Βόλτοι Εγκλουβής Λευκάδας: «Εδώ οι άνθρωποι συνομιλούν με το Θεό»
0
«Οι βόλτοι πρέπει να παραμείνουν εκεί όρθιοι, για να θυμίζουν στις νεότερες γενιές την αδάμαστη θέληση, το μόχθο, τον κάματο, τον αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση…
»…Το οροπέδιο Βουνί και ο οικισμός των Βόλτων με τα αλώνια εκπέμπουν δυνατή ενέργεια. Η ομορφιά τού χώρου είναι απίστευτη. Μαγνητίστηκα από την παρθενικότητα και την αίσθηση του τόπου. Το απογευματινό φως με μάγεψε και με αιχμαλώτισε.
Έφευγε η ψυχή μου μαζί με το βλέμμα μου μέσα σ’ αυτό το απογευματινό φως, που κρατούσε σαράντα λεπτά τής ώρας το καλοκαίρι και λιγόστευε μαζί με τις μέρες του φθινόπωρου και του χειμώνα. Έχανα την αίσθηση τής βαρύτητας. Το βάρος τού σώματός μου και του φωτογραφικού μου εξοπλισμού έμοιαζαν ασήμαντα. Ο Ροζέ Μιλλιέξ, καθηγητής του Γαλλικού Ινστιτούτου, όταν φιλοξενήθηκε στη Λευκάδα το 1956 και επισκέφθηκε το οροπέδιο είπε: «Εδώ οι άνθρωποι συνομιλούν με το Θεό».
Στο οροπέδιο της Εγκλουβής απαριθμούνται 21 μεγάλοι βόλτοι, 33 μικροί και 21 καλύβες…(1)
Στο οροπέδιο της Εγκλουβής απαριθμούνται 21 μεγάλοι βόλτοι, 33 μικροί και 21 καλύβες…(1)
«Πρόκειται για θολωτές πέτρινες κατασκευές σε σχήμα φούρνου (εσωτερικά), στον τύπο του ασβεστοκάμινου. Αυτές τις καλύβες τις λένε βόλτους ή βόλτα, γιατί κατασκευάζονταν όπως τα βόλτα, οι καμάρες, με κλειδωτές πέτρες. Οι τοίχοι τους είναι χοντροί από 60 εκ. μέχρι και 1 μέτρο και ξεκινάνε από την επιφάνεια του εδάφους -ποτέ πιο κάτω- σε σχήμα κυκλικό. Όσο προχωρούν προς τ’ απάνω γέρνουν προς τα μέσα θολωτά, όπως ο φούρνος, ώσπου στην κορυφή κλειδώνουν γεφυρωτά.
Πάνω από το θόλο που έχει ύψος γύρω στα 2-2 1/2 μ. σώριαζαν μικρότερες πέτρες και χώμα, που αφού το ‘σιαζαν, τοποθετούσαν κεραμίδια χοντρά και γερά απ’ αυτά που κατασκεύαζαν τότε στο χωριόΒουρνικά και που ήταν μεγαλύτερα του συνήθους. Τα κεραμίδια βέβαια τα στέριωναν με λάντζα για να μην τα σηκώνει ο αγέρας.
Σήμερα ελάχιστοι βόλτοι διατηρούν τα κεραμίδια τους. Η τείχινη κατασκευή γινόταν διπλολίθι, δηλ. με εσωτερικό και εξωτερικό τοίχο. Ο εσωτερικός ήταν χτισμένος κανονικά με λάντζα (άμμος και ασβέστης), ενώ ο εξωτερικός γινόταν ξερολιθιά. Οι διαστάσεις κάθε απλού βόλτου, γιατί έχομε και σύνθετα, όπως θα ιδούμε, ήταν κατά μέσον όρο 3Χ3 μ.
Έχομε εκεί τρεις τύπους βόλτων: α) Τα μονοθάλαμα (απλά) β) Τα διπλά ή δίδυμα και γ) Τα τρίδυμα (τριπλά, τρισχιδή).
Τα μονοθάλαμα ήταν απλά, με μια πόρτα ορθογώνια, στο ύψος του μέσου αναστήματος του ανθρώπου Οι ορτοί (= παραστάτες) της εισόδου ήταν πέτρινοι, από σκληρή και καλοπελεκημένη μαστορικά πέτρα και με μονοκόμματο, λίθινο πάντα, και όμορφο ανώφλι. Η είσοδος κλεινόταν με καλοφκιαγμένη ξύλινη πόρτα, που ασφάλιζε με γύφτικη κλειδωνιά, σύρτες και οριζόντια καδινάτσα (=αμπάρες). Εσωτερικά στους τοίχους υπήρχαν μικροεσοχές, κουφώματα, που έπαιζαν το ρόλο ντουλαπιών. Σε κάθε βόλτο έβλεπες γεωργικά εργαλεία, τα απαραίτητα κουζινικά και τρόφιμα. Ένα μικρό νοικοκυριό δηλαδή, προορισμένο να εξυπηρετήσει τους καλλιεργητές για μια μεγάλη χρονική περίοδο, όπως θα ιδούμε.
Τα μονά βόλτα ανήκαν στις πιο φτωχές οικογένειες του χωριού και ήταν και τα λιγότερα. Σημειώνομε πως όσοι ξεκαλοκαίριαζαν στο οροπέδιο του Αγ. Δονάτου, κοιμόνταν έξω σε χορτάρινες κρεββάτες, τις λεγόμενες μπαράκες, που ήταν ολόγυρα καλυμμένες με φτέρες, κι όχι στους βόλτους.
Στους δίδυμους βόλτους έχομε δύο δωμάτια, δύο θαλάμους καλύτερα, συνεχόμενους, που εφάπτονται στις πλάτες (αντίνωτοι), θα λέγαμε, χωρίς όμως και να επικοινωνούν μεταξύ τους εσωτερικά. Ο κάθε θάλαμος έχει δική του είσοδο μια και προοριζόταν για συγκεκριμένη και ξεχωριστή λειτουργία.
Μπροστά από τις δυο εισόδους κάθε δίδυμου βόλτου σχηματιζόταν ένας τρίτος στεγασμένος χώρος, μικρότερος, ο προθάλαμος, που λεγόταν σκέπη. Ο προθάλαμος αυτός ήταν και το πιο καθαρό τμήμα του βόλτου, με δική του είσοδο, συνήθως άφραχτη και πάντα ανοιχτή, χωρίς πορτόφυλλο. Ο προθάλαμος ήταν για τον καλλιεργητή -τον προφύλαγε απ’ τις απρόβλεπτες κακοκαιριές- ενώ οι άλλοι δύο χώροι ήταν ο ένας για τα βόδια κι ο άλλος για την τροφή τους, το άχερο.
Στο θάλαμο των βοδιών έβαναν μέχρι πέντε βόδια. Γι’ αυτό και υπήρχαν ολόγυρα στα τοιχώματα και ισάριθμα, κουφωτά στον τοίχο, πέτρινα παχνιά και δίπλα στο κάθε παχνί μια τρυπημένη -ενσωματωμένη στον τοίχο- πέτρα, για το δέσιμο των ζώων, που τ’ άφηναν και το χειμώνα εκεί.
Στα τρίδυμα (τριθάλαμα) βόλτα έχομε ένα θάλαμο παραπάνω στις ίδιες διαστάσεις. Ο τρίτος αυτός χώρος δημιουργούσε κάποια άνεση για τις στοιχειώδεις ανάγκες του γεωργού. Μπορούσε και να κοιμάται, κάποτε, εκεί και όχι έξω, ως συνήθως, να μαγειρεύει, να τρώει και να ησυχάζει. Κι όπως στα διπλά βόλτα, έτσι κι εδώ υπήρχε ο προθάλαμος – σκέπη.
Είναι ευνόητο πως τα τριθάλαμα βόλτα τα ‘φκιαναν οι πιο ευκατάστατοι νοικοκυραίοι του χωριού, οι άνθρωποι με τα καλά εισοδήματα. Κι εδώ υπήρχε η κυρία είσοδος και οι εσωτερικές, τρεις, πόρτες. Ένας – δυο καλονοικοκυραίοι, μάλιστα, είχαν φκιάσει, μας λένε, πάνω από το τρικάμαρο βόλτο τους, σπίτι για τους εργάτες τους. Σκεφτείτε την αντοχή της κατασκευής…
Στην περίπτωση που το βόλτο ήταν κοντά στο αλώνι του νοικοκύρη, τότε άνοιγαν ένα παραθυράκι πλάγια προς την κορυφή, απ’ όπου έρριχναν το άχυρο με τα δικριάνια τους κατ’ ευθείαν στην αχυραποθήκη του βόλτου.
Η κατασκευή των εξολοκλήρου λίθινων αυτών καλυβών του Αγίου Δονάτου ήταν αφάνταστα ανθεκτική και οι ντόπιοι τη χαρακτηρίζουν αθάνατη. Πράγματι τα κτίσματα αυτά, που πρέπει να ‘ναι σίγουρα πάνω από 150 χρονών, κατά τις μαρτυρίες των ιδιοκτητών τους, δεν τα πείραξαν καθόλου ούτε ακόμα κι οι μεγάλοι σεισμοί, που κατά περιόδους σείουν εφιαλτικά τη Λευκάδα. Πότε, όμως, για πρώτη φορά άρχισαν οι Εγκλουβισάνοι να φκιάνουν βόλτους δεν γνωρίζομε. Είναι σίγουρο πάντως πως στα πρώτα κιόλας χρόνια της Ενετοκρατίας (1684-1797) υπήρχαν τέτοιες καλύβες εκεί. Το μαρτυρούν με σταθερότητα οι σημερινοί ιδιοκτήτες τους. Το χτίσιμό τους ήταν δύσκολη δουλειά, που την έκαναν τεχνίτες ειδικοί στο κλείδωμα και γεφύρωμα γρανιτένιων λιθαριών.
Σώζονται σήμερα στον Αγ. Δονάτο πάνω από 150 βόλτα (τα λένε και αχούρια), μα σπάνια πια τα χρησιμοποιούν, και μόνο για να σταλίζουν τα λιγοστά τους προβατοκόπαδα.
Πρέπει να σημειώσουμε τέλος πως σε κάθε βόλτο αντιστοιχούσε κι ένα αλώνι. Και κάθε οικογένεια είχε το δικό της αλώνι. Έτσι υπάρχει μεγάλη αιτιολογική σχέση ανάμεσα στην ύπαρξη ενός βόλτου και ενός αλωνιού. Υπήρχαν επίσης -και υπάρχουν και σήμερα- δεκάδες πηγάδια με κρυστάλλινο και κρύο νερό.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σ έναν οικισμό, οικισμό θερινό, που χρησιμοποιούνταν από τον Ιούνιο μέχρι το Σεπτέμβρη-Οχτώβρη. Και η εξήγηση που δίνουν οι κάτοικοι του χωριού είναι η εξής: Στο οροπέδιο αυτό υπάρχει το μεγαλύτερο μέρος της κτηματικής τους περιουσίας. Χιλιάδες στρέμματα με αμπέλια πολύκαρπα, δημητριακά και όσπρια. Κυρίως σιτάρι και φακή, που είναι φημισμένη και πέρα από το νησί.
Κι ακόμα το οροπέδιο και τα γύρω πλάγια κρατούσαν, παλιότερα, δεκάδες κοπάδια γιδοπρόβατα. Κάθε οικογένεια είχε το κοπάδι της. Και δίπλα σ’ όλα αυτά και το κοτέτσι της με δεκάδες κότες. Ο λόγος όμως αυτός της συγκεντρωμένης περιουσίας δεν είναι, ίσως, αρκετός για να εξηγήσει την εποχική μετοικεσία. Γι’ αυτό προσθέτουν και τούτο: Τα χρόνια των Ενετών (1684-1797) και των Άγγλων (1810-1864) οι γεωργοί της Λευκάδας πλήρωναν το Φόρο της Δεκάτης στα σιτηρά κι ανάλογη φορολογία και στ’ άλλα προϊόντα τους, κι έπρεπε ο Βενετσάνος ή ο Άγγλος επιτετραμμένος φοροϋπάλληλος να παρευρίσκεται στο αλώνισμα απ’ την αρχή ως το τέλος της εποχής.
Η διαδικασία άρχιζε από τα πλησιέστερα προς την πόλη χωριά. Έτσι η σειρά της Εγκλουβής, λένε, αργούσε. Και πολλές φορές περνούσε και το καλοκαίρι με αλώνιστα σιτάρια κι όρθιες θημωνιές. Αλλά κι όταν έρχονταν ο υπάλληλος αυτός στον Άγιο Δονάτο, και πάλι αργούσαν, μια που κάθε αλώνι έπαιρνε τη σειρά του. Έτσι λοιπόν όλο το καλοκαίρι το περνούσαν εκεί, μέχρι που έπιαναν σι βροχές.»(2)
«Το συγκρότημα των Βόλτων στο οροπέδιο Βουνί της Εγκλουβής Λευκάδας (υψομέτρου περίπου 900μ.) είναι ένα σπάνιο μνημειακό σύνολο στον ελλαδικό χώρο. Και είναι ακόμα πιο σημαντικό γιατί όσα από τα κτίσματά του χρησιμοποιούνται ακόμα διατηρούν την αρχική τους λειτουργία, καθώς εξακολουθεί να καλλιεργείται με τους παραδοσιακούς τρόπους η περίφημη φακή της Εγκλουβής στο οροπέδιο από τους λιγοστούς κατοίκους.»(3)
(1). Ελεονώρα Φιώρου: «Εγκλουβή Λευκάδας: Ένα χωριό, μια ιστορία…», Αθήνα 2006. ISBN
978-960-93-3671-0. Από το ίδιο βιβλίο είναι επίσης και οι φωτογραφίες.
(2). Πανταζή Κοντομίχη: «Τα Γεωργικά της Λευκάδας», εκδόσεις Γρηγόρη, 1985
(3). Μάρω Αποστόλου, καθηγήτρια Ε.Μ.Π, «Το συγκρότημα των Βόλτων στο Βουνί της Εγκλουβής Λευκάδας».
978-960-93-3671-0. Από το ίδιο βιβλίο είναι επίσης και οι φωτογραφίες.
(2). Πανταζή Κοντομίχη: «Τα Γεωργικά της Λευκάδας», εκδόσεις Γρηγόρη, 1985
(3). Μάρω Αποστόλου, καθηγήτρια Ε.Μ.Π, «Το συγκρότημα των Βόλτων στο Βουνί της Εγκλουβής Λευκάδας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου