
Ζιζάνιο τ’ Αργοστολιού: Η Υπαπαντή κάποτε στην Πεσάδα
Φίλοι μου στο ‘Ζιζάνιο’
τ’ αρέσει να μαθαίνει
και την πικρή αυτή εποχή
με στίχους να γλυκαίνει
τ’ αρέσει να μαθαίνει
και την πικρή αυτή εποχή
με στίχους να γλυκαίνει
Στίχους για τους πολιτικούς,
περίεργα και εύθυμα.
Στίχους για τον πολιτισμό,
τα ήθη και τα έθιμα.
περίεργα και εύθυμα.
Στίχους για τον πολιτισμό,
τα ήθη και τα έθιμα.
Προχτές εδώ στην πόλη μας
ευρήκα τον Νικόλα
που στη Πεσάδα κατοικεί,
φίλος μου πρώτ’ απ’ όλα.
ευρήκα τον Νικόλα
που στη Πεσάδα κατοικεί,
φίλος μου πρώτ’ απ’ όλα.
Για του χωριού του τα έθιμα
μού ‘λεγε στην κουβέντα.
«Βρέ, τι γινότανε παλιά»!
Μεγάλη είχε ρέντα.
μού ‘λεγε στην κουβέντα.
«Βρέ, τι γινότανε παλιά»!
Μεγάλη είχε ρέντα.
Τον άκουγα προσεκτικά.
-καφέ έπινα σκέτο-.
Κι όπως τα διηγιότανε
έτσι τα παραθέτω:
-καφέ έπινα σκέτο-.
Κι όπως τα διηγιότανε
έτσι τα παραθέτω:
«Πριν χρόνια σαν ξημέρωνε
η δυό Φεβρουαρίου
οι Πεσαδιάνοι γιόρταζαν
Υπαπαντή Κυρίου.
η δυό Φεβρουαρίου
οι Πεσαδιάνοι γιόρταζαν
Υπαπαντή Κυρίου.
Σ’ ένα ξωκλήσι γραφικό
κάτου, προς το λιμάνι
ο παπά Γιώργης έπη’ενε
τη λειτουργιά να κάνει.
κάτου, προς το λιμάνι
ο παπά Γιώργης έπη’ενε
τη λειτουργιά να κάνει.
Και ο παπά Γιάννης πρόσφατα
θυμάμαι λειτουργούσε.
Μα του Νικόλα η ψαρτική
ούλους αγανακτούσε.
θυμάμαι λειτουργούσε.
Μα του Νικόλα η ψαρτική
ούλους αγανακτούσε.
Κόσμος πολύς μαζεύονταν
Πεσάδα, Κουντουράτα,
ερκόντανε και μερικοί
από τα Ντοριζάτα.
Πεσάδα, Κουντουράτα,
ερκόντανε και μερικοί
από τα Ντοριζάτα.
Άλλοι πεζή κατέφθαναν,
άλλοι με μηχανάκι
οι πλούσιοι μ’ αυτοκίνητα
που ‘χαν το παραδάκι.
άλλοι με μηχανάκι
οι πλούσιοι μ’ αυτοκίνητα
που ‘χαν το παραδάκι.
Από την άλλη Λειβαθώ
λίγοι παρουσιάζονταν
-μικρό το εκκλησάκι μας-
έξω ούλοι αραδιάζονταν.
λίγοι παρουσιάζονταν
-μικρό το εκκλησάκι μας-
έξω ούλοι αραδιάζονταν.
Και όταν ετελείωνε
η Θεία λειτουργία,
μεζέ ούλοι γευόντανε
από τον οβελία.
η Θεία λειτουργία,
μεζέ ούλοι γευόντανε
από τον οβελία.
Που ο Πρόεδρος εχάριζε
γιατί ‘ταν η γιορτή του
και ήθελε σαν άρκοντας
να φαν οι χωριανοί του.
γιατί ‘ταν η γιορτή του
και ήθελε σαν άρκοντας
να φαν οι χωριανοί του.
Για ψήστη εδιόριζε
το φίλο Κολυτήρη
που ήταν η ξεχωριστή
μορφή στο πανηγύρι.
το φίλο Κολυτήρη
που ήταν η ξεχωριστή
μορφή στο πανηγύρι.
Τα μεζεδάκια δίκαια
ήθελε να μοιράζει.
Κι αν άρπαζες απ’ το ταψί
άρχιζε να φωνάζει.
ήθελε να μοιράζει.
Κι αν άρπαζες απ’ το ταψί
άρχιζε να φωνάζει.
Κρασάκι είχε μπόλικο,
πίνανε ‘φοβισμένοι’.
Δεν ήθελαν στη σάτιρα
να ‘ναι ‘στιγματισμένοι’.
πίνανε ‘φοβισμένοι’.
Δεν ήθελαν στη σάτιρα
να ‘ναι ‘στιγματισμένοι’.
Στο πανηγύρι μας εφκιό
έπρεπε να προσέχεις
πώς περπατάς, μα και πώς τρως,
τι φορεσιά θα έχεις.
έπρεπε να προσέχεις
πώς περπατάς, μα και πώς τρως,
τι φορεσιά θα έχεις.
Αν κάτι ήταν περίεργο
στην συμπεριφορά σου
πρώτο θα ‘ταν στη σάτιρα
αύριο τ’ όνομα σου.
στην συμπεριφορά σου
πρώτο θα ‘ταν στη σάτιρα
αύριο τ’ όνομα σου.
Εις το χωριό μου η σάτιρα
παλιά ευδοκιμούσε,
ο κόσμος την περίμενε,
δεν τη παρεξηγούσε».
παλιά ευδοκιμούσε,
ο κόσμος την περίμενε,
δεν τη παρεξηγούσε».
Τέλος δεν επαρελείψε
-παρά το μπίρι-μπίρι-
να μας καλέσει όλους μας
φέτος στο πανηγύρι.
-παρά το μπίρι-μπίρι-
να μας καλέσει όλους μας
φέτος στο πανηγύρι.
Που κάθε χρόνο το χωριό
θα πάει να το τελέσει,
μα, όπως είπε, με παλιά
καμιά δεν έχει σχέση.
θα πάει να το τελέσει,
μα, όπως είπε, με παλιά
καμιά δεν έχει σχέση.
Το Ζιζάνιο τ’ Αργοστολιού
Φωτ. Το εκκλησάκι της Υπαπαντής λίγο πιο πάνω απ' το λιμάνι της Πεσσάδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου