Έχουμε, εμείς οι Κεφαλλήνες, μια διπλή ονοματική ιδιοτυπία (κοντά στις άλλες), πού δεν είναι χωρίς σημασία για την πατριδική μας συνοχή, όσο και για τον άμεσο ξεχωρισμό μας από τους άλλους Συνέλληνες. Είναι, πρώτα, τα επικρατούντα στο Νησί μας επώνυμα... Δείτε περισσότερα σε -ατός (με τα -άτα, των χωριών μας) κι' έπειτα το όνομα ((Γεράσιμος», πού το χρωστάμε στον Ιερό έποικο του Νησιού μας (από το 1559), τον άγιο Γεράσιμο Ν ο τ α ρ ά πού τόσο αγαπήθηκε και λατρεύτηκε, ώστε το βαφτιστικό όνομα του να θεωρείται σαν παρουσία και προστασία του ίδιου, στα σπίτια μας. Είναι ζήτημα, αν ο Κορίνθιος (και βυζαντινής καταγωγής) ιερωμένος Νοταράς λεγόταν κι' ο ίδιος Γεράσιμος, πριν του δώσουν το προϋπάρχον αυτό ιερομοναχικό όνομα., στον «ΆΘω» ή στα Ιεροσόλυμα, οπού πρωτοασκήθηκε. Στα Ιεροσόλυμα ιδιαίτερα ήταν πολύ σεβαστός ο Όσιος Γεράσιμος, ο εν Ιορδάνη («αναχωρητής», πού έζησε 1100 χρόνια πριν από τον Νοταρά), και που ήδη οι Βυζαντινοί υμνωδοί του εσυνδύαζαν το όνομά του με το αρχαίο «γέρας» (βραβείο) και του το απένειμαν («Γ ε ρ α σ ί μ ω γ έ ρ α ς»).
Ό όσιος Γεράσιμος Νοταράς από τα Τρίκαλα Κορινθίας (γεννήθηκε το 1509) έμεινε (κατά το Συναξάρι του) 12 χρόνια στην υπηρεσία του Ναού της Αναστάσεως, στα Ιεροσόλυμα, και έπειτα, περνώντας άνετα από τα Βενετοκρατούμενα ακόμη Νησιά: Κύπρο, Κρήτη και Ζάκυνθο, ήρθε στην Κ ε φ α λ ο ν ι ά με το γνωστό στάθμευμα της Λάσσης, κι έπειτα στα Ό μ α λ ά. Σημειώνουμε, ότι το Εκκλησιαστικό όνομα «Γεράσιμος» ήταν ήδη γνωστό στην Κεφαλονιά, από τον Μεγαλεπίσκοπο «των Ορθοδόξων», Κεφαλληνίας, Ιθάκης, Ζακύνθου και Στροφάδων, (Κεφαλληνία) Γεράσιμον Λοβέρδον (1450 /Τσιτσέλης, Α', σ, 318). άλλα μόνο μετά την παρουσία, δραστηριότητα και άγιο - αναγνώριση του ασκητού Νοταρά, έγινε σχεδόν πάνδημο στην Κεφαλονιά (και Ιθάκη).
Όπως είχε γίνει για τον παλαιό άγιο Γεράσιμο (του 5ου αιώνα), έτσι και τώρα οι Υμνογράφοι των Ακολουθιών του Νέου ασκητού, εσυνδύασαν με το «γέρας» (βραβείο) το όνομα του, και έγραψαν θριαμβικά: «Ήρατο Γεράσιμος γέρας άφθιτον εν Παράδεισω» — «Γέρα πρέπουσι Γερασίμω τω Νέω», αλλά εσκέφθηκαν και τη λέξη γήρας, με έννοια αντοχής, και του συνέθεσαν τον στίχο: Γέρας γεραρόν και άγηρον παρέχει κ.τ.λ. (Θα μπορούσε να ετυμολογήσει κανείς το Γεράσιμο και ως γηράσιμος, με την καταληκτική ευχή της μακροζωίας. Έχουμε όμως ισχυρότερο το ρήμα γεραίρω (υμνώ, βραβεύω), με μέσον αόριστο εγερασάμην, πού είναι πιο ιερατικό). Σημειώνω, συγγενικά, και το αρχαίο επίθετο «γεράσμιος» (Ιερός, σεβαστός, πού το βρίσκουμε στον Ευριπίδη (Φοίνισσες - Ικέτιδες) και πού οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί το εχρησιμοποίησαν στις Ιεραρχικές προσφωνήσεις τους: Ή Υμετέρα γερασμία Μακαριότης, κ.λπ.
Ό όσιος Γεράσιμος Νοταράς από τα Τρίκαλα Κορινθίας (γεννήθηκε το 1509) έμεινε (κατά το Συναξάρι του) 12 χρόνια στην υπηρεσία του Ναού της Αναστάσεως, στα Ιεροσόλυμα, και έπειτα, περνώντας άνετα από τα Βενετοκρατούμενα ακόμη Νησιά: Κύπρο, Κρήτη και Ζάκυνθο, ήρθε στην Κ ε φ α λ ο ν ι ά με το γνωστό στάθμευμα της Λάσσης, κι έπειτα στα Ό μ α λ ά. Σημειώνουμε, ότι το Εκκλησιαστικό όνομα «Γεράσιμος» ήταν ήδη γνωστό στην Κεφαλονιά, από τον Μεγαλεπίσκοπο «των Ορθοδόξων», Κεφαλληνίας, Ιθάκης, Ζακύνθου και Στροφάδων, (Κεφαλληνία) Γεράσιμον Λοβέρδον (1450 /Τσιτσέλης, Α', σ, 318). άλλα μόνο μετά την παρουσία, δραστηριότητα και άγιο - αναγνώριση του ασκητού Νοταρά, έγινε σχεδόν πάνδημο στην Κεφαλονιά (και Ιθάκη).
Όπως είχε γίνει για τον παλαιό άγιο Γεράσιμο (του 5ου αιώνα), έτσι και τώρα οι Υμνογράφοι των Ακολουθιών του Νέου ασκητού, εσυνδύασαν με το «γέρας» (βραβείο) το όνομα του, και έγραψαν θριαμβικά: «Ήρατο Γεράσιμος γέρας άφθιτον εν Παράδεισω» — «Γέρα πρέπουσι Γερασίμω τω Νέω», αλλά εσκέφθηκαν και τη λέξη γήρας, με έννοια αντοχής, και του συνέθεσαν τον στίχο: Γέρας γεραρόν και άγηρον παρέχει κ.τ.λ. (Θα μπορούσε να ετυμολογήσει κανείς το Γεράσιμο και ως γηράσιμος, με την καταληκτική ευχή της μακροζωίας. Έχουμε όμως ισχυρότερο το ρήμα γεραίρω (υμνώ, βραβεύω), με μέσον αόριστο εγερασάμην, πού είναι πιο ιερατικό). Σημειώνω, συγγενικά, και το αρχαίο επίθετο «γεράσμιος» (Ιερός, σεβαστός, πού το βρίσκουμε στον Ευριπίδη (Φοίνισσες - Ικέτιδες) και πού οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί το εχρησιμοποίησαν στις Ιεραρχικές προσφωνήσεις τους: Ή Υμετέρα γερασμία Μακαριότης, κ.λπ.
Βραβεύσιμος λοιπόν, για τον ασκητισμό και τις κοινωνικές (και οικολογικές, θα λέγαμε σήμερα) δραστηριότητές του, από το Μοναστήρι του στα Ομαλά, ήταν κατά τους Υμνογράφους του ο άγιός μας, και άξιος τιμών. Ας γνωρίζουμε την έννοια αυτή του ονόματός του, και ας την ευχόμαστε και στους «Γεράσιμους» των οικογενειών μας: να είναι πάντα β ρ α β ε ύ σ ι μ ο ι, για τον χαρακτήρα και τη σταδιοδρομία τους. Ας δούμε, τώρα, και την εξάπλωση του ονόματος αυτού, ως βαφτιστικού κατά προτίμηση, στην Κεφαλληνιακή κοινωνία. Ήδη από τον θάνατο του Ασκητού και Ηγουμένου των Ομαλών (το 1579), αλλά ιδιαίτερα μετά την Ανακήρυξή του ως αγίου, από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (το 1622), το όνομα «Γεράσιμος» άρχισε να «εκλαϊκεύεται», όσο εμεγάλωνε ο μεταθανάτιος «θρύλος» του νέου 'Αγίου, πού οι δύο ανακομιδές του λειψάνου του (1581 και 1582) τον έδειχναν «ζώντα» και επομένως προσβάσιμο προστάτη και εισακουστή.
Το Μοναστήρι, πού οργάνωσε, πού έζησε, και πού κρατούσε «άλυωτο» το λείψανο του, έγινε Κέντρο προσκυνήματος και ανανεωμένης λατρείας, πολύ περισσότερο πού η τοποθεσία του ήταν στη μέση του Νησιού, κάτω από τον Αίνο, και σε μια πεδιάδα γαλήνης και απομόνωσης. Με το προσκύνημα, ιδιαίτερα της καλοκαιρινής Μνήμης του αγίου (16 Αύγ.), ήταν φυσικό να παρουσιαστούν και τα πρώτα βαπτίσματα Γ ε ρ α σ ί μ ω ν (ή και Γερασιμούλας) των νεογέννητων παιδιών. Θα πρέπει να ερευνηθούν στα σχετικά αρχεία γεννήσεων και βαπτισμάτων (όχι μόνο στο Μοναστήρι, αλλά σιγά - σιγά σε όλη την Κεφαλονιά), από πότε άρχισε να γίνεται συχνότερο το όνομα «Γεράσιμος». Βαφτίσια γίνονταν τότε και στα σπίτια, με πρόθυμους, τον ιερέα και τον νουνό. να δέχονται την επιθυμία των γονέων, για το «Γεράσιμος».
Οι πρώτες περιπτώσεις της ονομασίας του «Γεράσιμος», παρουσιάζονταν, στις λαϊκότερες τάξεις και όχι στις αρχοντικές, πού θα ήταν δυσκολότερες. Άλλωστε και ο νέος άγιος δεν ήταν Μεγαλόσχημος κληρικός, άλλα απλός Ιερομόναχος, πού τον έλεγαν και «Καλόγηρο», Έτσι ίσως εξηγείται, γιατί, από τον θάνατο του ως σήμερα, δύο μόνο «Γεράσιμους» Επισκόπους του Νησιού μας έχουμε, τον Γεράσιμο Κλάδα, ταπεινόν εφημέριο του Κάστρου, πού ξαφνικά έγινε Αρχιεπίσκοπος το 1782, και. τον αξέχαστο Γεράσιμο Δ ό ρ ι ζ α, το 1893.
Στα ποικίλα ονόματα διαπρεπών (κοσμικών) Κεφαλλήνων, πού βιογραφήθηκαν, κατά καιρούς, από τους: Πινιατόρο Μαζαράκη και Τ σ ι τ σ έ λ η, ο πρώτος αιώνας, μετά τον θάνατο του αγίου Γερασίμου (ως το 1700), καθόλου ή ελάχιστους «Γεράσιμους» παρουσιάζει. Σημειώνω έναν Γεράσιμο Καρδάκη, Νοτάριο στη Θηνιά, το 1615 (πριν αγιοποιηθεί επίσημα ο Ασκητής), έναν Σύνδικο στο Κάστρο, το 1655, Γεράσιμο Κόκκινο, κι' έναν επίσης Νοτάριο, στην Ανωγή της Παλικής (το 1688)) Γεράσιμο Μαυροκέφαλο. Έχουμε, στον αιώνα αυτόν, και κληρικούς Μοναστηριών του Νησιού μας, όπως: των Όμαλών (1649), του Ταφιού (1654) και των Σισίων (1682). Εντυπωσιακή για τον ίδιον αιώνα, (προς το τέλος), είναι και η πρώτη παρουσία βαπτίσματος αποδήμων της Κεφαλονιάς, με το όνομα «Γεράσιμος», πού σημειώνεται για το παιδί, του περιπετειακού Κωνσταντίνου Γεράκη, πού, φτασμένος σε ύψιστα αξιώματα στοΣιάμ, και παντρεμένος με Σιαμαία Καθολική, εβάφτισε. τον γυιο του, «Γ ε ρ ά σ ι μ ο» (περί το 1683), όπως μας πληροφορούν οί βιογράφοι του. (Το αναφέρει και ο Ρίζος Ραγκαβής, στο “Libro d’ oro” των Ευγενών τον Ιονίου (1925), στο επώνυμο Γεράκης). Από το 1700 και έπειτα, τα δείγματα «Γερασίμων» γίνονται περισσότερα, άλλα όχι πυκνά.
Ό Ηλίας Τσιτσέλης π.χ. μας δίνει περί τους 15 αξιολογούμενους Γεράσιμους (1700 - 1800), από τους οποίους πρώτος αναφέρεται (το 1718) ο λόγιος ιερέας Γεράσιμος Φωκάς, πού διέδωσε κι αυτός το νέο όνομα έξω από την Κεφαλονιά, στη Β εν ε τ ία, όπου εφημέρευσε στον Αγ. Γεώργιο της Ελλ. Κοινότητας, και στη Μόσχα, όπου έγινε εφημέριος της Αυλής και εξομολόγος του Μεγάλου Πέτρου (τόμ. Α', σ. 789).Στα αρχεία όμως της Οικογένειας Μ π λέ σ σ α, πού δημοσιεύτηκαν από τον καθ. Γ. Πετρόπουλο (της Νομικής Σχολής) το 1962, διαπιστώνουμε, για τον αιώνα 1700 - 1800, περισσότερες περιπτώσεις Γερασίμων, και μάλιστα λαϊκότερες, αφού παρουσιάζονται ως μάρτυρες στα δικαιοπρακτικά έγγραφα, με τον χαρακτηρισμό κάποτε «καλοί γέροντες».
Παράλληλα προς το όνομα «Γεράσιμος», παρουσιάζεται, στους αιώνες αυτούς στην Κεφαλονιά (και άλλου), το όνομα «Γ ε ρ ό λ υ μ ο ς» (από το εκκλησιαστικό Ιερώνυμος), πού είναι ηχητικά συγγενικό, καθώς είναι παρμένο από το ιταλικό Girolamo, πολύ συχνό στους Καθολικούς. Είπαν και στην Κεφαλονιά το Γερόλυμος, που έδωσε και το επώνυμο Γερολυμάτος. Στις σχετικές έρευνές μου, για την παρουσία και των δύο αυτών ονομάτων, μετά το 1600, βρήκα 15 Γερόλυμους στους 5 Γεράσιμους (1600 - 1700) και 16 Γερόλυμους στους 15 Γεράσιμους, του 1700 - 1800). Υποψιάζομαι, ότι το «Γερόλυμος» αυτό εκάλυπτε, για τις «Δημόσιες» υπηρεσίες (πού είχαν βενετσιάνικη φρασεολογία), το καινοφανές τότε όνομα «Γεράσιμος», ακόμα και όταν ο χωρικός επέμενε στο δικό του. Βρίσκουμε μάλιστα στον Τσιτσέλη (Β', σ. 287) μια περίπτωση κληρικού, του Ηγουμένου των Σισίων (1682), πού ονομάζεται Γεράσιμος ή Ιερώνυμος Κουλουμπής.
Έχω κι' ο ίδιος μια πρόσφατη εμπειρία φίλου μου, Κεφαλλήνος Γερασίμου, στη Γαλλία, πού, για να απλουστεύει τις δημόσιες και ιδιωτικές σχέσεις του, ονομαζόταν Jerome. (Στην Αμερική, θα έλεγε Jerry). Σημειώνω και, για το επώνυμο Γερολυμάτος, στην Κεφαλονιά, ότι είναι, και στατιστικώς πυκνότερο από το Γ ε ρ α σ ι μ, ά τ ο ς. Ίσως οι Γεράσιμοι ν' απέφευγαν τη διπλονομασία του: «Γ ε ρ ά σιμός Γερασιμάτος. Με το πέρασμα στον 19ον αιώνα (από το 1800), όλα γίνονται ελληνικότερα στην Επτάνησο, ή λιγότερο βενετσιάνικα. Το πλησίασμα της ανεξαρτησίας ρίχνει ένα φως ελληνικότητας στην Ιόνια γλώσσα και ορολογία. Το Γερόλυμος (και Γερόλαμος) υποχωρούν στο Γεράσιμος, που είναι ορθόδοξο όνομα και ελληνοπρεπές, Η λατρεία άλλωστε του Αγίου μας έχει περάσει και στις αρχοντικές κοσμικές τάξεις, και είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ανδρέα Λασκαράτου, πού, ενώ δεν ήταν υμνητής του ασκητισμού, είχε πατέρα Γεράσι μ ο, και ο ίδιος εβάπτισε τον γυιό του Γεράσιμο, περίπου το 1850, στο Αργοστόλι. Γενικά, μέσα στον αιώνα αυτόν (1800- 1900), το όνομα Γεράσιμος άπλώθηκε σ' όλες τις κοινωνικές τάξεις του Νησιού (και στην άμεσα γειτονική Ιθάκη), ώστε να έχουμε όχι μόνο Μ α σ τ ρ ο γ ε ρ ά σ ι μ ο υ ς και Μ π α ρ μ π α γ ε ρ ά σ ι μ ο υ ς, άλλα και Σιόρ-Γεράσιμους και Γ ε ρ ασ ι μ ά κ η δ ε ς, όπως τους έλεγαν στις αρχοντικές οικογένειες, των Δελαδέτσιμα, Ίγγλέση, Κεφαλά, Κουντούρη, Λιβαδά, Μαζαράκη, Μεταξά, Πινιατόρου, Πoταμιάνου, Πόγγη, Φωκά κ.ά., αλλά και Καπιτά- Γεράσιμους, όσους (Θιακο - Κεφαλονίτες) αναδεικνύονταν ναυτικοί και εφοπλιστές, όπως στις Οικογένειες Λικιαρδόπουλων, Βεργωτήδων και Βλασσόπουλων, πού έδιναν κάποτε και στα πλοία τους (όπως οι φτωχοί στις βάρκες τους) το όνομα «Άγιος Γεράσιμος».
Στο μεταξύ απλωνόταν ή «γνωριμία» και η λατρεία του Όσιου των Ομαλών στην απέναντι Στερεά Ελλάδα, από οπού είχε πλήθος προσκυνητών (το καλοκαίρι), από Πρέβεζα ως Μεσολόγγι (κι από Λευκάδα), ώστε να πληθαίνουν και τα βαφτίσια στους χώρους αυτούς με το όνομα Γεράσιμος (επιθυμία γονιών ή και πρωτοβουλία νουνών.
Να πούμε τώρα και τα «λαογραφικά» του ονόματος. Όλα τα ονόματα των ανθρώπων έχουν συνήθως μια γλωσσοπαικτική μεταχείρηση, από τους άλλους σοβαρή ή αστεία. Το «Γεράσιμος» παίζεται στην Κεφαλονιά με το «γεράζω», και όταν ρωτάνε ένα παιδί «πώς το λένε» και λέει «Γεράσιμος» του εύχονται: «Μπράβο, αφέντη μου, να ζήσεις και να γελάσεις». Λένε όμως και στους λοξάτους ηλικιωμένους: «Γεράσιμε, που εγέρασες, και πού μυαλό δεν έβαλες!» Λογοπαίζουν επίσης, και στ' αστεία, με όσους έχουν το όνομα αυτό (κι είναι και λίγο δύσκολοι), και τους λένε:Γεράσιμε, Γεράσιμε, γουρούνία ν αγοράσουμε (με παρήχηση του γ-ρ-σ).
Κάποτε και στις συζυγικές διενέξεις, η Γερασιμίνα (ή Γερασιμάκαινα) σύζυγος, παραπονιέται για τους διαφορετικούς τρόπους του άντρα της, και του λέει:
- Γεράσιμε, Γεράσιμε, τίνος ανθρώπου μοιάζεις; στον κόσμο γέλια και χαρές, στο σπίτι όλο γκρινιάζεις!
Έχουν όμως και την τιμητική τους, με τα Κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι «Γερασιμάδες της Κεφαλονιάς», όταν οι κανταδόροι της βραδυάς, τους εύχονται, όλο γλύκα:
Με τρία γράμματα χρυσά γράφεται τ' όνομα σου, Γερασιμάκη, αφέντη μου, καλησπερίσματά σου!
Εκοίταξα στον ουρανό κι είδα σταυρό στη μέση, κι απ όλα τα ονόματα «Γεράσιμος» μ' αρέσει,'
Καμαρώνεται όμως. και μόνος του ο νεαρός Γεράσιμος, στα ερωτικά, του ή χορευτικά τραγούδια, λέγοντας:
Γεράσιμο με λένε, Μεμά με κράζουνε. τ' ακούνε τα κορίτσια, κι' αναστενάζουνε! (Αυτό όμως το λένε, καμαρώνοντας τ' αγόρια τους τραγουδιαστά, και οι μητέρε ς τους). Θα τελειώσουμε, ρίχνοντας μια γενικότερη ματιά στην ψυχολογική θέση πού έχει πάρει το όνομα Γεράσιμος, πανελλήνια.
Είναι γνωστό, ότι οι μη Κεφαλλήνες συγγραφείς και δημοσιογράφοι (καθώς και όλη η έξωκεφαλονίτικη «κοινή γνώμη») συνηθίζουν ν' αποδίδουν ό,τι παράξενο ή και έξυπνα αστείο έχουν να πουν για τους Κεφαλονίτες, στο όνομα «Γεράσιμος». Τα περισσότερα ανέκδοτα, για ναυτικούς ή ταξιδεμένους Κεφαλονίτες, στα πέρατα της Γης (από τους Ωκεανούς και τους Πόλους, ως τις ζούγκλες της Αφρικής), αρχίζουν με τη φράση:
Ένας Κεφαλονίτης Γεράσιμος... και δείχνουν κάποια ιδιοτροπία ή εξυπνάδα του, σε ώρες κινδύνου. Πολλά επίσης ανέκδοτα αναφέρονται στην παρουσία των «Γεράσιμων» στον στρατό (από τους πολέμους του 1912) και στα ναυτικό. Πρόκειται πάντα για έναν τύπο με πρακτικό μυαλό, ετοιμόλογο, ορθολογικό, αλλά και θαρραλέον σε λύσεις και απαντήσεις. Κάποτε υπολογιστικόν, αλλά και φιλότιμο. Στη Νεοελληνική λογοτεχνία, παρουσιάζεται με ποικίλους τρόπους και χαρακτήρα, πάντα όμως αξιοπρόσεχτους.
Ό Καρκαβίτσας, στα «Λόγια της πλώρης» (το 1899), παρουσιάζει έναν «Γεράσιμο» νευρικό, ευερέθιστο και εκδικητικό, πού κάπως τον υπερβάλλει, άλλα και τον προβάλλει, Ό Γ ι ά ν νη ς Βλαχογιάννης (το 1927) δίνει στην «Ιστορική Ανθολογία» του, τον βλάστημο πάντα Κεφαλονίτη, να είναι έξυπνος και διασκεδαστικός: Ό ναυτικός [Γεράσιμος] έπεισε κάποτε τον θεοσεβούμενο καπετάνιο του να β λ α σ τ η μ ή σ ε ι, για να ξεθυμάνει από μία αγωνία κινδύνου των, τρικυμίας. Κι' εσώθηκαν. Κι' ένας άλλος ναυτικός Κεφαλονίτης, σε μεγάλη φουρτούνα, τάζει στον άγιο Νικόλα μια λαμπάδα «σαν το κατάρτι», για να σωθούνε. Του λέει ο συμπλεούμενος: «Μωρέ Γεράσιμε, που θα 'βρεις τα λεφτά για τόσο τάμα; Κι' άπαντα ό Γεράσιμος: Μεδά θα βρεθεί μάστορας για τόσο κερί !... (Ίστορ, Ανθολογία, σελ. Ιδ').
Εχει γράψει και ο δημοσιογράφος Γ. Φτέρης - Τσιμπιδάρος (περί το 1930 ατό «Βήμα») ένα χαριτωμένο χρονογράφημα: «Οι απανταχού Γεράσιμοι» (αν και δεν ήταν Κεφαλονίτης). Άλλα ας δούμε τι γίνεται καί στον μέσα χώρο της Κεφαλονιάς. Θα περιλάβω σ' αυτόν και τη θυγατρική Ιθάκη, πού έχει τα ίδια βιώματα. Οί «Θιακοκεφαλονίτες», λοιπόν, λατρεύουν τον άγιο Γεράσιμο, σαν να είναι και ο κοινός τους «Έ π ί σ κ ο π ο ς», αφού αλλιώς, οι Θιακοί υπάγονται στον Δεσπότη Λευκάδος.
Το κάθε σπίτι, και στα δύο Νησιά, έχει. κι έναν Γεράσιμο (έστω και πατρογονικά), σύμβολο της λατρείας αυτής. Όσοι νεώτεροι άγιοι κι αν καθιερωθούν, και στο ένα Νησί και στο άλλο, δεν «πιάνουν» τα αισθήματα της παραδοσιακής λατρείας, πού τρέφουν για τον Άγιο των Ομαλών. Είναι μία «οικεία» πίστη, που αναθερμαίνεται με την παράδοση των γενεών και με τη διάρκεια των προσκυνημάτων τους. Το να διατηρούμε, στα σπίτια μας, το όνομα «Γεράσιμος» (και να το «γιορτάζουμε», (χωρίς ν’ απουσιάζουμε την ημέρα της Γιορτής του, ή να κατεβάζουμε το ακουστικό), είναι μια φροντίδα, για την πατριδική μας ταυτότητα. Στον πληρωθισμικό, από κάθε άποψη, κόσμο των χρόνων μας, μας χρειάζεται ο στενότερος τοπικός δεσμός των ευχών, για να μη «χανόμαστε».
Και οι «Γεράσιμοι» της Κεφαλονιάς, ας σκέφτονται τα Ομαλά, όπως σκέφτονται και τον Αίνο (του «Μεγάλου» βουνού μας), και ας καμαρώνουν, που μένουν θεματοφύλακες της ονοματικής αυτής παράδοσής μας. Απευθύνομαι και στους αποδήμους των μακρινών χωρών και ηπείρων, που κι αυτοί δίνουν το «παρών» τους με το όνομα «Γεράσιμος», τιμώντας νομίζουμε και την ελληνική τους ταυτότητα. Ας είναι, λοιπόν, καλά οι «απανταχού Γεράσιμοι», και οι Οικογένειες όλων, και η Κεφαλονιά μας.
Το Μοναστήρι, πού οργάνωσε, πού έζησε, και πού κρατούσε «άλυωτο» το λείψανο του, έγινε Κέντρο προσκυνήματος και ανανεωμένης λατρείας, πολύ περισσότερο πού η τοποθεσία του ήταν στη μέση του Νησιού, κάτω από τον Αίνο, και σε μια πεδιάδα γαλήνης και απομόνωσης. Με το προσκύνημα, ιδιαίτερα της καλοκαιρινής Μνήμης του αγίου (16 Αύγ.), ήταν φυσικό να παρουσιαστούν και τα πρώτα βαπτίσματα Γ ε ρ α σ ί μ ω ν (ή και Γερασιμούλας) των νεογέννητων παιδιών. Θα πρέπει να ερευνηθούν στα σχετικά αρχεία γεννήσεων και βαπτισμάτων (όχι μόνο στο Μοναστήρι, αλλά σιγά - σιγά σε όλη την Κεφαλονιά), από πότε άρχισε να γίνεται συχνότερο το όνομα «Γεράσιμος». Βαφτίσια γίνονταν τότε και στα σπίτια, με πρόθυμους, τον ιερέα και τον νουνό. να δέχονται την επιθυμία των γονέων, για το «Γεράσιμος».
Οι πρώτες περιπτώσεις της ονομασίας του «Γεράσιμος», παρουσιάζονταν, στις λαϊκότερες τάξεις και όχι στις αρχοντικές, πού θα ήταν δυσκολότερες. Άλλωστε και ο νέος άγιος δεν ήταν Μεγαλόσχημος κληρικός, άλλα απλός Ιερομόναχος, πού τον έλεγαν και «Καλόγηρο», Έτσι ίσως εξηγείται, γιατί, από τον θάνατο του ως σήμερα, δύο μόνο «Γεράσιμους» Επισκόπους του Νησιού μας έχουμε, τον Γεράσιμο Κλάδα, ταπεινόν εφημέριο του Κάστρου, πού ξαφνικά έγινε Αρχιεπίσκοπος το 1782, και. τον αξέχαστο Γεράσιμο Δ ό ρ ι ζ α, το 1893.
Στα ποικίλα ονόματα διαπρεπών (κοσμικών) Κεφαλλήνων, πού βιογραφήθηκαν, κατά καιρούς, από τους: Πινιατόρο Μαζαράκη και Τ σ ι τ σ έ λ η, ο πρώτος αιώνας, μετά τον θάνατο του αγίου Γερασίμου (ως το 1700), καθόλου ή ελάχιστους «Γεράσιμους» παρουσιάζει. Σημειώνω έναν Γεράσιμο Καρδάκη, Νοτάριο στη Θηνιά, το 1615 (πριν αγιοποιηθεί επίσημα ο Ασκητής), έναν Σύνδικο στο Κάστρο, το 1655, Γεράσιμο Κόκκινο, κι' έναν επίσης Νοτάριο, στην Ανωγή της Παλικής (το 1688)) Γεράσιμο Μαυροκέφαλο. Έχουμε, στον αιώνα αυτόν, και κληρικούς Μοναστηριών του Νησιού μας, όπως: των Όμαλών (1649), του Ταφιού (1654) και των Σισίων (1682). Εντυπωσιακή για τον ίδιον αιώνα, (προς το τέλος), είναι και η πρώτη παρουσία βαπτίσματος αποδήμων της Κεφαλονιάς, με το όνομα «Γεράσιμος», πού σημειώνεται για το παιδί, του περιπετειακού Κωνσταντίνου Γεράκη, πού, φτασμένος σε ύψιστα αξιώματα στοΣιάμ, και παντρεμένος με Σιαμαία Καθολική, εβάφτισε. τον γυιο του, «Γ ε ρ ά σ ι μ ο» (περί το 1683), όπως μας πληροφορούν οί βιογράφοι του. (Το αναφέρει και ο Ρίζος Ραγκαβής, στο “Libro d’ oro” των Ευγενών τον Ιονίου (1925), στο επώνυμο Γεράκης). Από το 1700 και έπειτα, τα δείγματα «Γερασίμων» γίνονται περισσότερα, άλλα όχι πυκνά.
Ό Ηλίας Τσιτσέλης π.χ. μας δίνει περί τους 15 αξιολογούμενους Γεράσιμους (1700 - 1800), από τους οποίους πρώτος αναφέρεται (το 1718) ο λόγιος ιερέας Γεράσιμος Φωκάς, πού διέδωσε κι αυτός το νέο όνομα έξω από την Κεφαλονιά, στη Β εν ε τ ία, όπου εφημέρευσε στον Αγ. Γεώργιο της Ελλ. Κοινότητας, και στη Μόσχα, όπου έγινε εφημέριος της Αυλής και εξομολόγος του Μεγάλου Πέτρου (τόμ. Α', σ. 789).Στα αρχεία όμως της Οικογένειας Μ π λέ σ σ α, πού δημοσιεύτηκαν από τον καθ. Γ. Πετρόπουλο (της Νομικής Σχολής) το 1962, διαπιστώνουμε, για τον αιώνα 1700 - 1800, περισσότερες περιπτώσεις Γερασίμων, και μάλιστα λαϊκότερες, αφού παρουσιάζονται ως μάρτυρες στα δικαιοπρακτικά έγγραφα, με τον χαρακτηρισμό κάποτε «καλοί γέροντες».
Παράλληλα προς το όνομα «Γεράσιμος», παρουσιάζεται, στους αιώνες αυτούς στην Κεφαλονιά (και άλλου), το όνομα «Γ ε ρ ό λ υ μ ο ς» (από το εκκλησιαστικό Ιερώνυμος), πού είναι ηχητικά συγγενικό, καθώς είναι παρμένο από το ιταλικό Girolamo, πολύ συχνό στους Καθολικούς. Είπαν και στην Κεφαλονιά το Γερόλυμος, που έδωσε και το επώνυμο Γερολυμάτος. Στις σχετικές έρευνές μου, για την παρουσία και των δύο αυτών ονομάτων, μετά το 1600, βρήκα 15 Γερόλυμους στους 5 Γεράσιμους (1600 - 1700) και 16 Γερόλυμους στους 15 Γεράσιμους, του 1700 - 1800). Υποψιάζομαι, ότι το «Γερόλυμος» αυτό εκάλυπτε, για τις «Δημόσιες» υπηρεσίες (πού είχαν βενετσιάνικη φρασεολογία), το καινοφανές τότε όνομα «Γεράσιμος», ακόμα και όταν ο χωρικός επέμενε στο δικό του. Βρίσκουμε μάλιστα στον Τσιτσέλη (Β', σ. 287) μια περίπτωση κληρικού, του Ηγουμένου των Σισίων (1682), πού ονομάζεται Γεράσιμος ή Ιερώνυμος Κουλουμπής.
Έχω κι' ο ίδιος μια πρόσφατη εμπειρία φίλου μου, Κεφαλλήνος Γερασίμου, στη Γαλλία, πού, για να απλουστεύει τις δημόσιες και ιδιωτικές σχέσεις του, ονομαζόταν Jerome. (Στην Αμερική, θα έλεγε Jerry). Σημειώνω και, για το επώνυμο Γερολυμάτος, στην Κεφαλονιά, ότι είναι, και στατιστικώς πυκνότερο από το Γ ε ρ α σ ι μ, ά τ ο ς. Ίσως οι Γεράσιμοι ν' απέφευγαν τη διπλονομασία του: «Γ ε ρ ά σιμός Γερασιμάτος. Με το πέρασμα στον 19ον αιώνα (από το 1800), όλα γίνονται ελληνικότερα στην Επτάνησο, ή λιγότερο βενετσιάνικα. Το πλησίασμα της ανεξαρτησίας ρίχνει ένα φως ελληνικότητας στην Ιόνια γλώσσα και ορολογία. Το Γερόλυμος (και Γερόλαμος) υποχωρούν στο Γεράσιμος, που είναι ορθόδοξο όνομα και ελληνοπρεπές, Η λατρεία άλλωστε του Αγίου μας έχει περάσει και στις αρχοντικές κοσμικές τάξεις, και είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ανδρέα Λασκαράτου, πού, ενώ δεν ήταν υμνητής του ασκητισμού, είχε πατέρα Γεράσι μ ο, και ο ίδιος εβάπτισε τον γυιό του Γεράσιμο, περίπου το 1850, στο Αργοστόλι. Γενικά, μέσα στον αιώνα αυτόν (1800- 1900), το όνομα Γεράσιμος άπλώθηκε σ' όλες τις κοινωνικές τάξεις του Νησιού (και στην άμεσα γειτονική Ιθάκη), ώστε να έχουμε όχι μόνο Μ α σ τ ρ ο γ ε ρ ά σ ι μ ο υ ς και Μ π α ρ μ π α γ ε ρ ά σ ι μ ο υ ς, άλλα και Σιόρ-Γεράσιμους και Γ ε ρ ασ ι μ ά κ η δ ε ς, όπως τους έλεγαν στις αρχοντικές οικογένειες, των Δελαδέτσιμα, Ίγγλέση, Κεφαλά, Κουντούρη, Λιβαδά, Μαζαράκη, Μεταξά, Πινιατόρου, Πoταμιάνου, Πόγγη, Φωκά κ.ά., αλλά και Καπιτά- Γεράσιμους, όσους (Θιακο - Κεφαλονίτες) αναδεικνύονταν ναυτικοί και εφοπλιστές, όπως στις Οικογένειες Λικιαρδόπουλων, Βεργωτήδων και Βλασσόπουλων, πού έδιναν κάποτε και στα πλοία τους (όπως οι φτωχοί στις βάρκες τους) το όνομα «Άγιος Γεράσιμος».
Στο μεταξύ απλωνόταν ή «γνωριμία» και η λατρεία του Όσιου των Ομαλών στην απέναντι Στερεά Ελλάδα, από οπού είχε πλήθος προσκυνητών (το καλοκαίρι), από Πρέβεζα ως Μεσολόγγι (κι από Λευκάδα), ώστε να πληθαίνουν και τα βαφτίσια στους χώρους αυτούς με το όνομα Γεράσιμος (επιθυμία γονιών ή και πρωτοβουλία νουνών.
Να πούμε τώρα και τα «λαογραφικά» του ονόματος. Όλα τα ονόματα των ανθρώπων έχουν συνήθως μια γλωσσοπαικτική μεταχείρηση, από τους άλλους σοβαρή ή αστεία. Το «Γεράσιμος» παίζεται στην Κεφαλονιά με το «γεράζω», και όταν ρωτάνε ένα παιδί «πώς το λένε» και λέει «Γεράσιμος» του εύχονται: «Μπράβο, αφέντη μου, να ζήσεις και να γελάσεις». Λένε όμως και στους λοξάτους ηλικιωμένους: «Γεράσιμε, που εγέρασες, και πού μυαλό δεν έβαλες!» Λογοπαίζουν επίσης, και στ' αστεία, με όσους έχουν το όνομα αυτό (κι είναι και λίγο δύσκολοι), και τους λένε:Γεράσιμε, Γεράσιμε, γουρούνία ν αγοράσουμε (με παρήχηση του γ-ρ-σ).
Κάποτε και στις συζυγικές διενέξεις, η Γερασιμίνα (ή Γερασιμάκαινα) σύζυγος, παραπονιέται για τους διαφορετικούς τρόπους του άντρα της, και του λέει:
- Γεράσιμε, Γεράσιμε, τίνος ανθρώπου μοιάζεις; στον κόσμο γέλια και χαρές, στο σπίτι όλο γκρινιάζεις!
Έχουν όμως και την τιμητική τους, με τα Κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι «Γερασιμάδες της Κεφαλονιάς», όταν οι κανταδόροι της βραδυάς, τους εύχονται, όλο γλύκα:
Με τρία γράμματα χρυσά γράφεται τ' όνομα σου, Γερασιμάκη, αφέντη μου, καλησπερίσματά σου!
Εκοίταξα στον ουρανό κι είδα σταυρό στη μέση, κι απ όλα τα ονόματα «Γεράσιμος» μ' αρέσει,'
Καμαρώνεται όμως. και μόνος του ο νεαρός Γεράσιμος, στα ερωτικά, του ή χορευτικά τραγούδια, λέγοντας:
Γεράσιμο με λένε, Μεμά με κράζουνε. τ' ακούνε τα κορίτσια, κι' αναστενάζουνε! (Αυτό όμως το λένε, καμαρώνοντας τ' αγόρια τους τραγουδιαστά, και οι μητέρε ς τους). Θα τελειώσουμε, ρίχνοντας μια γενικότερη ματιά στην ψυχολογική θέση πού έχει πάρει το όνομα Γεράσιμος, πανελλήνια.
Είναι γνωστό, ότι οι μη Κεφαλλήνες συγγραφείς και δημοσιογράφοι (καθώς και όλη η έξωκεφαλονίτικη «κοινή γνώμη») συνηθίζουν ν' αποδίδουν ό,τι παράξενο ή και έξυπνα αστείο έχουν να πουν για τους Κεφαλονίτες, στο όνομα «Γεράσιμος». Τα περισσότερα ανέκδοτα, για ναυτικούς ή ταξιδεμένους Κεφαλονίτες, στα πέρατα της Γης (από τους Ωκεανούς και τους Πόλους, ως τις ζούγκλες της Αφρικής), αρχίζουν με τη φράση:
Ένας Κεφαλονίτης Γεράσιμος... και δείχνουν κάποια ιδιοτροπία ή εξυπνάδα του, σε ώρες κινδύνου. Πολλά επίσης ανέκδοτα αναφέρονται στην παρουσία των «Γεράσιμων» στον στρατό (από τους πολέμους του 1912) και στα ναυτικό. Πρόκειται πάντα για έναν τύπο με πρακτικό μυαλό, ετοιμόλογο, ορθολογικό, αλλά και θαρραλέον σε λύσεις και απαντήσεις. Κάποτε υπολογιστικόν, αλλά και φιλότιμο. Στη Νεοελληνική λογοτεχνία, παρουσιάζεται με ποικίλους τρόπους και χαρακτήρα, πάντα όμως αξιοπρόσεχτους.
Ό Καρκαβίτσας, στα «Λόγια της πλώρης» (το 1899), παρουσιάζει έναν «Γεράσιμο» νευρικό, ευερέθιστο και εκδικητικό, πού κάπως τον υπερβάλλει, άλλα και τον προβάλλει, Ό Γ ι ά ν νη ς Βλαχογιάννης (το 1927) δίνει στην «Ιστορική Ανθολογία» του, τον βλάστημο πάντα Κεφαλονίτη, να είναι έξυπνος και διασκεδαστικός: Ό ναυτικός [Γεράσιμος] έπεισε κάποτε τον θεοσεβούμενο καπετάνιο του να β λ α σ τ η μ ή σ ε ι, για να ξεθυμάνει από μία αγωνία κινδύνου των, τρικυμίας. Κι' εσώθηκαν. Κι' ένας άλλος ναυτικός Κεφαλονίτης, σε μεγάλη φουρτούνα, τάζει στον άγιο Νικόλα μια λαμπάδα «σαν το κατάρτι», για να σωθούνε. Του λέει ο συμπλεούμενος: «Μωρέ Γεράσιμε, που θα 'βρεις τα λεφτά για τόσο τάμα; Κι' άπαντα ό Γεράσιμος: Μεδά θα βρεθεί μάστορας για τόσο κερί !... (Ίστορ, Ανθολογία, σελ. Ιδ').
Εχει γράψει και ο δημοσιογράφος Γ. Φτέρης - Τσιμπιδάρος (περί το 1930 ατό «Βήμα») ένα χαριτωμένο χρονογράφημα: «Οι απανταχού Γεράσιμοι» (αν και δεν ήταν Κεφαλονίτης). Άλλα ας δούμε τι γίνεται καί στον μέσα χώρο της Κεφαλονιάς. Θα περιλάβω σ' αυτόν και τη θυγατρική Ιθάκη, πού έχει τα ίδια βιώματα. Οί «Θιακοκεφαλονίτες», λοιπόν, λατρεύουν τον άγιο Γεράσιμο, σαν να είναι και ο κοινός τους «Έ π ί σ κ ο π ο ς», αφού αλλιώς, οι Θιακοί υπάγονται στον Δεσπότη Λευκάδος.
Το κάθε σπίτι, και στα δύο Νησιά, έχει. κι έναν Γεράσιμο (έστω και πατρογονικά), σύμβολο της λατρείας αυτής. Όσοι νεώτεροι άγιοι κι αν καθιερωθούν, και στο ένα Νησί και στο άλλο, δεν «πιάνουν» τα αισθήματα της παραδοσιακής λατρείας, πού τρέφουν για τον Άγιο των Ομαλών. Είναι μία «οικεία» πίστη, που αναθερμαίνεται με την παράδοση των γενεών και με τη διάρκεια των προσκυνημάτων τους. Το να διατηρούμε, στα σπίτια μας, το όνομα «Γεράσιμος» (και να το «γιορτάζουμε», (χωρίς ν’ απουσιάζουμε την ημέρα της Γιορτής του, ή να κατεβάζουμε το ακουστικό), είναι μια φροντίδα, για την πατριδική μας ταυτότητα. Στον πληρωθισμικό, από κάθε άποψη, κόσμο των χρόνων μας, μας χρειάζεται ο στενότερος τοπικός δεσμός των ευχών, για να μη «χανόμαστε».
Και οι «Γεράσιμοι» της Κεφαλονιάς, ας σκέφτονται τα Ομαλά, όπως σκέφτονται και τον Αίνο (του «Μεγάλου» βουνού μας), και ας καμαρώνουν, που μένουν θεματοφύλακες της ονοματικής αυτής παράδοσής μας. Απευθύνομαι και στους αποδήμους των μακρινών χωρών και ηπείρων, που κι αυτοί δίνουν το «παρών» τους με το όνομα «Γεράσιμος», τιμώντας νομίζουμε και την ελληνική τους ταυτότητα. Ας είναι, λοιπόν, καλά οι «απανταχού Γεράσιμοι», και οι Οικογένειες όλων, και η Κεφαλονιά μας.
Κείμενο: Δημ. Λουκάτος
Καθηγητής
Καθηγητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου