Ο Επαμεινώνδας Τσιμάς (η Νώντας, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του) γεννήθηκε το 1934 στα Κομητάτα της Ερύσσου και ήταν το πρώτο παιδί από τα τέσσερα, του Χαράλαμπου Τσιμά.
Ο πατέρας του ήταν αγρότης με πολύ καλές γνώσεις και μεθόδους πάνω στην καλλιέργεια της γης. Θεωρείτο πρακτικός γεωπόνος, με αποτέλεσμα να τον συμβουλεύονται οι κάτοικοι της περιοχή του, αλλά και να χρησιμοποιηθεί επί εποχής Μεταξά, για την ανασυγκρότηση της ελληνικής υπαίθρου, σύμφωνα με το τότε πρόγραμμα του Υπουργείου.
Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο των Κομητάτων με δάσκαλο τον Ευάγγελο Παρέντη από τα Φαρακλάτα, ο οποίος επί έξι χρόνια εργαζόταν ως άμισθος με μόνη οικονομική αποζημίωση τη βοήθεια των κατοίκων του χωριού. Μάλιστα δημιούργησε μια δίφωνη παιδική χορωδία, πράγμα που στάθηκε για το Νώντα, η πρώτη μεγάλη αφορμή για να αγαπήσει την όμορφη τέχνη της μουσικής.
Κατά το διάστημα της δημοτικής εκπαίδευσης ο Νώντας εξεδήλωσε το ταλέντο του στη ζωγραφική και στην ξυλογλυπτική, αφού σχεδίασε και ζωγράφισε τους ήρωες του ’21 και εξέπληξε το δάσκαλο του, με αποτέλεσμα να αναρτήσει τα έργα του μαθητή του, μόνιμα στους τοίχους του σχολείου.
Το 1949 πήγε στο Αργοστόλι αναζητώντας εργασία, που να εξυπηρετεί πρωτίστως την εσωτερική του καλλιτεχνική ανάγκη. Δούλεψε στο εργοστάσιο επιπλοποιίας και κατάστημα επίπλων, του Χρήστου Μωραΐτη, που τότε βρισκόταν στην οδό Σιτεμπόρων, κοντά στην μικρή Σπιανάδα. Εκεί για τέσσερα χρόνια έμαθε αρκετά πράγματα πάνω στο αντικείμενο της ξυλουργικής. Έπειτα εργάστηκε στο κατάστημα κλασσικών επίπλων του Φώτη Φλαμιάτου, που πέρα από τις επισκευές που έκανε στα έπιπλα, πραγματοποιούσε ανάλογες ασχολίες και σε άλλα αντικείμενα, όπως να φτιάχνει κοντάκια όπλων.
Ο πατέρας του ήταν αγρότης με πολύ καλές γνώσεις και μεθόδους πάνω στην καλλιέργεια της γης. Θεωρείτο πρακτικός γεωπόνος, με αποτέλεσμα να τον συμβουλεύονται οι κάτοικοι της περιοχή του, αλλά και να χρησιμοποιηθεί επί εποχής Μεταξά, για την ανασυγκρότηση της ελληνικής υπαίθρου, σύμφωνα με το τότε πρόγραμμα του Υπουργείου.
Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο των Κομητάτων με δάσκαλο τον Ευάγγελο Παρέντη από τα Φαρακλάτα, ο οποίος επί έξι χρόνια εργαζόταν ως άμισθος με μόνη οικονομική αποζημίωση τη βοήθεια των κατοίκων του χωριού. Μάλιστα δημιούργησε μια δίφωνη παιδική χορωδία, πράγμα που στάθηκε για το Νώντα, η πρώτη μεγάλη αφορμή για να αγαπήσει την όμορφη τέχνη της μουσικής.
Κατά το διάστημα της δημοτικής εκπαίδευσης ο Νώντας εξεδήλωσε το ταλέντο του στη ζωγραφική και στην ξυλογλυπτική, αφού σχεδίασε και ζωγράφισε τους ήρωες του ’21 και εξέπληξε το δάσκαλο του, με αποτέλεσμα να αναρτήσει τα έργα του μαθητή του, μόνιμα στους τοίχους του σχολείου.
Το 1949 πήγε στο Αργοστόλι αναζητώντας εργασία, που να εξυπηρετεί πρωτίστως την εσωτερική του καλλιτεχνική ανάγκη. Δούλεψε στο εργοστάσιο επιπλοποιίας και κατάστημα επίπλων, του Χρήστου Μωραΐτη, που τότε βρισκόταν στην οδό Σιτεμπόρων, κοντά στην μικρή Σπιανάδα. Εκεί για τέσσερα χρόνια έμαθε αρκετά πράγματα πάνω στο αντικείμενο της ξυλουργικής. Έπειτα εργάστηκε στο κατάστημα κλασσικών επίπλων του Φώτη Φλαμιάτου, που πέρα από τις επισκευές που έκανε στα έπιπλα, πραγματοποιούσε ανάλογες ασχολίες και σε άλλα αντικείμενα, όπως να φτιάχνει κοντάκια όπλων.
Παράλληλα με τη βιοποριστική του εργασία αξιοποίησε τον ελεύθερο χρόνο του στη μελέτη της μουσικής με την εκμάθηση μουσικών οργάνων, αρτικόρνου και τζένις, στην Φιλαρμονική Σχολή Κεφαλληνίας. Πήρε δε τα πρώτα μαθήματα στο βιολί με τον Σπύρο Μαρκάτο, για τον οποίο έλεγε ότι ήταν αυτός που του τοποθέτησε σωστά τα δάχτυλα πάνω σε αυτό το όργανο, αλλά κυρίως μαθήτευσε με την Αιμιλία Μηλιαρέση.
Η γνωριμία του την συγκεκριμένη δασκάλα της μουσικής έγινε τυχαία, μιας και αυτός έμενε σε ενοικιαζόμενο δωμάτιο του τρίτου ορόφου στο κτήριο των Καλογραιών, όπου κάνοντας τη μουσική του μελέτη, προκάλεσε το ενδιαφέρον της Αιμιλίας Μηλιαρέση και η οποία τον κάλεσε στην οικία της για να τον μυήσει σε ανώτερα επίπεδα στο βιολί. Έτσι δυο φορές την εβδομάδα και για ενάμιση χρόνο ακολούθησε τη διδαχή της αξιόλογης βιολίστριας. Έπειτα συνέχισε με καθηγήτρια μουσικής, την Αρετή Χαρχαλάκη για ενάμιση περίπου χρόνο. Ο Νώντας συνεργάστηκε με τους μουσικούς και τις ορχήστρες της δεκαετίες του’ 50 , με τον Γεράσιμο Δαμουλιάνο παίζοντας στη μεγάλη αίθουσα του κέντρου Φαραώ, καθώς και με τον εξαίρετο βιολιστή Παναγή Μελισσαράτο ο οποίος τον άφησε «αντικαταστάτη» του. Τύπος ανήσυχος, πάντα ζητούσε το καλύτερο και το διαφορετικό και συμμετείχε στις ορχήστρες του νησιού μας. Έπαιξε με άλλους μουσικούς αλλά και μόνος του σε εκδηλώσεις χαράς, γάμων, βαπτίσεων, σε κεφαλλονίτικα πανηγύρια, σε μάσκαρες και όπου άλλου τον καλούσαν να δώσει κέφι και ζωντάνια μουσική με το βιολί του. Ακολούθησε η στρατιωτική του υποχρέωση με την κατάταξή του στην ειδικότητα των Διαβιβάσεων, ως «Χειριστής Τηλεφωνικού Πίνακα». Από τις πρώτες μέρες κατάταξή του και λόγων διαφόρων αναγκών φανερώθηκε το μουσικό ταλέντο και ενδιαφέρον του, με αποτέλεσμα να παίζει σε στρατιωτικές ορχήστρες. Μετά τη στρατιωτική του θητεία, ήρθε στο Αργοστόλι για λίγο διάστημα. Συνεργάστηκε με τον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη Σπύρο Μαρκάτο και συγχρόνως σχημάτισε μια παρέα από μουσικούς : Διονύση Παπαδάτο σαξόφωνο, Γιώργο Παγουλάτο κορνέτα, Γεράσιμο Μανωλάτο (Μπόλο) ντραμς, Γεράσιμο Γαλιατσάτο κλαρίνο, Παναγή Ωμέγα κορνέτα, τον Παναγή Πολλάτο κορνέτα, τον Σπύρο Αποστολάτο ντραμς, και όλοι μαζί συμμετείχαν με την ορχήστρα τους σε διάφορες εκδηλώσεις. Στη μάσκαρα της Λακήθρας, στους χορούς της Φιλαρμονικής και των Σωματείων και όπου αλλού τους καλούσαν, έδιναν το παρόν τους ως φίλοι μουσικοί και ως ορχήστρα. Έπαιξε επίσης με τον Νίκο Δώριζα, με τον Τζάκη Λυκούργο αλλά και με άλλους Κεφαλλήνες μουσικούς. Ακολούθησε το μεταναστευτικό ρεύμα της εποχής για τη Γερμανία και αναζήτησε εργασία με πρώτο σταθμό στο εστιατόριο του Ληξουριώτη Σωτήρη Μοσχονά . Ένα περιοδικό πωλήσεων μουσικών οργάνων που έπεσε στα χέρια του, στάθηκε η αφορμή για να αγοράσει ένα νέο βιολί και να ξαναθυμηθεί τα παλιά του. Ωστόσο, η γνωριμία του με την πιανίστα Άννα Κόβαρη, υπήρξε καθοριστική. Ο Νώντας αναζητούσε εργασία πάνω στο αντικείμενο που ήξερε και έτσι δούλεψε σε εργοστάσιο κατασκευής επίπλων τηλεοράσεων στη Στουτγάρδη. Δούλεψε και σε άλλα εργοστάσια που κατασκεύαζαν έπιπλα, κουφώματα με τζάμια και κατασκευές με ξύλινες επενδύσεις. Έξι χρόνια παρέμεινε στη Γερμανία παρακολουθώντας τη ζωή στην Ελλάδα και δοθείσης ευκαιρίας, επέστρεψε στην πατρίδα. Στον Πειραιά, άνοιξε μαγαζί κατασκευής και πωλήσεων επίπλων στην περιοχή Αγίου Βασιλείου, εξυπηρετώντας με πολλή ικανοποίηση και καλή επικοινωνία την πελατεία του. Η συνάντηση με τον Κεφαλλονίτη γιατρό καρδιολόγο και βιολιστή Γεράσιμο Χαλικιά στάθηκε εποικοδομητική και η πρόταση συνεργασίας του άνοιξε τον δρόμο για να εκδηλώσει τη μουσική του ευαισθησία. Σύντομα ήρθε η συνεργασία με την παιδική χορωδία της Νίκαιας, την οποία διεύθυνε τότε, ο Δημήτρης Κανάρης και με την οποία κατάφεραν να αποσπάσουν για δυο συνεχόμενα έτη, τα πρώτα βραβεία στο φεστιβάλ του Χίλτον , μια από τις πιο αξιόλογες μουσικές χορωδιακές εκδηλώσεις εκείνης της εποχής. Παράλληλα συμμετείχε στην ερασιτεχνική ορχήστρα εγχόρδων Επιστημόνων που είχε αξιόλογους μουσικούς εκτελεστές, όπως τον Γιάννη Μακρή και τον Παΐζη, Ιθακήσιο από τη Ρουμανία καθηγητής ανώτατης εκπαίδευσης στο βιολί. Στην ορχήστρα αυτή, παρέμεινε τέσσερα χρόνια και έπειτα ακολούθησε για περίπου επτά χρόνια την Ορχήστρα Αθανασιάδου. Σε αυτό το μουσικό σχήμα με τα πολλά βιολιά, ο Νώντας έπαιζε βιόλα.Η μουσική του δράση στην Αθήνα και στον Πειραιά επεκτάθηκε και σε χορωδιακά σχήματα, σε μαντολινάτες και ορχήστρες, συνεργαζόμενος με τον επίσης αξιόλογο Κεφαλλονίτη μουσικό Νίκο Παναγιωτάτο στην Αδελφότητα Κεφαλλήνων και Ιθακησίων Πειραιώς , τον Ανδρόνικο Κουρούκλη που είχε αρχικά τη χορωδία της Αδελφότητας Πειραιά και τον Διονύση Αποστολάτο στα χρόνια που ήταν στην Αδελφότητα Κεφαλλήνων και Ιθακησίων Πειραιά. Κατά τη δεκαετία του 1990 του πρότεινε ο τότε αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής Ληξουρίου να δημιουργήσουν μια μαντολινάτα υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας η οποία όμως δεν είχε μακρύ δρόμο, παρά τις επιτυχίες της Παράλληλα, υπό την καθοδήγηση του π. Ιωάννη Μεσολωρά έγινε και μια Βυζαντινή Χορωδία , κάτι που μύησε πολλά παιδιά στη Βυζαντινή μουσική. Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Αργοστόλι, παρακολουθώντας πλήθος μαθητών του, να προοδεύουν στα μουσικά πράγματα των νησιών μας. Ο Νώντας Τσιμάς , δεν είναι πια μαζί μας. «Έφυγε» πριν από ένα μήνα περίπου.
Τα στοιχεία προέρχονται από κείμενο του Γεράσιμου Γαλανού, αλλά και από τον Σωκράτη Μπένο, ο οποίος συνεργάσθηκε μαζί του επί μακρόν , και μας πρότεινε να κάνουμε μια τιμητική αναφορά στον Επαμεινώνδα Τσιμά, κατά την διάρκεια της πρόσφατης εκδήλωσης του Πολιτιστικού, Ιστορικού & Λαογραφικού συλλόγου μας «Το Ριφόρτσο» , στις 22 Απριλίου 2017 , στο Δημοτικό Θέατρο Αργοστολίου «Ο Κέφαλος».
Orestis Kappatos Ο Επαμεινώντας Τσιμάς δεν είναι πια μαζί μας . Ένας σπουδαίος δάσκαλος "έφυγε" πριν λίγες μέρες.Τα στοιχεία, προέρχονται από τον Α΄ Αντιπρόεδρο του "Ριφόρτσο" Γεράσιμο Γαλανό , αλλά και τον Σωκράτη Μπένο...Μια ανάρτηση που θα ήθελα να δει και ο κ. Panos Komitas.
Καλέ μας φίλε Γιώργο ευχαριστούμε για την ανάρτηση σου για τον Οδυσσέα που ήλθε με την Γνώση στον Πόρο .Ο καλός μας φίλος Νώντας Τσιμάς μας έπαιξε στην εκδήλωση του Οδυσσέα πανέμορφες μελωδίες βιολιού και ήταν πρωταγωνιστής και ο μοναδικός στην επιτυχημένη θεατρική παράσταση του ΚΑΠΗ στις 22 Νοεμβρίου 2013 στο θέατρο ΄΄Κέφαλος ΄΄του δώσαμε και ένα Βραβείο σε μια εκδήλωση που έκανε η Γνώση στο σάπιο της σκαρί με την επιστροφή της Γνώσης θα γίνουν εις μνήμη του κάποιες ενέργειες γιαυτόν τον καλό μας φίλο .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου