Σήμα Facebook

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΙΑΦΗΣ | κινητο 6907471738


ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΠΟΡΟ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΠΟΡΟ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ
Συνεχή Ροή Ειδήσεων από το νησί

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΟΥ ΜΙΣΟΥΣ ,ΑΡΘΟ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΟΣ

Ληξούρι versus Αργοστόλι: Αναβίωση παλιού ... «μίσους!


Πρόλογος
Πίσω από το παραβάν της «απαγωγής»
Αυτό που οφείλουμε να αφιερώσουμε με καρναβαλική Ληξουριώτικη αγάπη και νοσταλγία στους Κεφαλλονίτες όπου γης που μας διαβάζουν είναι ένα πισογύρισμα στο ιστορικό πλέον γεγονός που συνέβη «την νύχτα του Φλεβάρη του 1998 όταν οι Ληξουριώτες έκλεψαν τον καρνάβαλο από τσου Αργοστολιώτες». Αξέχαστες στιγμές. Μοναδικές. Αυθόρμητες και ανεπανάληπτες. Δεν είχα την ευτυχή τύχη να συμμετέχω, ούτε εγώ, ούτε και ο Μάκης Γαλανός. Όμως τις ζήσαμε στο πετσί μας. Γιατί μας τις εμπιστεύθηκαν, μας τις διηγήθηκαν και τις καταγράψαμε και οι δυο μαζί στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ του 1999.
Δεν έχει παραποιηθεί κανένα στοιχείο –ως προς την διήγηση-, ούτε έχει προστεθεί καμμιά ‘σάλτσα’ για εντυπωσιασμό. Το ωραίο είναι πως θεωρηθήκαμε –και θεωρούμεθα ακόμα- και οι δύο –κατά κάποιο τρόπο- ένοχοι. Ακούσαμε σχετικές βρισιές και κατηγορίες. Όμως ομνύμεθα τω Θεώ πως η μόνη μας ενοχή είναι η 13ετής σιωπή μας και η παρουσία μας κατά την διήγηση των συμμετεχόντων -κατόπιν βέβαια … εορτής! Δυστυχώς και για τους δυο μας!

Τα παραλειπόμενα της ενέργειας αυτής ήταν ... τραγικά! Έφτασαν οι δυο Δήμαρχοι των αντίπαλων πόλεων Αργοστολίου ο Μάκης Φόρτες (το θύμα) και Ληξουρίου ο Σπύρος Κατσιβέλλης (ο θύτης) στο να μηνύει ο ένας τον άλλο. Βέβαια γρήγορα ηρέμησαν, όμως το συμβάν είχε εκληφθεί ως ... προσβολή. Και μάλιστα, μεγάλη, τόσο μεγάλη που ακόμα διαιωνίζεται και, κάθε που φτάνουν αυτές οι μέρες, ακούω σε παρέες να επανέρχεται το θέμα της εκδίκησης.
Οι Αργοστολιώτες το διασκέδαζαν. Το ίδιο φυσικά και οι εμπνευστές της απαγωγής, οι Ληξουριώτες. Όμως οι πρώτοι δημότες είχαν φθάσει στα άκρα. O Διευθυντής της ΔΕΠΑΨ Πάνος Βραδάκος "έτρωε τα κρεάτα του". Ο τότε Αντιπρόεδρος της ΔΕΠΑΨ Βίκτωρας Ρουχωτάς, με Ληξουριώτικο αίμα 100% ανόθευτο, άρπαξε την ευκαιρία. Σε συνέντευξη που παραχώρησε την ίδια μέρα στο ΖΙΖΑΝΙΟ είπε πως «ετοιμάζει μια ορδή Κυανόκρανους» να πάνε στο Ληξούρι να παραλάβουν τον ταλαίπωρο απαχθέντα και να τον μεταφέρουν με ασφάλεια στο Αργοστόλι. Και πράγματι. Προς τιμή του. Τους είχε τους «Κυονόκρανους» έτοιμους! Όμως, τα "πυρά του Δημάρχου Αργοστολίου τον βρήκαν κατάστηθα" και ματαίωσε την επιχείρηση, οπότε οι Ληξουριώτες την εκτέλεσαν με τον τρόπο που έχει καταγραφεί στο τέλος της αφήγησης.
Ευρυδίκη Λειβαδά
Πριν το μεγάλο απαράτο του ληξουριώτικου καρναβαλιού οι συζητήσεις και τα κουτσομπολιά ποστιάζονταν στο μυαλό των Ληξουριωτών που σύχναζαν στους καφενέδες. Και δέκα μέρες μπριτού τη μεγάλη περαντζάδα του καρνάβαλου, μιας παρέας από δαύτες σε ένα καφενέ τση πλατέας, τση μπήκε η ιδέα να κλέψει το ‘’σιόρ καρνάβαλο’’ τ΄ Αργοστολιού. Έδιναν και έπαιρναν οι ιδέες από τότε στην παρέα αυτή κι έτσι οι μέρες περνούσαν! Φιναλμέντε, σε ένα κουτούκι μέσα, αποφάσισαν να καταστρώσουν το τελειωτικό σκέδιο και να μοιράσουν τσου ρόλους.
Οι ανοματαίοι -οχτώ άντρες και δυο κοπέλες- με τρία αυτοκίνητα -μπλε, άσπρο, μπεζ-, σύμφωνα με το σκέδιο, το βράδυ -κατά τσι δυο και μισή-τση παραμονής τση μεγάλης παράτας, αμολάρισαν για τ΄ Αργοστόλι. Μαζί τους είχαν τα σύνεργα και μεταξύ αυτών ήταν και ...λιόπανα! Έφτακαν στη μεγάλη πρωτεύουσα τση νήσου, κοντά στο τόλ πίσω από το ΚΤΕΛ, και ετοιμάστηκαν να αναλάβουν τσου ρόλους τσου.
Αφουγκράστηκαν τσου ήχους και τσου περαστικούς κι αφού σιγουρεύτηκαν, ένα αντρόγυνο από δαύτους καλού-κακού, έστεκε μισαγκαλιασμένο παρακεί παριστάνοντας τσου αμορόζους για να γλέπουν μήπως και φανεί ... κάνας οχτρός! Οι άλλοι ανοματαίοι μαζί με τον ‘κοντό’ και τον ‘ψηλό’, προσπαθούσαν να ανοίξουν την πόρτα του τολ, ανοίγοντας μια τρούπα τσι λαμαρίνες. Αφού ανοίχτηκε η τρούπα οι άλλοι πέταξαν τον ‘κοντό’ μέσα κι ακούστηκε ένα ...μπαμ! Τούτο γένηκε γιατί έσκασε με την καρκάλα του πάνω σε... μπογιές! Ο ... μπογιατισμένος ‘κοντός’, δε μπορούσε να αρθρώσει τσι λέξεις καλά κι έτσι είπε : « ε...ε...ε...ε...δώ είναι! Δω...δω...δώστε μου το γκόφτη (=κόφτης)». Αφού λοιπόν πήρε το ...γκόφτη ξεκίνησε το ...έργο του! Περνούσε όμως η ώρα κι οι απέξω άρχισαν να ανησυχούν. Μετά από πολύ ...κόπο και ... κάτι η ταραχή του, κάτι οι μπογιές που του θόλωσαν τα μάτια, κάτι το σκοτάδι που ήτανε πυκνό κι ο ‘κοντός’ αντίς να κόψει την αλυσίδα έκοψε το ...λουκέτο και μάλιστα χτυπώντας το σαγόνι του!
Έτσι ανοίχτηκε η πόρτα του τολ και μπουκάρησαν όλοι μέσα. Την ώρα που είγδαν τον καρνάβαλο που κρατούσε ένα μπικερίνι στο χέρι και μπριτού προλάβει να τζου πει: « Καλώς τσου Ληξουριώτες. Πώς σας περίμενααααααα!», εφκείνοι άπλωσαν τα λιόπανα και τον κουκούλωσαν! Κι εφκειός ... αφού του τάξανε πως θα ντονε γράψει η ιστορία, έκαμε τσίτο (= μόκο) κι αφέθηκε να γένει ο πρωταγωνιστής του ...κάζου!
Αφόντες τελείωσε το κουκούλωμα και το δέσιμο των λιόπανων ολόγυρά του -μήπως και μείνει ολοτσίτσιδος καθ΄ οδόν-, κοτσάρησαν την πλατφόρμα του καρνάβαλου στο πίκολο μπλε αυτοκίνητο κι αμολάρησαν για Ληξούρι, δια μέσω Κουτάβου!
Κάποιος από εφκειούς τσου ανοματαίους, πήρε τελέφωνο την Αστενομία του Αργοστολιού και είπε στον αστενόμο τση βάρδιας:
- Βωρέ, τι έχει να πάθει ο καρνάβαλός σας απόψεεεε! .
Κιο, ο αστενόμος νόμισε πως ήτανε πλάκα και ...τού ΄κλεισε το τελέφωνο.
Ξεκίνησε λοιπόν η ...μπομπή για το Ληξούρι!
Μετά το Δράπανο κι εκεί που ο δρόμος ήταν γιομάτος πεύκα, ο όγκος του καρνάβαλου έγγιαζε τσι άκριες των πεύκονε κι έπεφταν τα κουκουνάρια μέσα στην κασέλα του πίσω αυτοκίνητου. Εφκείνοι εφτού, οι δράστες του κάζου, ενομίζανε πως ξυπνήσανε οι Αργοστολιώτες και τσου πετάγανε ... μαρόκες.
Κοντά να φτάσουνε στα Φάρισα αντιληφθήκανε ξωπίσω τους τα φώτα ενός αυτοκινήτου. Αυτοί νόμισαν πως τσου καταλάβανε για δεύτερη φορά οι Αργοστολιώτες και εμπόδιζαν το διάβα του. Μόλις όμως τ΄ αυτοκίνητο έβαλε μπροστά τη σειρήνα -γιατί είχε από δαύτη- και είδανε και τσι πινακίδες του, κατάλαβαν πως πρόκειται για κάποιο έκτακτο περιστατικό, έκαμαν στην ..πάντα κι άφησαν το βιαστικό οδηγό να περάσει.
Η διαδρομή κύλησε ευτυχώς ομαλά, παρόλο που τον καρνάβαλο τον έπαιρνε ο ...ύπνος στο δρόμο κι έκανε ... μπρός μυτιές! Τη μεγαλύτερη μυτησιά την έδωκε καθώς κατέβαιναν το Σκαβδολίτη κοντά στα πεύκα, στο μέρος που λέγεται πως βγαίνουν τα δαιμονικά! Τότε όλοι κατάλαβαν πως εφκειός ο Αργοστολιώτης Διόνυσος βρήκε τσου ομοϊδεάτες του και τσού ΄καμε΄... βαθύ χαιρετισμό!
Περνώντας τη γέφυρα, κοντά στην πλάκα τση Ελένης -έτσι λέγεται το μέρος εκείνο του Λιβαδιού-, σταμάτησε αυτή η παράξενη κομπανία για να ...ξαποστάσει. Πλεύρισαν στο στρατί, βγήκαν όλοι έξω από τα αυτοκίνητα, ασπάστηκαν χιαστί και σταυρωτά ο ένας τον άλλο κι ένας από δαύτους φίλησε τα Άγια Χώματα τση Παλλικής ευχαριστώντας το ντόπιο θεό για την προστασία Του!
Μετά από αυτό το τελετουργικό, έφυγε πρώτο το μπεζ αυτοκίνητο με κείνο τον ξεμωραμένο ασπρομάλλη με τα πολύ κοντά μαλλιά, και κατευθύνθηκε σε ένα κοντινό χωρίο.
Ήθελε να ζητήσει τη βοήθεια από ένα φίλο που εγνώριζε από ...ρόδες, για να φέρουν εις πέρας ολόκληρο το ...κάζο! Καθώς έμπαινε ο ξεμωραμένος ασπρομάλλης στο Ληξούρι μαζί με το ..συνεργείο βουλκανιζατέρ, είδε ξαφνικά τον Βραχονησίδα ή Καμπόη (=αστενόμος του Ληξουρίου) που έτρεχε με το 100 πάνω - κάτω και νόμισε πως πάει να τζου κάμει «κακό». Τότε ακολουθήσανε το Βραχονησίδα ή Καμπόη αλλά αυτός αδιαφόρησε γιατί ενόμισε πως εκειό που αντίκρυσε ήταν η ...συμμετοχή άρματος τση Πυλάρου!
Κατά τσι 6 παρά 10 πέρναγαν από τη ΒΕΣ και επειδή το καλώδιο τση ΔΕΗΣ -εκεί κοντά στο σπίτι τση μάνας του Γαλανού-, ήτανε χαμηλό, ένας από δαύτους, με ένα μεγάλο αντριστέλι (=ξύλο ψηλό), σήκωσε το καλώδιο και πέρασε κάτωθέ του, ο Αργοστολιώτης άρκοντας.
Τέλος, ...η μπομπή .. προσάραξε στο πόρτο τση Χωροπούλας, πίσω από τη στάτουα του σιόρ Αντρία του Λασκαράτου. Εφκειός ο ποέτας τσου καλοσώρισε και τσου ρώτησε τι κουβαλούνε σκεπασμένο στον τόπο τους. Του απάντησαν :
- Σιορ Αντρία μου, στο ένα χέρι σου κρατάς το βιβλίο και στο άλλο το καπέλο. Σε γλέπουμε από καιρό οπ΄ όχεις φαγούρα και επειδής δεν έχεις χέρι να ξυστείς, εφέραμε τούτον εδώ για να σε ξύσει!
Ξεσπεπάσανε και ποστιάσανε τον Αργοστολιώτη άρκοντα με γυρισμένη την πλάτη του προς τη γενέτειρα του, πίσω από τη στάτουα. Έπειτα ανέβηκε ένας από δαύτους κρατώντας ένα κομμάτι χοντρό σκοινί και το πέρασε γύρω από το λαιμό του καρνάβαλου. Το άλλο άκρο του σκοινιού, το έδωσαν να το κρατά ο σιορ ... Αντρίας. - Βωρές, φέρτε μου τε το εδώ μην αμολάρει και φύγει ο καρνάβαλος τσου!
Το .. πρόχειρο συνεργείο βουλκανιζατέρ έβγαλε τσι ρόδες από την πλατφόρμα του καρνάβαλου και τονε πίθωσε κάτου.
Το πρωί, σα βγήκε για τα καλά ο ήλιος του Ληξουρίου, έπεσε μήνυμα από το Αργοστόλι για την ...αναζήτηση του καρνάβαλου. Ο Δήμαρχος δεν ήξερε τίποτσι! Μ΄ αφού έμαθε τι λογής ...ζωντανό πάει περίπατο ο σιορ Αντρίας, προσπάθησε να καλμάρει την ένταση και το θυμό των Αργοστολιωτών που έφαγαν τα λυσσιακά τσου για να μάθουνε τι γένηκε τη νυχτιά που πέρασε και τσου στέρησε το καρναβαλικό τους δημιούργημα! Λιποθυμίες, ζαλάδες, κατάρες, φωνές.... Ω! μπα γιέ , μπα γιέ...τι γένηκε!
Μετά από διαπραγματεύσεις των δυο ... χωρών, τοιμάστηκαν τα πιστρόφια του ... γαμπρού τ΄ Αργοστολιού με το Φέρυ.
Αφού διορθώθηκαν οι ρόδες της πλατφόρμας, φορτώθηκε ο άρκοντας στο Φέρυ και πήρε το δρόμο του γυρισμού.
Μόλις αριβάρισε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον περίμεναν οι δικοί του! Ο Δήμαρχος πέταε φωτιές απ’ τ’ αυτιά του, δίπλα του ο Διευθυντής της ΔΕΠΑΨ μαυρισμένος απ’ το κακό του απ’ την ξεφτίλα πού ’παθε περίμενε τον … σακατεμένο πρωταγωνιστή, ήτανε κι ο Βαγγέλης ο Αραβαντινός παραδίπλα, ο γνωστός Ληξουριώτης, και τόμου είγδε εφκειό το κάζο, το Φέρυ και τον καρνάβαλο, σήκωσε τα δυο του χέρια κι άρχισε την ... ψαλτική:
- Αφέντη μουουουου, τι σου εκάμανε εφκείνοι; Πού σε πήγανε; Τι σου κάμανε βωρέ;
Η Φιλαρμονική παιάνιζε κι ο καρνάβαλος μισοσκασμένος από τα γέλια, πήγε να ετοιμαστεί για να πρωτοστατήσει στην μπομπή του τ΄ Αργοστολίου και γύρω του οι ... σπαβενταρισμένοι από την απαγωγή δικοί του, υπόσχεση έδωκαν μυστική, το κακό να ανταποδώσουν!
Μάκης & Εύη
Φωτογραφία: Μαρία Ντεροζάριο
Σημ. Ακόμα δεν έχει γίνει τίποτα. Η ημερομηνία έχει μείνει ανοιχτή.
That February night in 1998  
The citizens of Lixouri stole the Carnival’s Master of Argostoli Kefalonia
On the Eve of the Carnival parade in Argostoli, a group of people from Lixuri, eight men and two women using three cars decided to steal the Carnival’s Master of Argostoli and carry him back to Lixuri. Having arrived at the Municipality’s warehouse in the island’s capital and after wrapping him up with olive nets, they started the long journey back to Lixuri via Koutavos. Upon arrival in Lixuri and having paid tributes to the local God for His protection throughout the journey, they placed the Lord of Argostoli, by turning his back to his birthplace, behind the statue of Sir Andreas Lascaratos who was holding him with a rope passed around the Lord’s neck.
On the morning of the parade, following negotiations between the two sides, the Carnival’s Master returned by ferry -boat to Argostoli to lead the festival.
Trans. Marilena Theotokatou
kefallinia
ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ   ΑΠΟ  ΤΟ  ΜΠΛΟΚ  ΚΕΦΑΛΟΣ  http://kefalos-net.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου