Η πρώτη σύζυγος του μοιραίου Βυζαντινού αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ήταν από την Κεφαλονιά και άνηκε στην οικογένεια των Τόκκων. Από παλαιότερη ανάρτησή μας , η οποία βρίσκεται πλέον και αυτή , στα αρχεία της ομάδας μας.
Η πρώτη σύζυγος του
μοιραίου Βυζαντινού αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ήταν από την
Κεφαλονιά και άνηκε στην οικογένεια των Τόκκων.
Η κυριαρχία της οικογένειας Τόκκων (Tocchi) ξεκινά το 1357, λήγει το 1479 και καλύπτει μια περίοδο 122 χρόνων. Η οικογένεια αυτή ,ιταλικής καταγωγής, διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική - στρατιωτική ιστορία της Κεφαλονιάς, αλλά και του δυτικού ελλαδικού χώρου γενικότερα, στα μέσα του 14ου αιώνα.
Ο Κάρολος Α΄ (1372 - 1429) διαδέχθηκε τον πατέρα του Λεονάρδο Α΄ . Με κέντρο το κάστρο της Κεφαλονιάς, έγινε κυρίαρχος σε περιοχές της Ηπείρου, Αιτωλίας και Ακαρνανίας, ενώ λόγω του γάμου του με την κόρη του Δούκα των Αθηνών είχε πάρει πολλές κτήσεις σε Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησο. Επειδή δεν είχε δικά του νόμιμα παιδιά στη ζωή, υιοθέτησε το 1414 τα παιδιά του αδελφού του, Λεονάρδου Β΄. Το 1415 ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, απένειμε στον Κάρολο τον τίτλο του Δεσπότη καθώς οι Τόκκοι, εξουσίαζαν πλέον τις μεγαλύτερες πόλεις της Ηπείρου και τον αναγόρευσε σε Κόμητα παλατινό Κεφαλληνίας Ζακύνθου, Δούκα Λευκάδας και Δεσπότη Ηπείρου.
Tο χρονικό των Τόκκων, είναι ένα έμμετρο χρονικό στην μεσαιωνική ελληνική γλώσσα που αναφέρεται στην δράση και την ιστορία της οικογένειας . Στο κείμενο, διαβάζουμε :
“Ἀκούσατε γὰρ, ἅπαντες μετὰ πληροφορίας,
τὸ πῶς ἐγίνη ἡ ἀρχὴ θαυμάσια μεγάλως.
Οὗτος ὁ δούκας ὁ πολύς, ὁ θαυμαστὸς καὶ μέγας,
βρέφος μικρὸν ηὑρίσκετο, καὶ ὁ πατὴρ του θνήσκει•
εἶχε γὰρ καὶ αὐτάδελφον, τὸν κόντον Λεονάρδον.
Ἐκεῖσε γὰρ ηὑρίσκονταν, εἰς τὴν Κεφαλλονίαν.”
Οι διαμάχες της οικογένειας των Παλαιολόγων με την οικογένεια των Τόκκων συνέχιζαν να υπάρχουν , κυρίως στις περιοχές της Αχαϊας και την λύση έδωσε ο γάμος της νεαρής κόρης του Λεονάρδου Β΄ με τον Κωνσταντίνο ΙΑ' Παλαιολόγο (μετέπειτα Βυζαντινό και μοιραίο αυτοκράτορα). Το όνομά της αρχικά ήταν Μανταλένα Τόκκο, αλλά κατά τα προβλεπόμενα, βαπτίστηκε ορθόδοξη και άλλαξε το όνομα σε Θεοδώρα, στο γάμο της με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, το 1426 ή το 1428. Η τελετή του γάμου έγινε μέσα στο στρατόπεδο, στους μύλους έξω από την Πάτρα, την οποία επρόκειτο να πολιορκήσουν τα στρατεύματα των Παλαιολόγων, στην τοποθεσία Σαραβάλι. Ήταν μάλλον μία τυπική πολιτική απόφαση της εποχής. Ως προίκα πάντως έλαβε την πόλη Γλαρέντζα της Πελοποννήσου (σημερινή Κυλλήνη). Μαζί έζησαν σε αυτό το κάστρο αλλά και στο Χελμούτσι από όπου ο Παλαιολόγος, διοικούσε τα εδάφη της Πελοποννήσου. Πέθανε έγκυος το 1429 ή το 1430, στο κάστρο Στάμηρο-Σανταμέρι της Ωλενίας στην Αχαΐα και σύμφωνα με μια εκδοχή, ετάφη στον Μυστρά.
KAI
Γιάννης Πρόνειος
ΣΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΚΟΜΠΟΓΙΟ , ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΙΘΑΚΗΣ
Δυναστεία των Tocchi
Leonardo I Tocco
Η οικογένεια Tocchi καταγόταν από το Benevento, ισχυριζόταν δε ότι κατάγεται από τον βασιλιά των Γότθων Τοτίλα. Είχε μεταναστέψει στην Νάπολη επί της βασιλείας του Φρειδερίκου Β όπου απολάμβανε μεγάλης ισχύος και πλούτου. .(Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ. 16)
Leonardo I Tocco
Η οικογένεια Tocchi καταγόταν από το Benevento, ισχυριζόταν δε ότι κατάγεται από τον βασιλιά των Γότθων Τοτίλα. Είχε μεταναστέψει στην Νάπολη επί της βασιλείας του Φρειδερίκου Β όπου απολάμβανε μεγάλης ισχύος και πλούτου. .(Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ. 16)
Ως προαναφέρθηκε ο Ιωάννης Α΄ Ορσίνι, πατέρας του Ιωάννη Β’ Ορσίνι είχε και μια κόρη την Margarita την οποία πάντρεψε με τον Guglielmo Tocco δίνοντας της προίκα την μισή Ζάκυνθο. Ο αδελφός της Ιωάννης Β’ πιστός στα ήθη της οικογένειας Orsini προσπάθησε να σφετεριστεί την προίκα της αδελφής τους προς ίδιον όφελος. Η Margarita ζήτησε την βοήθεια του Βασιλιά της Νεαπόλεως αλλά καθώς ο Ιωάννης είχε αποσχιστεί πλήρως το αίτημα δεν μπορούσε να έχει ευνοϊκή έκβαση γι’ αυτήν. Επειδή δε ο σύζυγός της Guglielmo έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως από τους D’ Anjou διορίστηκε διοικητής Κερκύρας ‘όπου φαίνεται ότι απέκτησε μεγάλη περιουσία. Ο Γουλιέλμος Τόκκος και η Μαργαρίτα Ορσίνι απέκτησαν τέσσαρους γιούς. Τον Πέτρο, τον Λεονάρδο, τον Αλοΐσιο και τον Λουδοβίκο. Ο Πέτρος και ο Λουδοβίκος κληρονόμησαν την πατρική περιουσία στην Νάπολη οι δε Αλοΐσιος και Λεονάρδος τα κτήματα στην Κέρκυρα.
Ο βασιλιά της Νεαπόλεως Ροβέρτος, θέλοντας να επιβραβεύσει την δράση του Λεονάρδου κατά την περίοδο της αναταραχής που ξέσπασε στο βασίλειο από το 1343 έως το 1352, το 1357 του παραχωρεί την Κεφαλονιά, την Ζάκυνθο και την Ιθάκη. Αυτός μη αρκεστείς στα τρία νησιά, το 1362 κατέλαβε και την Λευκάδα οι κάτοικοι της οποίας απηυδισμένοι από την καταπίεση και την ληστρική συμπεριφορά των κατά καιρούς επικυρίαρχων τον δέχθηκαν σαν σωτήρα.
Ο Leonardo Tocco παντρεύτηκε την ανιψιά του Niccolo Acciaioli (Νικολό Ατζαγιόλι), Maddalena γόνο της γνωστής ισχυρής οικογένειας Buondelmonti.
Απέκτησε δύο γιούς, τον Carlo και τον Leonardo και τρείς κόρες την Petrolina την οποία πάντρεψε με τον Niccolo dale Carceri δούκα της Νάξου, την Giovanna την οποία πάντρεψε με τον Enrico Ventimiglia κόμητα του Gerace και την Susanna η οποία παντρεύτηκε τον Nicolo Ruffo αντιβασιλιά της Calabria.
Πέθανε το 1378 και τον διαδέχθηκε ο πρωτότοκος γιός του Carlo I Tocco
Carlo I Tocco
Οξυδερκής πολιτικός, άριστος κυβερνήτης αλλά με ελαστική συνείδηση, κυνικός στις αποφάσεις του και τρομερός καιροσκόπος.
O Κάρολος Ι υπογράφει ως « Θεία χάριτι Δεσπότης Ρωμαίων, Δουξ Λευκάδος και Κόμης Παλατίνος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης»
Το 1394 παντρεύτηκε την Francesca (Φραγκίσκα) κόρη του Nerio Acciaioli (Νέριο Ατζαγιόλι) δούκα των Αθηνών, φιλόδοξη, αρχομανή αλλά και δημιουργικότατη, η οποία τον βοήθησε αφάνταστα.
Φαίνεται ότι τα χρόνια του ήταν χρόνια ειρηνικά και τα νησιά προόδευσαν.
Αναφέρεται διήγηση του Γάλλου περιηγητή Jean Froissart σύμφωνα με την οποία:
« το άλλοτε βασίλειο του Οδυσσέα σήμερα κατοικείται από Νηρηίδες και νύμφες όπου μια Πηνελόπη διοικούσε όταν απουσίαζε ο άνδρας της». (Γεωργ. Μοσχόπουλου «Ιστορία της Κεφαλονιάς» εκδ. ΚΕΦΑΛΟΣ 1990 τόμος Α σελ 67, & Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ 18 αντλούν από τον Miller,)
Ο Κάρολος, προφανώς απηυδισμένος από την αρπακτική νοοτροπία των Βενετών πολύ σύντομα ήλθε σε ρήξη μαζί τους προσεγγίζοντας τους ανταγωνιστές τους Γενουάτες γεγονός που δυσαρέστησε αφάνταστα την μητέρα του Μαγδαληνή ο οποία δεν δίστασε να εγκαταλείψει την Κεφαλονιά και να μετεγκατασταθεί στην Βενετία.
Η Βενετία δυσαρεστήθηκε αλλά δεν αντέδρασε περιοριζόμενη σε απειλές.
Τα πράγματα έφθασαν στα άκρα όταν ο Θεόδωρος Παλαιολόγος ο οποίος είχε παντρευτεί την άλλη κόρη του Νέριο Ατσαϊόλι διαπραγματευόταν με τους Βενετούς την πώληση του Άργους έναντι 7,000 δουκάτων.
Ο Κάρολος έστειλε στρατό και κατέλαβε αιφνιδιαστικά το κάστρο του Άργους λεηλατώντας ταυτόχρονα αγρίως και την γύρω την περιοχή. Η συμφωνία μεταξύ Παλαιολόγου και Βενετών υπεγράφη το 1391 αλλά το Αργος το είχε ήδη καταλάβει ο Κάρολος, οπότε οι Βενετοί εξαγριωθέντες απειλούσαν ακόμη και αυτήν την υπόσταση της βαρονίας Κεφαλληνίας.
Ο Κάρολος καθώς δεν είχε την δυνατότητα να αντεπεξέλθει επιτυχώς σε πόλεμο με την Βενετία αναγκάστηκε να υποχωρήσει ζητώντας συγγνώμη και υποσχόμενος αφ’ ενός να διακόψει κάθε σχέση με την Γένοβα ‘αφ΄ εταίρου να χορηγήσει σημαντικά προνόμια στην Βενετία. Η Βενετία δέχθηκε την συγνώμη του αφού η εν λόγω αποδοχή ήταν επικερδής γι’ αυτήν και επιπλέον, καθώς εκείνα τα χρόνια τα πάντα μπορούσε να αγοραστούν, τον αναγνώρισε ως Βενετό ευγενή υπό τον όρο όμως να πληρώσει 25,000 δουκάτα ως αποζημίωση για τις ζημιές που προξένησε στους Βενετούς υπηκόους του Άργους.
Ο θάνατος του πεθερού του και η σχετική διαθήκη του απέφεραν σημαντικότατη επέκταση της επικράτειάς του. Ο Nerio Acciaioli κληροδότησε στην κόρη του Φραγκίσκα όλη την επικράτεια του Δουκάτου των Αθηνών, το κάστρο των Μεγάρων καθώς και το επονομαζόμενο της Βασιλικής (της αρχαίας Σικιώνος) με εξαίρεση την πόλη της Αθήνας και τα περίχωρά της που δόθηκαν στην Λατινική εκκλησία της Υπεραγίας Παναγίας των Αθηνών Σημ.: Φαίνεται ότι ο πολύς Νerio Acciaioli, πιστός χριστιανός κατά τα άλλα όπως όλοι οι όμοιοί του, όταν συνειδητοποίησε ότι το τέλος πλησιάζει αξιολόγησε ηθικά τον πρότερον βίον του και τρομοκρατήθηκε αναλογιζόμενος ότι μάλλον δεν θα περάσει το ίδιο καλά στο «επέκεινα» οπότε με την διαθήκη του, πέραν από την εκχώρηση της πόλεως των Αθηνών προστάζει μεταξύ άλλων και τα εξής:
-Να ξανα αγοραστούν και να επιστραφούν στους ναούς των Αθηνών, της Κορίνθου και αλλού τα τιμαλφή που ο ίδιος είχε αφαιρέσει.
-Είκοσι ιερείς να προσεύχονται νυχθημερόν για την σωτηρία της ψυχής του τα δε έξοδά τους να καλύπτονται από την διαθήκη του
-Να διατεθούν τα εισοδήματα του Άργους για ίδρυση και λειτουργία πτωχοκομείου στο Ναύπλιο.
( Ευστάθιου Λιβιεράτου «Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας» Εκδ. Γ. Γιαννουλέα Πειραιάς 1988 σελ 325)
υπό την προϋπόθεση να αφεθούν οι προφανώς πολλές αμαρτίες του εκλιπόντος Νέριο Ατσαϊόλι, καθώς και την Λειβαδιά και Θήβα που εκχωρήθηκαν στον νόθο γιό του Αντώνιο. Εγγυητή δε της διαθήκης όρισε την Βενετία.
Σύμφωνα με την διαθήκη η Κόρινθος παραχωρήθηκε στον συγγενή του ‘Άγγελο Acciaioli με την υποχρέωση ο τελευταίος να επιστρέψει στην Φραγκίσκα τα χρήματα που ο εκλιπών του είχε δανείσει. Σε περίπτωση αδυναμίας να επιστραφούν τα δανεικά και η Κόρινθος θα περιερχόταν στην Φραγκίσκα.
Ο Κάρολος κατάφερε να θέσει υπό την κυριαρχία του και την Κόρινθο όπου τοποθέτησε διοικητή τον αδελφό του Λεονάρδο αφού με την συνεργασία και της συζύγου του εκβίασε τους εκτελεστές της διαθήκης του πεθερού του.
Αρχικά έστειλε τον αδελφό του Λεονάρδο να καταλάβει το κάστρο εν ονόματι της Φραγκίσκας υπό την πρόφαση να το προστατέψει από τυχόν σφετεριστές. Ταυτόχρονα διαβεβαίωνε εγγράφως τους εκτελεστές της διαθήκης ότι θα εκτελέσει κατά γράμμα τους όρους της διαθήκης και θα σεβαστεί τις επιθυμίες του εκλιπόντος.
Οι εντιμότατοι εκτελεστές της διαθήκης εφησυχάστηκαν με το έγγραφο και δεν αντέδρασαν στην κατάληψη του φρουρίου. Αμέσως μετά ο Κάρολος φρόντισε να τους μεταφέρει με δόλο στην Κεφαλονιά όπου τους φυλάκισε απειλώντας τους με θάνατο αν δεν του έδιναν πίσω το έγγραφο. Αυτοί ισχυρίστηκαν ότι αυτό είναι αδύνατον καθώς το εν λόγω έγγραφο έχει ήδη σταλεί στην Φλωρεντία, στον εξάδελφο του εκλιπόντος Donato Acciaioli, ισχυρότατο ηγεμόνα και δεινό πολέμαρχο. Τότε ο Κάρολος απαίτησε να του υπογράψουν βεβαίωση ότι εφάνη απολύτως συνεπής στην εκτέλεση της διαθήκης του πεθερού του.
Οι δύστυχοι μη έχοντας πολλές επιλογές αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να ενδώσουν στον εκβιασμό. Για να εξασφαλιστεί δε ακόμη περισσότερο ο Κάρολος φρόντισε να επικυρωθεί το έγγραφο και με την υπογραφή και σφραγίδα του Λατίνου Αρχιεπισκόπου Αθηνών μετερχόμενος την ίδια μέθοδο πειθούς.
Ματαίως οι δύστυχοι παραπονέθηκαν στην Βενετία και την Φλωρεντία για τις αθλιότητες του Καρόλου. Για άλλη μια φορά οι πολιτικές σκοπιμότητες υπερίσχυσαν της ηθικής
Παρόμοια πολιτική ακλούθησε και ο έτερος συνδικαιούχος της διαθήκης του Νέριο Ατσαϊόλι , ο νόθος γιός του Αντόνιο. Δεν αρκέστηκε στην Βοιωτία και την Λειβαδιά αλλά εποφθαλμιούσε την Αθήνα και ολόκληρη την Αττική.
Για να πραγματοποιήσει την επιθυμία του ζήτησε από τον Κάρολο να τον βοηθήσει. Σε αντάλλαγμα πρόσφερε την δική του αρωγή στον Κάρολο για να αποκτήσει ο τελευταίος όλα τα υπόλοιπα εδάφη που κατείχε ο το Δουκάτο των Αθηνών.
Το γεγονός καταθορύβησε τους εκτελεστές της διαθήκης οι οποίοι ζήτησαν την συνδρομή των Βενετών ως εγγυητών της καλής εκτέλεσης της διαθήκης.
Οι Βενετοί, που εκείνο τον καιρό πολεμούσαν στην Χαλκίδα, εκστράτευσαν εναντίον του εισβάλλοντες στην Αττικοβοιωτία με ισχυρές δυνάμεις. Ο Αντώνιος κατάφερε να κατατροπώσει τους Βενετούς με αιφνιδιαστική επίθεση και να τους διαλύσει. Ανενόχλητος πλέον πολιόρκησε την Αθήνα την οποία κυρίευσε με αποτέλεσμα να γίνει κύριος ολόκληρης της Αττικής και Βοιωτίας.
Ο Κάρολος πλέον κατείχε τα Ιόνια νησιά πλην Κερκύρας την Κόρινθο, το Αργος, το Ναύπλιο, το Αίγιο και την περιοχή της στερεάς απέναντι από την Αχαΐα. Σύντομα απόκτησε και την Γλαρέντζα την οποία αγόρασε από κάποιον Ιταλό τυχοδιώκτη που την είχε καταλάβει με δόλο.
Επόμενος στόχος του ήταν το πρώην Δεσποτάτο της Ηπείρου το οποίο μετά τον θάνατο και του τελευταίου Ορσίνι είχε περιπέσει σε πλήρη παρακμή διεκδικούμενο από διάφορους τυχοδιώκτες. Δεν δυσκολεύτηκε να το καταλάβει εκδιώκοντας από εκεί τον Αλβανό Παύλο Σπάτα ο οποίος με έδρα την Άρτα διεκδικούσε ολόκληρη την πάλαι ποτέ επικράτεια των Αγγέλων-Κομνηνών. Ο Κάρολος κατέλαβε ολόκληρη την Ήπειρο καθώς και την Αιτωλοακαρνανία εκτός της Ναυπάκτου την οποία ο Σπάτας προ του κινδύνου να την χάσει πρόλαβε και την πούλησε στους Βενετούς.
Η επικράτεια του πλέον επεκτάθηκε από το Αργυρόκαστρο και τα Ιωάννινα έως το Άργος, την Κόρινθο και την Γλαρέντζα, καθιστώντας τον ως τον ισχυρότερο χριστιανό ηγεμόνα του Ελληνικού χώρου.
Οι Τούρκοι για αιώνες αναφέρονταν στο βασίλειο του « Κάρλελι».
Έτσι αναφέρεται η περιοχή και στον «κανουμανέ» το Οθωμανικό έγγραφο δηλαδή που ορίζει τα της διοίκησης της Κεφαλονιάς μετά την Τουρκική κατάκτηση του 1485.
(Η ονομασία Κάρλελι διατηρήθηκε μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Πρύτανης Λευκάδος Βλασσόπουλος σε έγγραφό του προς την Επτανησιακή Γερουσία με ημερομηνία 19 Οκτ. 1806 αναφέρει: «… και μοι ανακοινεί συγχρόνως ότι 7,000 Αλβανοί του Βεζύρου Αλή πασά ετοιμάζονται να κατέλθουν εις την επαρχίαν του Κάρλελι προς καταδίωξιν των κλεπτών….»
Κω/νου Γ. Μαχαιρά «Πολιτική και διπλωματική ιστορία της Λευκάδος 1797-1810» Αθήνα 1954 Τομ Β΄ σελ 498)
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτωρ Μανουήλ Β΄ τον ονόμασε «Δεσπότη Ρωμαίων».
Διέμενε πότε στην Άρτα, πότε στην Λευκάδα, πότε στην Κεφαλονιά.
Στα ανατολικά οι Τούρκοι αφού συνήλθαν από την οδυνηρή ήττα και τον θάνατο του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Α’ από τους Μογγόλους του Ταμερλάνου και την εμφύλια διαμάχη που ακολούθησε για την διαδοχή, άρχισαν να στρέφονται προς δυσμάς γεγονός που ανησύχησε σφόδρα το Βυζάντιο καθώς και όλους τους Δυτικούς ηγεμόνες.
Ο Κάρολος προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο σύσφιξε τις σχέσεις του με τους Βενετούς και προσπάθησε να προσεγγίσει και τους Γενουάτες αλλά τελικά η απειλή εκδηλώθηκε από εκεί που δεν περίμενε.
Οι Φράγκοι ηγεμόνες της Πελοποννήσου καθώς και οι Βυζαντινοί Δεσπότες του Μυστρά ανησυχούντες από την θεαματική ενδυνάμωση του Καρόλου και διαπιστώνοντας την αδυναμία του να προστατέψει το αχανές για τα μέτρα και τις δυνατότητες του κράτος, άρχισαν να τον παρενοχλούν επικίνδυνα. Αποκορύφωμα αυτών των επιθετικών ενεργειών εναντίον της επικράτειας του Καρόλου ήταν η εκστρατεία του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου και του αδελφού του Κωνσταντίνου, Δεσπότη του Μυστρά, εναντίον των κτήσεων του στην Πελοπόννησο και η πολιορκία της Γλαρέντζας.
Επειδή όμως ούτε οι Παλαιολόγοι ούτε ο Κάρολος διέθεταν αρκετές δυνάμεις για να πλήξουν καίρια τον αντίπαλο, τελικά, με την μεσολάβηση του Γεωργίου Φραντζή, το 1426, όχι μόνο συνθηκολόγησαν αλλά και σύναψαν συμμαχία. Στα πλαίσια αυτής της συμμαχίας ο μεν Κωνσταντίνος Παλαιολόγος παντρεύτηκε την Θεοδώρα, κόρη του Λεονάρδου Τόκκου και ανιψιά του Καρόλου ο δε Κάρολος της χορήγησε ως προίκα την Γλαρέντζα το Αίγιο, την Κόρινθο και το μέγιστο μέρος των κτήσεων του στην Πελοπόννησο. Σύντομα ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κατέλαβε την Πάτρα και τα φρούρια της Μεσσηνίας και έγινε κύριος σχεδόν ολόκληρης της Πελοποννήσου.
Ο Κάρολος με την Φραγκίσκα απέκτησε τρία παιδιά, τον Κάρολο, την Μαγδαληνή και την Κρέουσα τα οποία πέθαναν το 1424 από την επιδημία πανώλης που μάστιζε τον Ελληνικό χώρο εκείνη την εποχή.
Πέθανε σχετικά νέος το 1430 σε ηλικία 53 ετών και άφησε διάδοχο στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς του στον ανιψιό του, γιό του αδελφού του Λεονάρδου, Carlo II (Κάρολο Β΄) άνδρα τελείως ανίκανο. Την Ακαρνανία την άφησε στους πέντε νόθους γιούς του: τον Μέμνονα, τον Ηρακλή, τον Τούρνο και δύο των οποίων τα ονόματα δεν διεσώθησαν.
(Ο Γ. Μοσχόπουλος σε αντίθεση με τον Ε. Λούντζη και τον Π. Χιώτη αναφέρει τρείς νόθους προφανώς από σύγχυση με τα νόμιμα τέκνα. )
Οξυδερκής πολιτικός, άριστος κυβερνήτης αλλά με ελαστική συνείδηση, κυνικός στις αποφάσεις του και τρομερός καιροσκόπος.
O Κάρολος Ι υπογράφει ως « Θεία χάριτι Δεσπότης Ρωμαίων, Δουξ Λευκάδος και Κόμης Παλατίνος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης»
Το 1394 παντρεύτηκε την Francesca (Φραγκίσκα) κόρη του Nerio Acciaioli (Νέριο Ατζαγιόλι) δούκα των Αθηνών, φιλόδοξη, αρχομανή αλλά και δημιουργικότατη, η οποία τον βοήθησε αφάνταστα.
Φαίνεται ότι τα χρόνια του ήταν χρόνια ειρηνικά και τα νησιά προόδευσαν.
Αναφέρεται διήγηση του Γάλλου περιηγητή Jean Froissart σύμφωνα με την οποία:
« το άλλοτε βασίλειο του Οδυσσέα σήμερα κατοικείται από Νηρηίδες και νύμφες όπου μια Πηνελόπη διοικούσε όταν απουσίαζε ο άνδρας της». (Γεωργ. Μοσχόπουλου «Ιστορία της Κεφαλονιάς» εκδ. ΚΕΦΑΛΟΣ 1990 τόμος Α σελ 67, & Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ 18 αντλούν από τον Miller,)
Ο Κάρολος, προφανώς απηυδισμένος από την αρπακτική νοοτροπία των Βενετών πολύ σύντομα ήλθε σε ρήξη μαζί τους προσεγγίζοντας τους ανταγωνιστές τους Γενουάτες γεγονός που δυσαρέστησε αφάνταστα την μητέρα του Μαγδαληνή ο οποία δεν δίστασε να εγκαταλείψει την Κεφαλονιά και να μετεγκατασταθεί στην Βενετία.
Η Βενετία δυσαρεστήθηκε αλλά δεν αντέδρασε περιοριζόμενη σε απειλές.
Τα πράγματα έφθασαν στα άκρα όταν ο Θεόδωρος Παλαιολόγος ο οποίος είχε παντρευτεί την άλλη κόρη του Νέριο Ατσαϊόλι διαπραγματευόταν με τους Βενετούς την πώληση του Άργους έναντι 7,000 δουκάτων.
Ο Κάρολος έστειλε στρατό και κατέλαβε αιφνιδιαστικά το κάστρο του Άργους λεηλατώντας ταυτόχρονα αγρίως και την γύρω την περιοχή. Η συμφωνία μεταξύ Παλαιολόγου και Βενετών υπεγράφη το 1391 αλλά το Αργος το είχε ήδη καταλάβει ο Κάρολος, οπότε οι Βενετοί εξαγριωθέντες απειλούσαν ακόμη και αυτήν την υπόσταση της βαρονίας Κεφαλληνίας.
Ο Κάρολος καθώς δεν είχε την δυνατότητα να αντεπεξέλθει επιτυχώς σε πόλεμο με την Βενετία αναγκάστηκε να υποχωρήσει ζητώντας συγγνώμη και υποσχόμενος αφ’ ενός να διακόψει κάθε σχέση με την Γένοβα ‘αφ΄ εταίρου να χορηγήσει σημαντικά προνόμια στην Βενετία. Η Βενετία δέχθηκε την συγνώμη του αφού η εν λόγω αποδοχή ήταν επικερδής γι’ αυτήν και επιπλέον, καθώς εκείνα τα χρόνια τα πάντα μπορούσε να αγοραστούν, τον αναγνώρισε ως Βενετό ευγενή υπό τον όρο όμως να πληρώσει 25,000 δουκάτα ως αποζημίωση για τις ζημιές που προξένησε στους Βενετούς υπηκόους του Άργους.
Ο θάνατος του πεθερού του και η σχετική διαθήκη του απέφεραν σημαντικότατη επέκταση της επικράτειάς του. Ο Nerio Acciaioli κληροδότησε στην κόρη του Φραγκίσκα όλη την επικράτεια του Δουκάτου των Αθηνών, το κάστρο των Μεγάρων καθώς και το επονομαζόμενο της Βασιλικής (της αρχαίας Σικιώνος) με εξαίρεση την πόλη της Αθήνας και τα περίχωρά της που δόθηκαν στην Λατινική εκκλησία της Υπεραγίας Παναγίας των Αθηνών Σημ.: Φαίνεται ότι ο πολύς Νerio Acciaioli, πιστός χριστιανός κατά τα άλλα όπως όλοι οι όμοιοί του, όταν συνειδητοποίησε ότι το τέλος πλησιάζει αξιολόγησε ηθικά τον πρότερον βίον του και τρομοκρατήθηκε αναλογιζόμενος ότι μάλλον δεν θα περάσει το ίδιο καλά στο «επέκεινα» οπότε με την διαθήκη του, πέραν από την εκχώρηση της πόλεως των Αθηνών προστάζει μεταξύ άλλων και τα εξής:
-Να ξανα αγοραστούν και να επιστραφούν στους ναούς των Αθηνών, της Κορίνθου και αλλού τα τιμαλφή που ο ίδιος είχε αφαιρέσει.
-Είκοσι ιερείς να προσεύχονται νυχθημερόν για την σωτηρία της ψυχής του τα δε έξοδά τους να καλύπτονται από την διαθήκη του
-Να διατεθούν τα εισοδήματα του Άργους για ίδρυση και λειτουργία πτωχοκομείου στο Ναύπλιο.
( Ευστάθιου Λιβιεράτου «Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας» Εκδ. Γ. Γιαννουλέα Πειραιάς 1988 σελ 325)
υπό την προϋπόθεση να αφεθούν οι προφανώς πολλές αμαρτίες του εκλιπόντος Νέριο Ατσαϊόλι, καθώς και την Λειβαδιά και Θήβα που εκχωρήθηκαν στον νόθο γιό του Αντώνιο. Εγγυητή δε της διαθήκης όρισε την Βενετία.
Σύμφωνα με την διαθήκη η Κόρινθος παραχωρήθηκε στον συγγενή του ‘Άγγελο Acciaioli με την υποχρέωση ο τελευταίος να επιστρέψει στην Φραγκίσκα τα χρήματα που ο εκλιπών του είχε δανείσει. Σε περίπτωση αδυναμίας να επιστραφούν τα δανεικά και η Κόρινθος θα περιερχόταν στην Φραγκίσκα.
Ο Κάρολος κατάφερε να θέσει υπό την κυριαρχία του και την Κόρινθο όπου τοποθέτησε διοικητή τον αδελφό του Λεονάρδο αφού με την συνεργασία και της συζύγου του εκβίασε τους εκτελεστές της διαθήκης του πεθερού του.
Αρχικά έστειλε τον αδελφό του Λεονάρδο να καταλάβει το κάστρο εν ονόματι της Φραγκίσκας υπό την πρόφαση να το προστατέψει από τυχόν σφετεριστές. Ταυτόχρονα διαβεβαίωνε εγγράφως τους εκτελεστές της διαθήκης ότι θα εκτελέσει κατά γράμμα τους όρους της διαθήκης και θα σεβαστεί τις επιθυμίες του εκλιπόντος.
Οι εντιμότατοι εκτελεστές της διαθήκης εφησυχάστηκαν με το έγγραφο και δεν αντέδρασαν στην κατάληψη του φρουρίου. Αμέσως μετά ο Κάρολος φρόντισε να τους μεταφέρει με δόλο στην Κεφαλονιά όπου τους φυλάκισε απειλώντας τους με θάνατο αν δεν του έδιναν πίσω το έγγραφο. Αυτοί ισχυρίστηκαν ότι αυτό είναι αδύνατον καθώς το εν λόγω έγγραφο έχει ήδη σταλεί στην Φλωρεντία, στον εξάδελφο του εκλιπόντος Donato Acciaioli, ισχυρότατο ηγεμόνα και δεινό πολέμαρχο. Τότε ο Κάρολος απαίτησε να του υπογράψουν βεβαίωση ότι εφάνη απολύτως συνεπής στην εκτέλεση της διαθήκης του πεθερού του.
Οι δύστυχοι μη έχοντας πολλές επιλογές αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να ενδώσουν στον εκβιασμό. Για να εξασφαλιστεί δε ακόμη περισσότερο ο Κάρολος φρόντισε να επικυρωθεί το έγγραφο και με την υπογραφή και σφραγίδα του Λατίνου Αρχιεπισκόπου Αθηνών μετερχόμενος την ίδια μέθοδο πειθούς.
Ματαίως οι δύστυχοι παραπονέθηκαν στην Βενετία και την Φλωρεντία για τις αθλιότητες του Καρόλου. Για άλλη μια φορά οι πολιτικές σκοπιμότητες υπερίσχυσαν της ηθικής
Παρόμοια πολιτική ακλούθησε και ο έτερος συνδικαιούχος της διαθήκης του Νέριο Ατσαϊόλι , ο νόθος γιός του Αντόνιο. Δεν αρκέστηκε στην Βοιωτία και την Λειβαδιά αλλά εποφθαλμιούσε την Αθήνα και ολόκληρη την Αττική.
Για να πραγματοποιήσει την επιθυμία του ζήτησε από τον Κάρολο να τον βοηθήσει. Σε αντάλλαγμα πρόσφερε την δική του αρωγή στον Κάρολο για να αποκτήσει ο τελευταίος όλα τα υπόλοιπα εδάφη που κατείχε ο το Δουκάτο των Αθηνών.
Το γεγονός καταθορύβησε τους εκτελεστές της διαθήκης οι οποίοι ζήτησαν την συνδρομή των Βενετών ως εγγυητών της καλής εκτέλεσης της διαθήκης.
Οι Βενετοί, που εκείνο τον καιρό πολεμούσαν στην Χαλκίδα, εκστράτευσαν εναντίον του εισβάλλοντες στην Αττικοβοιωτία με ισχυρές δυνάμεις. Ο Αντώνιος κατάφερε να κατατροπώσει τους Βενετούς με αιφνιδιαστική επίθεση και να τους διαλύσει. Ανενόχλητος πλέον πολιόρκησε την Αθήνα την οποία κυρίευσε με αποτέλεσμα να γίνει κύριος ολόκληρης της Αττικής και Βοιωτίας.
Ο Κάρολος πλέον κατείχε τα Ιόνια νησιά πλην Κερκύρας την Κόρινθο, το Αργος, το Ναύπλιο, το Αίγιο και την περιοχή της στερεάς απέναντι από την Αχαΐα. Σύντομα απόκτησε και την Γλαρέντζα την οποία αγόρασε από κάποιον Ιταλό τυχοδιώκτη που την είχε καταλάβει με δόλο.
Επόμενος στόχος του ήταν το πρώην Δεσποτάτο της Ηπείρου το οποίο μετά τον θάνατο και του τελευταίου Ορσίνι είχε περιπέσει σε πλήρη παρακμή διεκδικούμενο από διάφορους τυχοδιώκτες. Δεν δυσκολεύτηκε να το καταλάβει εκδιώκοντας από εκεί τον Αλβανό Παύλο Σπάτα ο οποίος με έδρα την Άρτα διεκδικούσε ολόκληρη την πάλαι ποτέ επικράτεια των Αγγέλων-Κομνηνών. Ο Κάρολος κατέλαβε ολόκληρη την Ήπειρο καθώς και την Αιτωλοακαρνανία εκτός της Ναυπάκτου την οποία ο Σπάτας προ του κινδύνου να την χάσει πρόλαβε και την πούλησε στους Βενετούς.
Η επικράτεια του πλέον επεκτάθηκε από το Αργυρόκαστρο και τα Ιωάννινα έως το Άργος, την Κόρινθο και την Γλαρέντζα, καθιστώντας τον ως τον ισχυρότερο χριστιανό ηγεμόνα του Ελληνικού χώρου.
Οι Τούρκοι για αιώνες αναφέρονταν στο βασίλειο του « Κάρλελι».
Έτσι αναφέρεται η περιοχή και στον «κανουμανέ» το Οθωμανικό έγγραφο δηλαδή που ορίζει τα της διοίκησης της Κεφαλονιάς μετά την Τουρκική κατάκτηση του 1485.
(Η ονομασία Κάρλελι διατηρήθηκε μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Πρύτανης Λευκάδος Βλασσόπουλος σε έγγραφό του προς την Επτανησιακή Γερουσία με ημερομηνία 19 Οκτ. 1806 αναφέρει: «… και μοι ανακοινεί συγχρόνως ότι 7,000 Αλβανοί του Βεζύρου Αλή πασά ετοιμάζονται να κατέλθουν εις την επαρχίαν του Κάρλελι προς καταδίωξιν των κλεπτών….»
Κω/νου Γ. Μαχαιρά «Πολιτική και διπλωματική ιστορία της Λευκάδος 1797-1810» Αθήνα 1954 Τομ Β΄ σελ 498)
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτωρ Μανουήλ Β΄ τον ονόμασε «Δεσπότη Ρωμαίων».
Διέμενε πότε στην Άρτα, πότε στην Λευκάδα, πότε στην Κεφαλονιά.
Στα ανατολικά οι Τούρκοι αφού συνήλθαν από την οδυνηρή ήττα και τον θάνατο του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Α’ από τους Μογγόλους του Ταμερλάνου και την εμφύλια διαμάχη που ακολούθησε για την διαδοχή, άρχισαν να στρέφονται προς δυσμάς γεγονός που ανησύχησε σφόδρα το Βυζάντιο καθώς και όλους τους Δυτικούς ηγεμόνες.
Ο Κάρολος προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο σύσφιξε τις σχέσεις του με τους Βενετούς και προσπάθησε να προσεγγίσει και τους Γενουάτες αλλά τελικά η απειλή εκδηλώθηκε από εκεί που δεν περίμενε.
Οι Φράγκοι ηγεμόνες της Πελοποννήσου καθώς και οι Βυζαντινοί Δεσπότες του Μυστρά ανησυχούντες από την θεαματική ενδυνάμωση του Καρόλου και διαπιστώνοντας την αδυναμία του να προστατέψει το αχανές για τα μέτρα και τις δυνατότητες του κράτος, άρχισαν να τον παρενοχλούν επικίνδυνα. Αποκορύφωμα αυτών των επιθετικών ενεργειών εναντίον της επικράτειας του Καρόλου ήταν η εκστρατεία του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου και του αδελφού του Κωνσταντίνου, Δεσπότη του Μυστρά, εναντίον των κτήσεων του στην Πελοπόννησο και η πολιορκία της Γλαρέντζας.
Επειδή όμως ούτε οι Παλαιολόγοι ούτε ο Κάρολος διέθεταν αρκετές δυνάμεις για να πλήξουν καίρια τον αντίπαλο, τελικά, με την μεσολάβηση του Γεωργίου Φραντζή, το 1426, όχι μόνο συνθηκολόγησαν αλλά και σύναψαν συμμαχία. Στα πλαίσια αυτής της συμμαχίας ο μεν Κωνσταντίνος Παλαιολόγος παντρεύτηκε την Θεοδώρα, κόρη του Λεονάρδου Τόκκου και ανιψιά του Καρόλου ο δε Κάρολος της χορήγησε ως προίκα την Γλαρέντζα το Αίγιο, την Κόρινθο και το μέγιστο μέρος των κτήσεων του στην Πελοπόννησο. Σύντομα ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κατέλαβε την Πάτρα και τα φρούρια της Μεσσηνίας και έγινε κύριος σχεδόν ολόκληρης της Πελοποννήσου.
Ο Κάρολος με την Φραγκίσκα απέκτησε τρία παιδιά, τον Κάρολο, την Μαγδαληνή και την Κρέουσα τα οποία πέθαναν το 1424 από την επιδημία πανώλης που μάστιζε τον Ελληνικό χώρο εκείνη την εποχή.
Πέθανε σχετικά νέος το 1430 σε ηλικία 53 ετών και άφησε διάδοχο στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς του στον ανιψιό του, γιό του αδελφού του Λεονάρδου, Carlo II (Κάρολο Β΄) άνδρα τελείως ανίκανο. Την Ακαρνανία την άφησε στους πέντε νόθους γιούς του: τον Μέμνονα, τον Ηρακλή, τον Τούρνο και δύο των οποίων τα ονόματα δεν διεσώθησαν.
(Ο Γ. Μοσχόπουλος σε αντίθεση με τον Ε. Λούντζη και τον Π. Χιώτη αναφέρει τρείς νόθους προφανώς από σύγχυση με τα νόμιμα τέκνα. )
Carlo II Tocco
Τα εξαδέλφια σύντομα ήλθαν σε ρήξη καθώς οι νόθοι διεκδίκησαν ολόκληρη την επικράτεια του Καρόλου.
Ο Κάρολος ΙΙ ζήτησε την βοήθεια του γυναικαδελφού του Κων/νου Παλαιολόγου ( Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ 19)
και της Βενετίας ( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969 σελ 78)
Η Βενετία του αναγνώρισε συμμετοχή στο Συμβούλιο των ευγενών υπό την προϋπόθεση να δεχθεί την Βενετική επικυριαρχία στην επικράτειά του. Δέχθηκε μη έχοντας άλλη επιλογή αλλά αυτό ελάχιστα έως καθόλου τον βοήθησε τελικά να σώσει το κράτος του.
Η διαμεσολάβηση που πρότεινε ο Κων/νος Παλαιολόγος δεν έγινε δεκτή από τους νόθους οπότε η σύρραξη μεταξύ των διαδόχων ήταν αναπόφευκτη.
Ο ένας εξ αυτών, ο Μέμνονας, o ικανότερος αλλά και ο πιο ασυνείδητος, ζήτησε την βοήθεια των Τούρκων για να καταλάβει όλο το βασίλειο του Καρόλου. Ο τότε Σουλτάνος Μουράτ Β’ ο οποίος είχε διαλύσει την φιλία και συνεργασία του πατέρα του Μωάμεθ Α΄ με τους Παλαιολόγους και ήδη είχε καταλάβει την Θεσσαλονίκη, έσπευσε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να επέμβει στα πράγματα της νοτίου Ελλάδος.
Το 1431 Τουρκικά στρατεύματα υπό τον Σινάν πασά πολιόρκησαν και κατέλαβαν τα Ιωάννινα. Ο Κάρολος Β΄ αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει αναγνωρίζοντας την Τουρκική κατοχή επί των Ιωαννίνων και επί πλέον να δεχθεί να πληρώνει ετήσιο φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο προκειμένου να περισώσει την υπόλοιπη επικράτεια του..
Λίγο αργότερα οι Τούρκοι παραβιάζοντας τις συνθήκες επιτέθηκαν και εναντίον της Άρτας οπότε ο Κάρολος βρέθηκε σε πλήρη αμηχανία.
Απευθύνθηκε για βοήθεια στο βασίλειο της Νεαπόλεως όπου μάλιστα το 1433 συνήψε γάμο με την Ramondina, κόρη του ηγεμόνα του Gerace Giovanni Ventimiglia ο οποίος τελικά ήταν ο μόνος που προθυμοποιήθηκε να τον συνδράμει.
Με την βοήθεια του πεθερού του Giovanni Ventimiglia κατάφερε να σώσει προσωρινά την Άρτα. ( Π. Χιώτη «Ιστορικά απομνημονεύματα» Κέρκυρα 1863 Τόμος 3ος σελ 36.) και (Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969 σελ 79)
Όταν όμως ο Ventimiglia με τους ιππείς του αναχώρησε οι Τούρκοι κατέλαβαν την Άρτα, την Αιτωλία, την Ακαρνανία και όλες τις κτήσεις των Τόκκων στην Στερεά Ελλάδα ο δε Κάρολος προκειμένου να σώσει το νησιωτικό μέρος της επικράτειας του αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με βαρύτατους όρους και επί πλέον να παραδώσει τον γιό του Λεονάρδο ως όμηρο στους Τούρκους οι οποίοι τον μετέφεραν στην Αδριανούπολη.
Έκτοτε και οι νόθοι χάθηκαν από το προσκήνιο της ιστορίας
Ο Κάρολος B’ πέθανε το 1448 ή το 1452 κατ άλλους στην Λευκάδα, κατ’ άλλους στην Ιταλία όπου είχε μεταβεί να ζητήσει βοήθεια.
Τα εξαδέλφια σύντομα ήλθαν σε ρήξη καθώς οι νόθοι διεκδίκησαν ολόκληρη την επικράτεια του Καρόλου.
Ο Κάρολος ΙΙ ζήτησε την βοήθεια του γυναικαδελφού του Κων/νου Παλαιολόγου ( Ευρυδίκη Λιβαδά Ντούκα « Το κάστρο τ’ Αη Γιώργη» Εκδ Πολιτιστική επετηρίς ΟΔΥΣΣΕΙΑ σελ 19)
και της Βενετίας ( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969 σελ 78)
Η Βενετία του αναγνώρισε συμμετοχή στο Συμβούλιο των ευγενών υπό την προϋπόθεση να δεχθεί την Βενετική επικυριαρχία στην επικράτειά του. Δέχθηκε μη έχοντας άλλη επιλογή αλλά αυτό ελάχιστα έως καθόλου τον βοήθησε τελικά να σώσει το κράτος του.
Η διαμεσολάβηση που πρότεινε ο Κων/νος Παλαιολόγος δεν έγινε δεκτή από τους νόθους οπότε η σύρραξη μεταξύ των διαδόχων ήταν αναπόφευκτη.
Ο ένας εξ αυτών, ο Μέμνονας, o ικανότερος αλλά και ο πιο ασυνείδητος, ζήτησε την βοήθεια των Τούρκων για να καταλάβει όλο το βασίλειο του Καρόλου. Ο τότε Σουλτάνος Μουράτ Β’ ο οποίος είχε διαλύσει την φιλία και συνεργασία του πατέρα του Μωάμεθ Α΄ με τους Παλαιολόγους και ήδη είχε καταλάβει την Θεσσαλονίκη, έσπευσε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να επέμβει στα πράγματα της νοτίου Ελλάδος.
Το 1431 Τουρκικά στρατεύματα υπό τον Σινάν πασά πολιόρκησαν και κατέλαβαν τα Ιωάννινα. Ο Κάρολος Β΄ αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει αναγνωρίζοντας την Τουρκική κατοχή επί των Ιωαννίνων και επί πλέον να δεχθεί να πληρώνει ετήσιο φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο προκειμένου να περισώσει την υπόλοιπη επικράτεια του..
Λίγο αργότερα οι Τούρκοι παραβιάζοντας τις συνθήκες επιτέθηκαν και εναντίον της Άρτας οπότε ο Κάρολος βρέθηκε σε πλήρη αμηχανία.
Απευθύνθηκε για βοήθεια στο βασίλειο της Νεαπόλεως όπου μάλιστα το 1433 συνήψε γάμο με την Ramondina, κόρη του ηγεμόνα του Gerace Giovanni Ventimiglia ο οποίος τελικά ήταν ο μόνος που προθυμοποιήθηκε να τον συνδράμει.
Με την βοήθεια του πεθερού του Giovanni Ventimiglia κατάφερε να σώσει προσωρινά την Άρτα. ( Π. Χιώτη «Ιστορικά απομνημονεύματα» Κέρκυρα 1863 Τόμος 3ος σελ 36.) και (Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969 σελ 79)
Όταν όμως ο Ventimiglia με τους ιππείς του αναχώρησε οι Τούρκοι κατέλαβαν την Άρτα, την Αιτωλία, την Ακαρνανία και όλες τις κτήσεις των Τόκκων στην Στερεά Ελλάδα ο δε Κάρολος προκειμένου να σώσει το νησιωτικό μέρος της επικράτειας του αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με βαρύτατους όρους και επί πλέον να παραδώσει τον γιό του Λεονάρδο ως όμηρο στους Τούρκους οι οποίοι τον μετέφεραν στην Αδριανούπολη.
Έκτοτε και οι νόθοι χάθηκαν από το προσκήνιο της ιστορίας
Ο Κάρολος B’ πέθανε το 1448 ή το 1452 κατ άλλους στην Λευκάδα, κατ’ άλλους στην Ιταλία όπου είχε μεταβεί να ζητήσει βοήθεια.
Leonardo II Tocco
Τον διαδέχθηκε ο υιός του Leonardo II (Λεονάρδος Β΄) που εν τω μεταξύ είχε δραπετεύσει από το παλάτι του Σουλτάνου στην Αδριανούπολη όπου κρατείτο ως όμηρος.
Ο νεαρός Λεονάρδος εκλήθη να διοικήσει μια μικρή επικράτεια την οποία επιβουλεύονταν ισχυρότατοι γείτονες χωρίς να ελπίζει σε καμιά υποστήριξη και βοήθεια.
Επειδή με τους Τούρκους κάθε προσπάθεια για συνεννόηση ήταν άσκοπη στράφηκε προς την Βενετία στέλνοντας αντιπροσωπεία με επί κεφαλής τον Λατίνο επίσκοπο Κεφαλονιάς.
Μετά από πολλές συζητήσεις με τους Βενετούς αξιωματούχους επήλθε τελικά συμφωνία και την 11η Σεπτεμβρίου 1449 υπεγράφη στην Λευκάδα συνθήκη σύμφωνα με την οποία Βενετία θα προστάτευε το κρατίδιο από κάθε επιβολή υπό τον όρο ότι ο Λεονάρδος Β’ Τόκκος , Κόμης Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης, Δούκας Λευκάδος και Κύριος του Δεσποτάτου της Ηπείρου
• Θέτει την επικράτειά του, τους διαδόχους του και τους υπηκόους του υπό την προστασία της Βενετίας.
• Υπόσχεται να μη δέχεται στα λιμάνια του ούτε να εφοδιάζει τους εχθρούς της Βενετίας
• Θα θεωρεί δικούς του εχθρούς και φίλους τους εχθρούς και φίλους της Βενετίας και γενικά θα ακολουθεί την ίδια εξωτερική πολιτική.
Το 1453 Βενετία επιβεβαίωσε τα προνόμια που είχε παραχωρήσει στον πατέρα του Κάρολο Β’. Επί πλέον αναγνώρισε τον ίδιο, τους αδελφούς του Αντόνιο και Ιωάννη ως Βενετούς Ευγενείς με δικαίωμα να συμμετέχουν ισότιμα στα συμβούλια των Ευγενών της Βενετίας. Εις αντάλλαγμα ο Λεονάρδος έστειλε στην Βενετία στρατιωτική βοήθεια από 2,000 άνδρες συμμετέχοντας με αυτόν τον τρόπο στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων.
Ταυτόχρονα αποφάσισε να πάρει μέτρα προσεταιρισμού του ντόπιου πληθυσμού με πρώτο την ανασύσταση των Ορθοδόξων μητροπόλεων στα νησιά οι οποίες είχαν καταργηθεί από τον Matteo Orsini το 1206. χωρίς όμως να επιστρέψει και τις κατασχεθείσες περιουσίες των ορθόδοξων εκκλησιών.
( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969. σελ 80)
Η Κεφαλονιά έγινε έδρα Ορθόδοξου επισκόπου και η Ζάκυνθος Καθολικού.
Το 1463 ο Λεονάρδος παντρεύτηκε την Μέλισσα κόρη του ήδη αποβιώσαντος Λάζαρ, Δεσπότη της Σερβίας η οποία εκείνο τον καιρό διέμενε στην Νάπολη με την μητέρα της Ελένη, το γένος Παλαιολογίνα.
Η Μέλισσα πέθανε νέα στην Ζάκυνθο το 1464.
Η Ελένη μετά από αυτό έγινε καλόγρια με το όνομα Υπομονή και μόνασε σε μοναστήρι στην Λευκάδα μέχρι το 1477 όπου και πέθανε.
Το 1477 παντρεύτηκε την δεύτερη σύζυγο του την Francesca Marzano d’ Aragona ανιψιά του Φερδινάνδου της Αραγωνίας.
Αυτός ο γάμος δυσαρέστησε τόσο τους Τούρκους καθώς δεν πήρε την έγκρισή τους όπως είχε υποχρέωση βάσει συνθήκης που είχαν υπογράψει με τον πατέρα του το 1431, όσο και τους Βενετούς οι οποίοι με οργή είδαν τον Φερδινάνδο να αποκτά ερείσματα στα σύνορά τους. Εκδικούμενοι δε, δεν τον συμπεριέλαβαν στην συνθήκη ειρήνης που υπέγραψαν με τους Τούρκους το 1479.
Παρά ταύτα ο Λεονάρδος μετά τον γάμο θεώρησε ότι ισχυροποίησε την θέση του και διασφάλισε την κυριαρχία του. Δυστυχώς γι’ αυτόν όμως έγινε ισχυρός μόνο εξ αγχιστείας. Σύμφωνα με την συνθήκη που είχε συνομολογήσει ο πατέρας του με τους Τούρκους ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο και επί πλέον 500 δουκάτα δώρο στον εκάστοτε Τούρκο Σαντζάκη (διοικητή) όταν αυτός συνέβαινε να επισκεφτεί την Άρτα η τα Ιωάννινα. Εκείνον τον καιρό έφτασε στην Άρτα Σαντζάκης ο Φεσίτ Πασάς, νεαρός μόλις 17 ετών και δη μακρινός συγγενής του Λεονάρδου.
Ο τελευταίος φαντάστηκε ότι τόσο το νεαρό της ηλικίας του νέου διοικητή όσο και η μακρινή συγγένειά του, πρόσφεραν καλή ευκαιρία να απαλλαγεί τουλάχιστον από το δώρο των 500 Δουκάτων. Αντί λοιπόν για τα 500 δουκάτα του έστειλε ένα πανέρι φρούτα! ( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969. σελ 81 )
Ο νεαρός Πασάς ένοιωσε προσβεβλημένος και φυσικά δεν αμέλησε να αναφέρει το γεγονός στον Σουλτάνο. Επιπροσθέτως κατήγγειλε τον Λεονάρδο ότι τα προηγούμενα χρόνια κατά την διάρκεια του Βενετοτουρκικού πολέμου επέτρεπε σε Βενετούς ιππείς να χρησιμοποιούν την Ζάκυνθο σαν ορμητήριο και να επιτίθενται στις Τουρκικές φρουρές της Πελοποννήσου. Σουλτάνος τότε ήταν ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής ο οποίος θεώρησε το γεγονός σαν πρώτης τάξεως ευκαιρία να καταλάβει τα νησιά. Έτσι το 1479 Τουρκικός στόλος με αρχηγό τον Κεδούκ Αχμέτ Πασά της Αυλώνας με 29 πλοία επιτίθεται στο μικρό βασίλειο του Λεονάρδου.
Ο Λεονάρδος μη έχοντας αρκετές δυνάμεις να αντισταθεί αλλά ούτε συμμάχους πρόθυμους να τον συνδράμουν, εγκατέλειψε τα νησιά παίρνοντας μαζί του όσα τιμαλφή μπόρεσε και κατέφυγε με την οικογένειά του στο βασίλειο της Νεαπόλεως όπου έγινε δεκτός με τιμές.
Ο Τούρκικος στόλος αρχικά κατέλαβε την Λευκάδα.
Μετά κατευθύνθηκε προς την Κεφαλονιά όπου αποβίβασε στρατεύματα τα οποία κατάσφαξαν τους αξιωματούχους του Λεονάρδου και αιχμαλώτισαν μεγάλο αριθμό κατοίκων 10-14.000 άτομα, τα οποία μετέφεραν στον Βόσπορο. Αυτοί οι άνθρωποι χάθηκαν οριστικά καθώς οι Τούρκοι πάντρεψαν με την βία τους άνδρες με Αιθιοπίδες και τις γυναίκες με Αιθίοπες.
Μετά την καταστροφή της Κεφαλονιάς ο Τουρκικός στόλος κατευθύνεται προς την Ζάκυνθο.
Εκεί όμως έμεναν 500 Βενετοί ιππείς και η Βενετία απείλησε με πόλεμο αν οι Τούρκοι δεν άφηναν να φύγουν ανενόχλητοι τόσο οι ιππείς όσο και οι λοιποί Βενετοί υπήκοοι. Οι Τούρκοι μη θέλοντας να ανοίξουν νέο μέτωπο με την Γαληνοτάτη εκείνη την στιγμή συμφώνησαν. Αυτό έγινε αιτία να σωθούν αρκετές αθώες ψυχές από την Οθωμανική θηριωδία αφού μαζί με τους Βενετούς αναχώρησαν και πολλοί Ζακυνθινοί.
Μετά από την αναχώρηση των Βενετών και όσων Ελλήνων είχαν την τύχη να μπορέσουν να τους ακολουθήσουν η Ζάκυνθος κατεστράφη ολοσχερώς.
Τον διαδέχθηκε ο υιός του Leonardo II (Λεονάρδος Β΄) που εν τω μεταξύ είχε δραπετεύσει από το παλάτι του Σουλτάνου στην Αδριανούπολη όπου κρατείτο ως όμηρος.
Ο νεαρός Λεονάρδος εκλήθη να διοικήσει μια μικρή επικράτεια την οποία επιβουλεύονταν ισχυρότατοι γείτονες χωρίς να ελπίζει σε καμιά υποστήριξη και βοήθεια.
Επειδή με τους Τούρκους κάθε προσπάθεια για συνεννόηση ήταν άσκοπη στράφηκε προς την Βενετία στέλνοντας αντιπροσωπεία με επί κεφαλής τον Λατίνο επίσκοπο Κεφαλονιάς.
Μετά από πολλές συζητήσεις με τους Βενετούς αξιωματούχους επήλθε τελικά συμφωνία και την 11η Σεπτεμβρίου 1449 υπεγράφη στην Λευκάδα συνθήκη σύμφωνα με την οποία Βενετία θα προστάτευε το κρατίδιο από κάθε επιβολή υπό τον όρο ότι ο Λεονάρδος Β’ Τόκκος , Κόμης Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης, Δούκας Λευκάδος και Κύριος του Δεσποτάτου της Ηπείρου
• Θέτει την επικράτειά του, τους διαδόχους του και τους υπηκόους του υπό την προστασία της Βενετίας.
• Υπόσχεται να μη δέχεται στα λιμάνια του ούτε να εφοδιάζει τους εχθρούς της Βενετίας
• Θα θεωρεί δικούς του εχθρούς και φίλους τους εχθρούς και φίλους της Βενετίας και γενικά θα ακολουθεί την ίδια εξωτερική πολιτική.
Το 1453 Βενετία επιβεβαίωσε τα προνόμια που είχε παραχωρήσει στον πατέρα του Κάρολο Β’. Επί πλέον αναγνώρισε τον ίδιο, τους αδελφούς του Αντόνιο και Ιωάννη ως Βενετούς Ευγενείς με δικαίωμα να συμμετέχουν ισότιμα στα συμβούλια των Ευγενών της Βενετίας. Εις αντάλλαγμα ο Λεονάρδος έστειλε στην Βενετία στρατιωτική βοήθεια από 2,000 άνδρες συμμετέχοντας με αυτόν τον τρόπο στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων.
Ταυτόχρονα αποφάσισε να πάρει μέτρα προσεταιρισμού του ντόπιου πληθυσμού με πρώτο την ανασύσταση των Ορθοδόξων μητροπόλεων στα νησιά οι οποίες είχαν καταργηθεί από τον Matteo Orsini το 1206. χωρίς όμως να επιστρέψει και τις κατασχεθείσες περιουσίες των ορθόδοξων εκκλησιών.
( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969. σελ 80)
Η Κεφαλονιά έγινε έδρα Ορθόδοξου επισκόπου και η Ζάκυνθος Καθολικού.
Το 1463 ο Λεονάρδος παντρεύτηκε την Μέλισσα κόρη του ήδη αποβιώσαντος Λάζαρ, Δεσπότη της Σερβίας η οποία εκείνο τον καιρό διέμενε στην Νάπολη με την μητέρα της Ελένη, το γένος Παλαιολογίνα.
Η Μέλισσα πέθανε νέα στην Ζάκυνθο το 1464.
Η Ελένη μετά από αυτό έγινε καλόγρια με το όνομα Υπομονή και μόνασε σε μοναστήρι στην Λευκάδα μέχρι το 1477 όπου και πέθανε.
Το 1477 παντρεύτηκε την δεύτερη σύζυγο του την Francesca Marzano d’ Aragona ανιψιά του Φερδινάνδου της Αραγωνίας.
Αυτός ο γάμος δυσαρέστησε τόσο τους Τούρκους καθώς δεν πήρε την έγκρισή τους όπως είχε υποχρέωση βάσει συνθήκης που είχαν υπογράψει με τον πατέρα του το 1431, όσο και τους Βενετούς οι οποίοι με οργή είδαν τον Φερδινάνδο να αποκτά ερείσματα στα σύνορά τους. Εκδικούμενοι δε, δεν τον συμπεριέλαβαν στην συνθήκη ειρήνης που υπέγραψαν με τους Τούρκους το 1479.
Παρά ταύτα ο Λεονάρδος μετά τον γάμο θεώρησε ότι ισχυροποίησε την θέση του και διασφάλισε την κυριαρχία του. Δυστυχώς γι’ αυτόν όμως έγινε ισχυρός μόνο εξ αγχιστείας. Σύμφωνα με την συνθήκη που είχε συνομολογήσει ο πατέρας του με τους Τούρκους ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο και επί πλέον 500 δουκάτα δώρο στον εκάστοτε Τούρκο Σαντζάκη (διοικητή) όταν αυτός συνέβαινε να επισκεφτεί την Άρτα η τα Ιωάννινα. Εκείνον τον καιρό έφτασε στην Άρτα Σαντζάκης ο Φεσίτ Πασάς, νεαρός μόλις 17 ετών και δη μακρινός συγγενής του Λεονάρδου.
Ο τελευταίος φαντάστηκε ότι τόσο το νεαρό της ηλικίας του νέου διοικητή όσο και η μακρινή συγγένειά του, πρόσφεραν καλή ευκαιρία να απαλλαγεί τουλάχιστον από το δώρο των 500 Δουκάτων. Αντί λοιπόν για τα 500 δουκάτα του έστειλε ένα πανέρι φρούτα! ( Ε. Λούντζη « Η Ενετοκρατία στα Επτάνησα» εκδ. Κάλβος 1969. σελ 81 )
Ο νεαρός Πασάς ένοιωσε προσβεβλημένος και φυσικά δεν αμέλησε να αναφέρει το γεγονός στον Σουλτάνο. Επιπροσθέτως κατήγγειλε τον Λεονάρδο ότι τα προηγούμενα χρόνια κατά την διάρκεια του Βενετοτουρκικού πολέμου επέτρεπε σε Βενετούς ιππείς να χρησιμοποιούν την Ζάκυνθο σαν ορμητήριο και να επιτίθενται στις Τουρκικές φρουρές της Πελοποννήσου. Σουλτάνος τότε ήταν ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής ο οποίος θεώρησε το γεγονός σαν πρώτης τάξεως ευκαιρία να καταλάβει τα νησιά. Έτσι το 1479 Τουρκικός στόλος με αρχηγό τον Κεδούκ Αχμέτ Πασά της Αυλώνας με 29 πλοία επιτίθεται στο μικρό βασίλειο του Λεονάρδου.
Ο Λεονάρδος μη έχοντας αρκετές δυνάμεις να αντισταθεί αλλά ούτε συμμάχους πρόθυμους να τον συνδράμουν, εγκατέλειψε τα νησιά παίρνοντας μαζί του όσα τιμαλφή μπόρεσε και κατέφυγε με την οικογένειά του στο βασίλειο της Νεαπόλεως όπου έγινε δεκτός με τιμές.
Ο Τούρκικος στόλος αρχικά κατέλαβε την Λευκάδα.
Μετά κατευθύνθηκε προς την Κεφαλονιά όπου αποβίβασε στρατεύματα τα οποία κατάσφαξαν τους αξιωματούχους του Λεονάρδου και αιχμαλώτισαν μεγάλο αριθμό κατοίκων 10-14.000 άτομα, τα οποία μετέφεραν στον Βόσπορο. Αυτοί οι άνθρωποι χάθηκαν οριστικά καθώς οι Τούρκοι πάντρεψαν με την βία τους άνδρες με Αιθιοπίδες και τις γυναίκες με Αιθίοπες.
Μετά την καταστροφή της Κεφαλονιάς ο Τουρκικός στόλος κατευθύνεται προς την Ζάκυνθο.
Εκεί όμως έμεναν 500 Βενετοί ιππείς και η Βενετία απείλησε με πόλεμο αν οι Τούρκοι δεν άφηναν να φύγουν ανενόχλητοι τόσο οι ιππείς όσο και οι λοιποί Βενετοί υπήκοοι. Οι Τούρκοι μη θέλοντας να ανοίξουν νέο μέτωπο με την Γαληνοτάτη εκείνη την στιγμή συμφώνησαν. Αυτό έγινε αιτία να σωθούν αρκετές αθώες ψυχές από την Οθωμανική θηριωδία αφού μαζί με τους Βενετούς αναχώρησαν και πολλοί Ζακυνθινοί.
Μετά από την αναχώρηση των Βενετών και όσων Ελλήνων είχαν την τύχη να μπορέσουν να τους ακολουθήσουν η Ζάκυνθος κατεστράφη ολοσχερώς.
Αναμφίβολα πολύ ωραίο άρθρο που προσφέρει ευκαιρίες για γνώσεις μα και ρεαλισμό σε ένα κομμάτι της ιστορίας μας που κάποιοι άφησαν σκοτεινό από την παιδεία των Ελλήνων μαθητών.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο γιατί έ απλό είναι σκεφτείτε το.
Και για να βοηθήσω κάποιους μας δίνει γνώσεις για το ποιος διέλυσε το ορθόδοξο Βυζάντιο, οι αλλόθρησκοι, ή οι ομόθρησκοι?
Αλλά ψιλά γράμματα και αυτά! μπέεεε, μπέεεεεεε.
Το “Κάρλελι” λοιπόν νόμιζα ότι ήταν μόνο η Αιτωλοακαρνανία ίσως επηρεασμένος από ένα δημοτικό τραγούδι για την έξοδο του Μεσολογγίου που ξεκίναγε με τα λόγια: Σαν πάτε για το Κάρλελι κλπ...
Χουά χα χα χα χα χα χα χα χα χα