρα του Θυέστη αιωρείται πάνω από τα κεφάλια τους.
Βγάζοντας το ένα του πόδι από το λουτρό ο Αγαμέμνονας, ανυπόμονος για το πλούσιο γεύμα που του 'ταξε η Κλυταιμνήστρα, τη βλέπει να τον πλησιάζει και, πριν προλάβει ν' αντιδράσει, νοιώθει να τον καλύπτει ένα δίχτυ εν είδει πουκαμίσας.
Το είχε υφάνει μόνη της και φρόντισε επιμελώς να μην αφήσει διέξοδο, να μην υπάρχει άνοιγμα, μήτε για τα πόδια, μήτε για τα χέρια.
Ο Αγαμέμνονας έχει παγιδευτεί στα σατανικά δίχτυα που έριξε στη στεριά το άνομο ζευγάρι.
Η Κασσάνδρα είχε αρνηθεί να μπει στο παλάτι, καθώς, όντας μάντισσα, προβλέπει το φρικτό της τέλος, μέσα σ' ένα παραλήρημα που αναφέρει πως η κατάρα του Θυέστη αιωρείται πάνω από τα κεφάλια τους.
Βγάζοντας το ένα του πόδι από το λουτρό ο Αγαμέμνονας, ανυπόμονος για το πλούσιο γεύμα που του 'ταξε η Κλυταιμνήστρα, τη βλέπει να τον πλησιάζει και, πριν προλάβει ν' αντιδράσει, νοιώθει να τον καλύπτει ένα δίχτυ εν είδει πουκαμίσας.
Το είχε υφάνει μόνη της και φρόντισε επιμελώς να μην αφήσει διέξοδο, να μην υπάρχει άνοιγμα, μήτε για τα πόδια, μήτε για τα χέρια.
Ο Αγαμέμνονας έχει παγιδευτεί στα σατανικά δίχτυα που έριξε στη στεριά το άνομο ζευγάρι.
Ας ακούσουμε την Κλυταιμνήστρα να περιγράφει με αγαλλίαση το φόνο στους γέροντες Αργείους, που συνιστούσαν ένα είδος λαϊκού δικαστηρίου:
«Με πυκνό δίχτυ σαν εκείνο των ψαριών τόνε τυλίγω
με τους φαρδιούς μα ολέθριους πέπλους μου
και δυο φορές τονέ χτυπώ και δυο αφού έσυρε πόνου κραυγές
παράλυτα άφησε να πέσουν τ’ άκρα του,κι έτσι πεσμένος
που ήτανε, του δίνω και μια τρίτη, δώρο
πούχα ταμένο για το βασιλιά του κάτω κόσμου,
τον Άδη, το σωτήρα των νεκρών.
Έτσι σωριάστηκε και την ψυχή του βγάζει'
ορμητικό τινάχτη το αίμα της πληγής του, ενώ ψυχομαχούσε,
και με τις μαύρες στάλες της δροσιάς της ματωμένης, με ραντίζει
κι η χαρά μου δεν ήταν λιγότερη απ’αυτήν που νοιώθει ο σπόρος
του σταριού για τη θεόσταλτη βροχή την ώρα που ο καρπός δένει.
Κι έτσι πούναι τα πράγματα, εσείς σεβάσμιοι γέροντες του Άργους,
χαρήτε αν θέλετε, εγώ όμως νοιώθω περηφάνεια».
(Αισχύλου:Αγαμέμνων, έκδ.Ι.Ζαχαρόπουλος)
με τους φαρδιούς μα ολέθριους πέπλους μου
και δυο φορές τονέ χτυπώ και δυο αφού έσυρε πόνου κραυγές
παράλυτα άφησε να πέσουν τ’ άκρα του,κι έτσι πεσμένος
που ήτανε, του δίνω και μια τρίτη, δώρο
πούχα ταμένο για το βασιλιά του κάτω κόσμου,
τον Άδη, το σωτήρα των νεκρών.
Έτσι σωριάστηκε και την ψυχή του βγάζει'
ορμητικό τινάχτη το αίμα της πληγής του, ενώ ψυχομαχούσε,
και με τις μαύρες στάλες της δροσιάς της ματωμένης, με ραντίζει
κι η χαρά μου δεν ήταν λιγότερη απ’αυτήν που νοιώθει ο σπόρος
του σταριού για τη θεόσταλτη βροχή την ώρα που ο καρπός δένει.
Κι έτσι πούναι τα πράγματα, εσείς σεβάσμιοι γέροντες του Άργους,
χαρήτε αν θέλετε, εγώ όμως νοιώθω περηφάνεια».
(Αισχύλου:Αγαμέμνων, έκδ.Ι.Ζαχαρόπουλος)
"Η αλαζονεία την είχε κυριεύσει, έκανε κράτος στο πρόσωπό της, την ώρα της περιγραφής, ενώ τα πορφυρά της πέπλα έφεραν στα μάτια των γερόντων μπροστά όλο το αίμα του βασιλιά τους, που τον έσφαξαν έτσι ανελέητα, χωρίς αιδώ και με τέτοια μανία.
Η κομπορρημοσύνη της διαχέονταν μέσα στο πορφυρό της ένδυμα και δεν έβλεπε το αίμα, που κύλησε και κρύφθηκε στις πτυχές του, έτοιμο να πεταχτεί τον καιρό της ωρίμανσης, σα τον καρπό του σταριού στην εποχή του.
Θαύμασαν την αυθάδεια της γλώσσας της, τα λόγια περηφάνιας, που πήραν τη θέση των λόγων της ντροπής, και θεώρησαν ότι ήταν εξωγενής η άνομη δράση της:
«Σαν ποιο βοτάνι μαγικό της γης ή ποιο ποτό της θάλασσας να γεύτηκες, γυναίκα, και πήγες και έκανες αυτή τη φονική θυσία και την κατάρα του λαού έσυρες πάνω σου»;
Είχε πλέον να μετρά τρεις κατάρες στο μέλλον της η Κλυταιμνήστρα, του πατέρα της Τυνδάρεου, που δεν τίμησε με θυσία την Αφροδίτη, την αρά του Τάνταλου με το γάμο της και τρίτη αυτή, που περιφέρονταν στα αιματοβαμμένα της χέρια, τη βαρύτερη, που τώρα τη σήκωνε με ελαφρότητα η αλαζονεία της.
Τρεις κατάρες τώρα σήκωνε η πλάτη της και δεν ένιωθε καν το βάρος, ίσα-ίσα, αισθανόταν μια αγαλλίαση, που της την έδινε ύπουλα η Άτη, που καταπάτησε τη ζωή της.
Την Τίση και τη Νέμεση δεν τις έβλεπε, παρόλο που άρχισαν να πορεύονται προς τη μεριά της.
Φωνή λαού, οργή θεού!
Αυτό της υπενθύμισαν οι δικαστές της και αυτή το παρέκαμψε και μίλησε για τ’ανομήματα του θύματος, για τη δική του θυσία στον άνεμο και ζήτησε να την κρίνουν με ίδιους όρους, όχι αυτήν ως γυναίκα και εκείνον ως άνδρα, να τη δικάσουν αμερόληπτα, χωρίς να προκαταλαμβάνονται από πατριαρχικές αντιλήψεις.
Η αιμάτινη κηλίδα όμως στη ματιά της δεν έφευγε και οι δικαστές της την έβλεπαν και την ειδοποίησαν, ξέροντας όμως πως δεν μπορούσαν να πειράξουν τη βασίλισσα"
(Απόσπασμα από "Τα παιδιά της Κλυταιμνήστρας" της Χ. Νάστου)
Τρεις κατάρες τώρα σήκωνε η πλάτη της και δεν ένιωθε καν το βάρος, ίσα-ίσα, αισθανόταν μια αγαλλίαση, που της την έδινε ύπουλα η Άτη, που καταπάτησε τη ζωή της.
Την Τίση και τη Νέμεση δεν τις έβλεπε, παρόλο που άρχισαν να πορεύονται προς τη μεριά της.
Φωνή λαού, οργή θεού!
Αυτό της υπενθύμισαν οι δικαστές της και αυτή το παρέκαμψε και μίλησε για τ’ανομήματα του θύματος, για τη δική του θυσία στον άνεμο και ζήτησε να την κρίνουν με ίδιους όρους, όχι αυτήν ως γυναίκα και εκείνον ως άνδρα, να τη δικάσουν αμερόληπτα, χωρίς να προκαταλαμβάνονται από πατριαρχικές αντιλήψεις.
Η αιμάτινη κηλίδα όμως στη ματιά της δεν έφευγε και οι δικαστές της την έβλεπαν και την ειδοποίησαν, ξέροντας όμως πως δεν μπορούσαν να πειράξουν τη βασίλισσα"
(Απόσπασμα από "Τα παιδιά της Κλυταιμνήστρας" της Χ. Νάστου)
Σα ψάρι μες στα πλεμάτια, σύμφωνα με το μύθο, δέχεται τις σπαθιές του Αίγισθου ο Αγαμέμνονας , τη δε χαριστική βολή από την Κλυταιμνήστρα, που τον αποκεφαλίζει μ' ένα τσεκούρι.
Σκουπίζει μετά τα αίματά της στα μαλλιά του Αγαμέμνονα, θέλοντας να δείξει πως του άξιζε αυτός ο θάνατος, και φεύγει για να εποπτεύσει το φόνο της Κασσάνδρας και των δυο παιδιών της, που πραγματοποιεί ο Αίγισθος.
Ο τρίτος γιος του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας, ονόματι Αλίσκος, διαφεύγει και ο μύθος τον θέλει να περιπλανιέται στην Ιταλία, μέχρι που ιδρύει την αποικία των Φαλερίων.
Έκεί, όπως αναφέρει, διδάσκει στους κατοίκους τα μυστήρια της Ήρας, που γιορτάζονταν για καιρό, όπως στο Άργος.
Η Κλυταιμνήστρα μετά ορίζει την ημέρα της δολοφονίας του άντρα της ως μέρα γιορτής και θυσιών στους προστάτες θεούς.
Η μεγάλη κόρη του Τυνδάρεω έχει γίνει πια διάσημη, όχι μόνο ως μοιχός, μα και ως συζυγοκτόνος...
Σκουπίζει μετά τα αίματά της στα μαλλιά του Αγαμέμνονα, θέλοντας να δείξει πως του άξιζε αυτός ο θάνατος, και φεύγει για να εποπτεύσει το φόνο της Κασσάνδρας και των δυο παιδιών της, που πραγματοποιεί ο Αίγισθος.
Ο τρίτος γιος του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας, ονόματι Αλίσκος, διαφεύγει και ο μύθος τον θέλει να περιπλανιέται στην Ιταλία, μέχρι που ιδρύει την αποικία των Φαλερίων.
Έκεί, όπως αναφέρει, διδάσκει στους κατοίκους τα μυστήρια της Ήρας, που γιορτάζονταν για καιρό, όπως στο Άργος.
Η Κλυταιμνήστρα μετά ορίζει την ημέρα της δολοφονίας του άντρα της ως μέρα γιορτής και θυσιών στους προστάτες θεούς.
Η μεγάλη κόρη του Τυνδάρεω έχει γίνει πια διάσημη, όχι μόνο ως μοιχός, μα και ως συζυγοκτόνος...
Εικόνα:Θάνατος Αγαμέμνονα.
Καμπανικός κρατήρας του Ζωγράφου της Κατάνιας, τέλη 4ου αι. π.Χ. Αγία Πετρούπολη, The State Hermitage Museum
Καμπανικός κρατήρας του Ζωγράφου της Κατάνιας, τέλη 4ου αι. π.Χ. Αγία Πετρούπολη, The State Hermitage Museum
Καλό ξημέρωμα
Πηγή Ρ. Γκρέιβς ¨"Οι ελληνικοί μύθοι"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου