ΑΝΤΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟ http://www.ithacanews.gr
Ας
ρiξουμε μια ματιά αρκετά χρόνια πιο πίσω να δούμε πώς έπαιζαν τα παιδιά
στο Θιάκι. Βέβαια δεν μιλάμε για βιομηχανοποιημένα παιχνίδια, άλλωστε
ήταν άγνωστα τότε, όμως η ανάγκη των παιδιών οδήγησε στην εφεύρεση
παιχνιδιών που παιζόντουσαν σε κλειστό χώρο ή μέσα στη φύση.
'Αι-μπάι:
Παίζεται από 5-10 παιδάκια μέχρι 10 χρόνων. Εκτός από δύο που είναι
όρθια, τα υπόλοιπα κάθονται κάτω στη σειρά και έχουν ενωμένα τα χέρια.
"Ενα από τα όρθια παιδιά πλησιάζει τα καθισμένα, καθένα χωριστά και
ενώνει τα χέρια του με τα δικά τους.
Μέσα οτα χέρια
του έχει ένα χαλικάκι, που Θα το δώσει σ' ένα από τα παιδάκια και το
άλλο όρθιο παιδί πρέπει να βρει σε ποιο απ' όλα το έδωσε. Αν το βρει
έχει κερδίσει και παίρνει τη θέση του άλλου. Αυτός που δίνει το χαλίκι
λέει συγχρόνως και τα παρακάτω λόγια:
υάι-μπάι-κόμε-στάι-ντίε-μίε-κόμπα-νίε-σάμι-ρίκο-τi
κι-τάκο-άι-μπάι-μπονφ. » Σ' αυτές τις λέξεις μπορούμε να διακρίνουμε το
αγγλικό ρήμα Ι buy (άι μπάι): αγοράζω και τις ιταλικές λέξεις: come stai
(κόμε στάι): τι κάνεις,
mia compagnia (μίε κομπανίε):
παρέα μου, ricco (ρίκο): πλούσιος, ενώ οι υπόλοιπες πρέπει να είναι
παραφθορά διαφόρων παλιών λέξεων. Μέχρι λίγα χρόνια πριν οι παραπάνω
λέξεις χρησιμοποιούνταν στην αρχή διαφόρων παιχνιδιών, για να βρουν
ποιος Θα τα φυλάει, ελαφρά παραλλαγμένες:
«άε-μiα-κομπανία-σάμε-ρίκο-τίκο-τάκο-άε-μπάεμπουφ.»
Βασιλίκι ή στρόμπος ή σκρουμπάτσι: Παίζεται
με το κότσι (επιγονατίδα) ενός αρνιού ή κατσικίου. Τα παιδιά που
παίζουν ρίχνουν το κότσι, το ένα μετά το άλλο, που έχει έξι διαφορετικές
όψεις, και λέγονται: (3ασιλίκι, στρόμπος ή σκρουμπάτσι, γάιδαρος,
λύμπα, και τα δύο, τίποτα. 'Οταν το παιδί που ρίχνει φέρει βασιλίκι,
παiρνει ένα ξύλο (σκήπτρο) και διατάζει ((βασιλιάς). Αυτός που Θα φέρει
στρόμπο, παίρνει ένα μαντήλι με κόμπους και δέρνει αυτόν που έφερε
γάιδαρο, τόσες φορές όσες προστάξει ο βασιλιάς». 'Οποιος φέρει λύμπα,
αθωώνεται όποιος φέρει και τα δύο, παίρνει βασιλiκι κα στρόμπο, και
τέλος αν φέρει τίποτα τα χάνει και τα δύο. Σημ.: η εξουσία και η
εκτελεστική εξουσία από τη πολιτική ζωή μεταφέρεται στο παιδικό
μικρόκοσμο. Οι ξυλιές διακρίνονται σε λαδάτες (ελαφρές) και ξυδάτες
(δυνατές). Το παιχνίδι παiζεται από παιδιά μέχρι εφήβους.
Μπερμπιτσόλα-δεκατσόλα:
Το παίζουν παιδάκια 5-10 χρονών. Τα παιδάκια κάθονται κάτω όπως ακριβώς
στο άι-μπάι εκτός από ένα που είναι όρθιο καιπερνάει διαδοχικά από τα
καθισμένα παιδάκια, τα χτυπάει στο πόδι λέγοντας ταυτόχρονα τις λέξεις:
«μπερμπιτσόλα - δεκατσόλα - δε σ' ανάβει - δε σου πιάνει - τσονκ -
τσονκάλι - βολύμι - φάμι - σκότο - σίσι - νιόρο - μάλι - ότο». Το πόδι
που χτυπιέται με τη λέξη κότο» αποτραβιέται και επαναλαμβάνεται το
παιχνίδι με τα υπόλοιπα παιδιά. Το παιδί που το πόδι του έμεινε
τελευταίο και δεν αποτραβήχτηκε χάνει. Κι εδώ στις λέξεις μπορούμε εκτός
από τις ελληνικές να διακρίνουμε και μερικές παραλλαγμένες ιταλικές: si
signore (σισι-νιόρο): μάλιστα κύριε, oto (ότο): οκτώ, fa mi ή fame
(φαμί): κάνε μου ή πείνα.
Μπύρηκας:
"Ενα μπικιόνι (τενεκεδάκι) στήνεται μέσα σ' ένα κύκλο και τα παιδιά το
σημαδεύουν με μια επίπεδη πέτρα (αμάδα). Κερδiζει αυτός που η αμάδα του
Θα πλησιάσει περισσότερο το μπικιόνι, εφ' όσον δεν μείνει μέσα στο
κύκλο, γιατί αλλοιώς χάνει. Παiζεται από παιδιά και εφήβους.
Σκλέτζος:
Παίζεται από 4-5 ή και περισσότερα παιδιά, ηλικίας 10-16 χρόνων, που
(βρίσκονται σε κυκλική διάταξη και απέχουν μεταξύ τους 2-3 μέτρα. Κάθε
παιδί (βρίσκεται μέσα σ' ένα χαραγμένο κύκλο στο χώμα και κρατάει ένα
κοντάρι μήκους 1,5 μέτρου, ενώ αυτός που τα φυλάει έχει στα χέρια του
ένα μικρό ξύλου μήκους 50-60 εκ. (σκλέτζο) και το ρίχνει στρωτά
διαδοχικά σε κάθε παιδί που πρέπει με το κονιάρι του να το πετάξει
μακρυά (αν δεν το πετάξει, χάνει). Στη συνέχεια αυτός που έχει το
σκλέτζο τρέχει να τον μαζέψει ενώ όσο λείπει οι άλλοι σκάβουν τον κύκλο
του με τα κοντάρια τους, προσέχοντας να μη προλάβει ο άλλος και ρίξει το
σκλέτζο μέσα σ' έναν από τους κύκλους γιατί έτσι τα φυλάει ο κάτοχος
του κύκλου. Χαμένος του παιχνιδιού είναι αυτός που θα βρεθεί με το
βαθύτερο λάκκο.
Σειντες:
Πάνω σε μια μικρή, επίπεδη πέτρα (σάντες) τοποθετούν τα παιδιά που
παίζουν από ένα κέρμα και από απόσταση 4-5 μέτρων σημαδεύουν το σάντε με
τα κέρματα με αμάδες (επίπεδες πέτρες). 'Οποιου η αμάδα πλησιάσει
περισσότερο τα κέρματα από τις άλλες αμάδες ή από το σάντε, τα κερδίζει.
Παίζεται από μικρά παιδιά μέχρι και εφήβους.
Δούγες:
Οι τσουλήθρες στις σημερινές παιδικές χαρές ή τα πατίνια κ.λπ., για τα
παιδιά της εποχής πουμιλάμε ήταν οι δούγες. Οι δούγες ήταν τρία κοίλα
σανiδια από (βαρέλι, τα οποiα τα ένωναν μεταξύ τους με τρία ξύλα
καρφωμένα σε διαφορετικά σημεία. Μέσα στο κατασκεύασμα μπαίνει το παιδί
και κατηφορίζει τσουλόντας μια κατηφόρα πλακόστρωτη, χωμάτινη κ.λπ. Για
να γλυστράει καλύτερα από κάτω το άλοιφαν με σαπούνι.
Πέτρα,
χώμα και κλαρί: Αυτός που τα φυλάει κυνηγάει τους υπόλοιπους και
προσπαθεί να πιάσει κάποιον όσο πατάει σε χώμα, οπότε αυτός χάνει. Αν
όμως πατάει σε πέτρα ή πιάνεται από κλαρί σώνεται.
Τσούρκα:
Παίζεται ως εξής: "Εχουμε ένα μικρό κομμάτι ξύλο 10-15 εκ. μήκους,
κυλινδρικό, αιχμηρό στα δύο άκρα (τσούρκα). Επίσης ένα άλλο μεγαλύτερο
ξύλο, πλατύ (σανίδι) που λέγεται τάπα ή απάλα. Με την απάλα χτυπάμε τη
τσούρκα στο άκρο που ανασηκώνεται και με δεύτερο χτύπημα στον αέρα
πετιέται μακρυά. Αλλος παίχτης πιάνει τη τσούρκα και τη ρίχνει σ' αυτόν
που έχει την απάλα κρατόντας την ανάποδα. Αν την πετύχει, αυτός με την
απάλα κερδίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου